powered by Surfing Waves

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Εισάγουμε φασόλια από την Τουρκία, ενώ θα μπορούσαμε να είμαστε πρώτη χώρα στις εξαγωγές

 Σε 26,2 εκ.  ευρώ ανήλθαν οι  εισαγωγές σε φασολια, φακές και ρεβίθια το 2011
Την περίοδο Ιανουάριος 2011 - Αύγουστος 2012 εισάγαμε 7.000 τόνους ρεβίθια, 19.041 τόνους φασόλια και 16.969 τόνους φακές. Η εγχώρια παραγωγή ανήλθε το 2011 σε 14.070 τόνους φασόλια (12.150 τόνοι ήταν οι εισαγωγές για το 2011), 4.350 τόνους ρεβίθια (5.080 εισαγωγές) και 5.570 τόνους φακές (11.665 εισαγωγές). Η αξία των εισαγωγών ανήλθε το 2011 σε 26,2 εκ. ευρώ για φασόλια, φακές και ρεβίθια.
Τσαυτάρης: "Οταν ήρθαν οι επιδοτήσεις της ΕΕ που ενίσχυαν μόνο τα σιτηρά, τα όσπρια εγκαταλείφθηκαν, με όλες τις δυσάρεστες επιπτώσεις της μονοκαλλιέργειας"
 Ακατανόητη είναι για τους αγρότες η πολιτική που ασκείται από την κυβέρνηση στον αγροτικό τομέα. Με αφορμή δηλώσεις του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης εισάγουμε ετησίως εκατομμύρια τόνους από όσπρια, ενώ θα μπορούσαμε να είμαστε πρώτη χώρα στις εξαγωγές.
Από την πλευρά τους οι αγρότες δηλώνουν πως δεν υπάρχουν αναπτυξιακές πολιτικές και νόμοι που
να βοηθούν την ελληνική γεωργία ως προς τις εξαγωγές, όπως συμβαίνει στην Τουρκία και την Βουλγαρία.

Πηγή: lamiastar

ΕΙΣΑΓΟΥΜΕ ΤΑ ΠΑΝΤΑ, ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Τα ράφια δεν... μιλούν ελληνικά


Ρεβίθια Μεξικού, φασόλια Κίνας και Μαδαγασκάρης, φακές Καναδά, αμύγδαλα Καλιφόρνιας, πατάτες Αιγύπτου, λεμόνια Αργεντινής, κρέας Ολλανδίας...



Η ελληνική αγορά κατακλύζεται από εισαγόμενα αγροκτηνοτροφικά προϊόντα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα όσπρια, στην παραγωγή των οποίων η Ελλάδα εμφανίζει μεγάλο έλλειμμα και εισάγει σημαντικές ποσότητες από... εξωτικές χώρες. Ο μεγαλύτερος εισαγωγέας ρεβιθιών είναι το Μεξικό. Το 2011 εισάγαμε από το Μεξικό 3.846 τόνους, ενώ άλλοι 550 τόνοι ήρθαν από την Αργεντινή. Εκτός της Λατινικής Αμερικής, ρεβίθια εισάγουμε από Τουρκία, Καναδά, Αυστραλία, αλλά και Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα. Αντιστοίχως, φασόλια κοινά («Phaseolus vulgaris») εισάγουμε κυρίως από Κίνα και Καναδά. Το 2011 εισήχθησαν 5.769 τόνοι από Καναδά, 2.861 από Κίνα, 1.425 από Αργεντινή, αλλά και 370 από... Κιργιζία. Το πρώτο 6μηνο του 2012 στις εισαγωγές προστέθηκε και η Μαδαγασκάρη με 226 τόνους. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στις ταπεινές φακές τις οποίες εισάγουμε κατά χιλιάδες τόνους από Καναδά, ΗΠΑ, Τουρκία, Ολλανδία, αλλά και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.


«Στα ξηρικά χωράφια, που αντιπροσωπεύουν το 70% των καλλιεργούμενων εκτάσεων στην Ελλάδα, γίνονταν ιστορικά εναλλαγή ψυχανθών (όπως οσπρίων κλπ.) με σιτηρά. Οταν ήρθαν οι επιδοτήσεις της ΕΕ που ενίσχυαν μόνο τα σιτηρά, τα όσπρια εγκαταλείφθηκαν, με όλες τις δυσάρεστες επιπτώσεις της μονοκαλλιέργειας», εξηγεί ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Αθανάσιος Τσαυτάρης. «Η χώρα εγκατέλειψε παραδοσιακές καλλιέργειες, όπως τα όσπρια, επειδή ο σχεδιασμός της ΕΕ ενίσχυε προϊόντα όπως το βαμβάκι και ο καπνός», προσθέτει ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ Τζανέτος Καραμίχας.

Αξιομνημόνευτες είναι επίσης οι εισαγωγές της Ελλάδας σε λεμόνια και μάλιστα από την Αργεντινή. Το 2011 εισάγαμε 29.485 τόνους λεμόνια, εκ των οποίων τα 14.622 ήρθαν από την Αργεντινή και τα υπόλοιπα από Τουρκία (7.760), Ιταλία (3.322) αλλά και Νότιο Αφρική (1.205). «Το λεμονοδάσος της Ελλάδας ήταν η βόρεια Πελοπόννησος, που επλήγη από την άναρχη οικοπεδοποίηση, την υποβάθμιση του αρδευτικού νερού λόγω υπεράντλησης, ενώ δεν υπήρξε σχέδιο για στροφή σε νέες ποικιλίες και αντιπαγετικές προστασίες», εξηγεί ο κ. Καραμίχας. Το 2007 παράγαμε 92.000 τόνους λεμόνια, ενώ το 2011 φτάσαμε στους 42.000.


Πατάτες Αιγύπτου και Κύπρου εισάγουμε επίσης κατά χιλιάδες. Το 2011 ήρθαν στην Ελλάδα 174.390 τόνοι πατάτας, με τους 52.243 να προέρχονται από την Αίγυπτο και τους 50.868 από την Κύπρο. Το 2007 η Ελλάδα παρήγαγε 930.000 τόνους πατάτας. Το 2011 η παραγωγή μειώθηκε στους 705.000 τόνους.

Αγορά κρέατος

Εξαιρετικά ελλειμματικό είναι το ισοζύγιο στο κρέας. Στο βοδινό οι εισαγωγές έφτασαν το 2011 τους 118.172 τόνους, στο χοιρινό τους 190.228 και στα κοτόπουλα τους 56.425, κυρίως από χώρες όπως Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία κλπ.


«Στο βοδινό είχαμε πάντα μικρή παραγωγή. Οι κτηνοτρόφοι εγκαταλείπουν την αγελαδοτροφία λόγω υψηλού κόστους. Ξοδεύουμε 2 δισ. ευρώ τον χρόνο για ζωοτροφές», σημειώνει ο κ. Γιάννης Τσιφόρος, γενικός διευθυντής της ΠΑΣΕΓΕΣ. Συστηματικά επίσης εισάγουμε ξηρούς καρπούς, όπως αμύγδαλα, φιστίκια, στραγάλια κλπ., από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Τουρκία, η Ισπανία, αν και η κατανάλωση ξηρών καρπών σημείωσε αύξηση την περίοδο 1994-2008 με μέσο ρυθμό 4%.

Οπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς, πρόσθετα προβλήματα είναι τα κρούσματα... ελληνοποιήσεων που παρατηρούνται σε διάφορα εισαγόμενα αγροκτηνοτροφικά και οι υπερτιμολογήσεις που συχνά υπόκεινται τα ελληνικά προϊόντα από το χωράφι στο ράφι. «Δεν είχαμε ποτέ εθνική αγροτική πολιτική, γεγονός που συνέβαλε στην απαξίωση του αγροτικού και κτηνοτροφικού επαγγέλματος», σχολιάζει ο κ. Καραμίχας, προσθέτοντας πως τα τελευταία χρόνια έχει αντιστραφεί το κλίμα και ο κόσμος επιστρέφει στη γη. Για το 2012, ωστόσο, ο κ. Τσιφόρος αναμένει πτώση στην αγροτική παραγωγή «εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας και της υποχρηματοδότησης του αγροτικού τομέα».


Κρέας

54.045 τόνους βοδινού εισήγαγε η Ελλάδα το πρώτο 6μηνο του 2012 κι άλλους 118.172 τόνους το 2011. Στο χοιρινό οι εισαγωγές έφτασαν τους 83.523 τόνους το πρώτο 6μηνο του 2012 και τους 190.228 τόνους το 2011. Επίσης εισάγαμε 32.589 τόνους πουλερικών το πρώτο 6μηνό του 2012 και 56.425 το 2011. Tην ίδια χρονιά παράγαμε 180.000 τόνους πουλερικών, 105.000 τόνους χοιρινό και 51.000 τόνους βοδινό.

Λεμόνια

10.982 τόνους (7εκ. ευρώ) εισάγαμε το πρώτο 6μηνο του 2012, ενώ ολόκληρο το 2011 είχαμε εισάγει 29.485 τόνους (18,9 εκ. ευρώ). Τα περισσότερα έρχονται από την Αργεντινή: 14.622 τόνοι το 2011 και 3.000 τόνοι το α' εξάμηνο του 2012. Ακολουθούν τα λεμόνια Τουρκίας και Ιταλίας. Στην Ελλάδα η παραγωγή το 2011 έφτασε τους 42.000 τόνους.


Ακτινίδια

3.581 τόνους ακτινίδια εισάγαμε το 2011. Την ίδια χρονιά η χώρα μας παρήγαγε 140.000 τόνους. Το πρώτο 6μηνο του 2012 οι εισαγωγές έφτασαν τους 439 τόνους. Χώρες εισαγωγής είναι η Χιλή, η Ιταλία, το Βέλγιο, οι Κάτω Χώρες κ.ά.

Ντομάτες

2.419 τόνους ντομάτας (2,8 εκ. ευρώ) εισάγαμε το πρώτο εξάμηνο του 2012, ενώ ολόκληρο το 2011 είχαμε εισάγει 15.557 τόνους (11,7 εκ. ευρώ). Χώρες προέλευσης είναι η Ιταλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, οι Κάτω Χώρες, αλλά και η Τουρκία, η Αλβανία και η ΠΓΔΜ. Η Ελλάδα παρήγαγε 810.000 τόνους το 2011.

Οσπρια


Την περίοδο Ιανουάριος 2011 - Αύγουστος 2012 εισάγαμε 7.000 τόνους ρεβίθια, 19.041 τόνους φασόλια και 16.969 τόνους φακές. Η εγχώρια παραγωγή ανήλθε το 2011 σε 14.070 τόνους φασόλια (12.150 τόνοι ήταν οι εισαγωγές για το 2011), 4.350 τόνους ρεβίθια (5.080 εισαγωγές) και 5.570 τόνους φακές (11.665 εισαγωγές). Η αξία των εισαγωγών ανήλθε το 2011 σε 26,2 εκ. ευρώ για φασόλια, φακές και ρεβίθια.



Ξηροί καρποί

Το πρώτο εξάμηνο του 2012 η Ελλάδα εισήγαγε 6.385 τόνους (29,5 εκ. ευρώ) νωπών ή ξηρών καρπών με κέλυφος (όπως αμύγδαλα, φουντούκια, φιστίκια, κάστανα κ.ά.). Ολόκληρο το 2011 εισάγαμε 13.640 τόνους (62,7 εκ. ευρώ). Οι βασικές χώρες εισαγωγής είναι ΗΠΑ, Ισπανία, Τουρκία, Γαλλία, Μολδαβία. Επίσης εισάγουμε αράπικα φιστίκια (1.361 τόνοι το 2011 και 842 το πρώτο 6μηνο του 2012) από χώρες όπως Πορτογαλία, Ισπανία, Βουλγαρία, Κάτω Χώρες, Γερμανία και Αγγλία.


Πατάτες

82.500 τόνους πατάτας (27,8 εκ. ευρώ) εισάγαμε το πρώτο εξάμηνο του 2012, ενώ ολόκληρο το 2011 είχαμε εισάγει 174.390 τόνους (76,8 εκ. ευρώ). Οι περισσότερες πατάτες έρχονται από την Αίγυπτο: 52.243 τόνοι το 2011 και 36.340 τόνοι το πρώτο 6μηνο του 2012. Ακολουθούν η Κύπρος, οι Κάτω Χώρες, η Γαλλία και η Γερμανία. Στην Ελλάδα η παραγωγή έφτασε το 2011 τους 705.000 τόνους.

ethnos.gr

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΧΟΛΙΑΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ
Αν θέλετε να δημοσιεύσετε ένα βίντεο youtube ή μια εικόνα στο σχόλιό σας, χρησιμοποιήστε (με αντιγραφή/επικόληση, copy/paste) το κωδικό: [img] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΙΚΟΝΑΣ ΕΔΩ [/img] για την ανάρτηση εικόνων και [youtube] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ YouTube-VIDEO ΕΔΩ [/youtube] για τα βίντεο YouTube
ΣΗΜ. Οι διαχειριστές του ΕΒ δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη για τα σχόλια τρίτων σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 13 του ΠΔ 131/2003.