powered by Surfing Waves

Κυριακή 30 Απριλίου 2017

Καθημερινά δρομολόγια από Μαντούδι για Σποράδες για την θερινή περίοδο 2017



Η ΑΝΕΣ ανακοίνωσε τα δρομολόγια του "Πρωτέα" από Μαντούδι για Βόρειες Σποράδες για την περίοδο 26-4-2017 μέχρι 31-10-2017. Για την περίοδο 16 Ιουνίου μέχρι 10 Σεπτεμβρίου θα υπάρχουν καθημερινά δρομολόγια από Μαντούδι.





Συνδυασμένη μεταφορά (Bus & Ferry) από Αθήνα για Β.Σποράδες, μέσω Μαντουδίου

Τιμή: 63€ μετ΄επιστροφής (οι τιμές περιλαμβάνουν τη μεταφορά με λεωφορείο και τα ακτοπλοϊκά εισιτήρια μετ΄επιστροφής)

Αφετηρία Λεωφορείου από Αθήνα: ΘΕΟΔ. ΔΗΛΗΓΙΑΝΝΗ 21, (στάση Μετρό ΜΕΤΑΞΟΥΡΓΕΙΟ, απέναντι από την Τροχαία Αθηνών) Τηλ. 2105237613

Αφετηρία Λεωφορείου από Μαντούδι: ΣΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΜΑΝΤΟΥΔΙΟΥ




ΕΚΠΤΩΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ







ΘΕΣΗ ΠΛΟΙΟΥ ΤΩΡΑ



Σάββατο 29 Απριλίου 2017

Ψάρεψαν καρχαρία 7 μέτρων και 300 κιλών ψαράδες από την γειτονική Σκόπελο

Έναν μεγάλο καρχαρία που ζει στα νερά της Μεσογείου, έπιασαν στην ψαριά τους δύο αδέλφια από τη Γλώσσα της Σκοπέλου, ενώ ασκούσαν την καθημερινή αλίευσή τους στα νερά του Αιγαίου. Ο καρχαρίας δεν αλιεύθηκε στα νερά της Σκοπέλου αλλά στο Βόρειο Αιγαίο.


Το κήτος, το μήκος του οποίου φθάνει περίπου τα 7 μέτρα, αλιεύθηκε από τα αδέλφια Μπρουσγιάννη. Ο μεγαλόσωμος καρχαρίας πιάστηκε στα δίχτυα της μηχανότρατας «Ε. Μπρουσγιάννης» και ανέβηκε στο αλιευτικό σκάφος με δυσκολία αφού το βάρος του ξεπερνούσε τα 300 κιλά.

Σύμφωνα με ανταπόκριση του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, οι δύο ψαράδες από τη Γλώσσα της Σκοπέλου, δεν είναι η πρώτη φορά που αλιεύουν τόσο μεγάλο ψάρι, αφού πριν από λίγο καιρό είχε πιαστεί στα δίχτυα τους και μία τούνα μήκους περίπου 2 μέτρων και βάρους 280 κιλών, η οποία είχε αλιευτεί σε θαλάσσια περιοχή του Νοτίου Αιγαίου.



Πηγή φωτογραφίας: skopelos-news.blogspot.gr


Στο πειθαρχικό συμβούλιο έστειλαν οι αποστάτες χθες τον Καλυβιώτη γιατί ξήλωσε τον σάπιο ξυλόδρομο Αγκάλης


Σύμφωνα με ανεπιβεβαίωτο δημοσίευμα σε τοπικό μπλογκ, από το Πειθαρχικό συμβούλιο στη Λάρισα πέρασε χθες ο Δήμαρχος Χρήστος Καλυβιώτης για δυο παραβάσεις. Το ένα αφορούσε το ξήλωμα του ξυλόδρομου της Αγκάλης( Η Κτηματική Υπηρεσία έχει βάλει πρόστιμο 49.000 ευρώ) και το άλλο για την άρνηση
να απαντήσει σε έγγραφα ερωτήματα δημοτικών συμβούλων. Η απόφαση αναμένεται να εκδοθεί σε 20 μέρες περίπου

Παρασκευή 28 Απριλίου 2017

Την δικαστική επιδίωξη είσπραξης, των ληξιπρόθεσµων και απαιτητών οφειλών της αποφάσισε η ∆.Ε.Υ.Α.



Το ∆.Σ. της ∆.Ε.Υ.Α.Μ.Λ.Α.Α. μειοψηφούντος του κ. Στεργίου Ιωάννη ανέθεσε στην κα ********, ∆ικηγόρο Χαλκίδας να διεκδικήσει, την εξωδικαστική και
δικαστική επιδίωξη είσπραξης, των ληξιπρόθεσµων και απαιτητών οφειλών της
∆.Ε.Υ.Α.Μ.Λ.Α.Α. καθώς επίσης και εξουσιοδοτείται ο πρόεδρος να υπογράψει σχετικό
Ιδιωτικό Συµφωνητικό µε την κα ******. Ο κ. Στεργίου Ιωάννης ο οποίος πρότεινε την αναβολή του συγκεκριµένου
θέµατος και να δοθεί ο χρηµατικός κατάλογος των οφειλετών ώστε να υπάρχει σαφή εικόνα και
κατηγοριοποίηση των οφειλετών

Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Τέλος η δυσοσμία: 15 υπέρ και 9 ψήφοι κατά του προϋπολογισμού



Με15-9 ψήφους ψηφίστηκε ο προϋπολογισμός του Δήμου Μαντουδίου -Λίμνης-Αγ. Άννας 2017. Από την συνεδρίαση απουσίαζε ο Δήμαρχος.

Δημοτικοί υπάλληλοι: Μαζική συμμετοχή στην αποχή από την αξιολόγηση



«Η αξιολόγηση του προσωπικού δεν πρέπει να συνδέεται σε καμιά περίπτωση με μισθολόγιο και απολύσεις ούτε να είναι τιμωρητικού χαρακτήρα, αλλά να έχει ως στόχο την βελτίωση και την καλύτερη οργάνωση των Δημοτικών και Δημοσίων Υπηρεσιών».

Την παραπάνω θέση υιοθετούν η Εκτελεστική Επιτροπή της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α., όπως και η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και προκήρυξαν στις αρχές Μαρτίου 2017 Απεργία-Αποχή όλων των εργαζομένων από κάθε διαδικασία «αξιολόγησης» σε όλα τα επίπεδα.

Στο πλαίσιο της υλοποίησης των αποφάσεων τόσο της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. όσο και της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. για Απεργία-Αποχή από την εφαρμογή του Ν.4369/2016 καλούν συλλόγους – μέλη με ευθύνη των Διοικητικών Συμβουλίων να συγκεντρώνουν τα έντυπα αξιολόγησης που θα μοιραστούν στους εργαζόμενους και να τα επιστρέψουν στα αρμόδια Γραφεία Προσωπικού.

Σε νέα ανακοίνωση η Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α αναφέρει τα εξής:

Ξεκαθαρίσαμε πως «αξιολόγηση» προσωπικού χωρίς σύγχρονα οργανογράμματα αποδεσμευμένα από λογικές συρρίκνωσης υπηρεσιών-δομών και την στραγγαλιστική «απαγόρευση προσλήψεων» που οδηγεί σε αναθέσεις εργολαβιών και δημιουργεί συνθήκες πιεστικής υπερεργασίας κάτω από τις αυξανόμενες ανάγκες των δημοτών, χωρίς καθηκοντολόγιο και περιγράμματα θέσης, δεν μπορεί να υπάρξει.

Αναδείξαμε επίσης τις ιδιαιτερότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των υπηρεσιών της που στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν κοινωνικό πρόσωπο και κατεύθυνση που είναι μη εφικτό να προσμετρηθούν και να αξιολογηθούν ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες.

Ξεκαθαρίσαμε πως το προτεινόμενο σύστημα «αξιολόγησης» όσο και το σύστημα επιλογής Προϊσταμένων δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, τόσο λόγω της ιδιαιτερότητας του χώρου, όσο και λόγω του μεγάλου και ετερόκλητου αριθμού αρμοδιοτήτων, τις οποίες έχει στην ευθύνη της και οι οποίες είναι κοινωνικές.

Σήμερα, η Τοπική Αυτοδιοίκηση λειτουργεί σε συνθήκες «έκτακτης ανάγκης» λόγω της τεράστιας έλλειψης προσωπικού, της περικοπής πόρων, της έλλειψης σύγχρονου μηχανολογικού και υλικοτεχνικού εξοπλισμού, με επακόλουθο κάτω από την επιτακτική ανάγκη ανταπόκρισης στις έκτακτες πολλές φορές ανάγκες, κάθε εργαζόμενος πολλές φορές να ασκεί πολλαπλά καθήκοντα και πολλές φορές αλλότρια, π.χ. οικοδόμος κάνει τον φύλακα, ελαιοχρωματιστής τον ηλεκτρολόγο, παιδαγωγός τον τραπεζοκόμο, καθαρίστρια την μαγείρισσα, γεωπόνος τον οδηγό, εργάτης πρασίνου τον χειριστή μηχανημάτων κ.λπ.

Είναι μόνο λίγα χαρακτηριστικά παραδείγματα που δείχνουν με ξεκάθαρο τρόπο πως δεν είναι εφικτό να εφαρμοστεί η στοχοθεσία στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ειδικά στο εργατοτεχνικό προσωπικό. Είναι επίσης γνωστό πως η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ανήκουν σε εργατοτεχνικές ειδικότητες καθώς και σε ειδικότητες κοινωνικής ανταπόδοσης που καθιστούν ανέφικτη την μέτρηση της αποδοτικότητας ενός εργαζομένου.

Ενδεικτικά αναφέρουμε πως μια σειρά αρμοδιοτήτων που σήμερα ασκεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση (Κοινωνικό Παντοπωλείο, Κοινωνικό Φροντιστήριο, Πρόγραμμα «Βοήθεια στο Σπίτι», Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών κ.λπ.) δεν περιγράφονται καν στα οργανογράμματα των Δήμων. Το υπόλοιπο δε προσωπικό (π.χ. Διοικητικό) λειτουργεί πολλές φορές με παράλληλα καθήκοντα σε δυο (2) και τρεις (3) οργανικές μονάδες για την κάλυψη των αναγκών. Επισημαίνουμε πως σε περίπτωση «στοχοθεσίας» θα πρέπει άμεσα να γίνεται ευθεία αναφορά στην ειδικότητα του κάθε εργαζόμενου και στα καθήκοντα που από αυτήν απορρέουν!!!

Με την υπ’ αριθμ. πρωτ.: 11635/10-4-2017 εγκύκλιο που εξέδωσε ο Υπουργός Εσωτερικών κ. Παν. Σκουρλέτης παρότι «αναγνωρίζονται» οι ιδιαιτερότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης καμία αλλαγή δεν επιφέρει, αφού όπως αναφέρεται «… σε κάθε περίπτωση το σύστημα αξιολόγησης θα εφαρμοστεί όπως ορίζεται στις επί μέρους διατάξεις του Ν.4369/2016 και στο προσωπικό των Ο.Τ.Α. Α΄ Βαθμού με ανάλογη εφαρμογή των εγκυκλίων οδηγιών του Υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης».

Είναι ξεκάθαρο ότι η εγκύκλιος του Υπουργού Εσωτερικών κ. Παν. Σκουρλέτη κινείται στο πλαίσιο του επικοινωνιακού εντυπωσιασμού επιχειρώντας να δημιουργήσει αυταπάτες στους εργαζόμενους και ευελπιστώντας να διασπαστεί το ενιαίο μέτωπο κατά της «αξιολόγησης» που έχουν δημιουργήσει οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο.

Επισημαίνουμε τις ξεκάθαρες θέσεις που θέσαμε εξ αρχής και που είναι σαφείς σε κάθε έναν που δεν διακατέχεται από το «άγχος» ανταπόκρισης των μνημονιακών στόχων και γνωρίζει την καθημερινή λειτουργία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, τις οποίες και συνοπτικά επαναδιατυπώνουμε:

Στοχοθεσία ιδιαίτερα στο εργατοτεχνικό προσωπικό και στο προσωπικό κοινωνικής ανταπόδοσης δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει.
Υπάρχει ανάγκη για Οργανογράμματα σύγχρονα (Ο.Ε.Υ.) που θα αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές ανάγκες Υπηρεσιών και Κοινωνίας και όχι μνημονιακές εντολές.
Πλήρη αποδέσμευση της αξιολόγησης με τον μισθό, ιδιαίτερα όταν τα κριτήρια τα οποία καλείται να ανταποκριθεί ο εργαζόμενος έχουν απόλυτα υποκειμενική υπόσταση όπως «αφοσίωση», «επίδειξη ενδιαφέροντος», «πρωτοβουλία», «καινοτομία», κ.λπ. Η νομοθετημένη πια προωθημένη μισθολογικά εξέλιξη των «αρίστων» το μόνο που θα δημιουργήσει είναι μια ενισχυμένη κάστα «αυλικών» και «πιστών» της κάθε Διοίκησης του Δήμου με διχαστικά τελικά χαρακτηριστικά.
Η προαγωγή του εργαζόμενου επίσης δεν θα γίνεται με αντικειμενικά χαρακτηριστικά αλλά με κριτήριο του πόσο «αφοσιωμένος» ήταν ο εργαζόμενος. Η «αφοσίωση» αυτή θα τους κατατάσσει σε «επαρκείς», «μετρίους», «ανεπαρκείς» και «ακατάλληλους» δημιουργώντας έτσι με υποκειμενικό τρόπο μια δεξαμενή εργαζομένων που δύναται και επίσημα να συνδεθεί είτε με την «κινητικότητα», είτε με την εμμονή των μνημονίων για λιγότερο Δημόσιο.
Δεν αποδεχόμαστε την δυνατότητα μέσω της Διεύθυνσης παρακολούθησης και Στατιστικής Ανάλυσης των βαθμολογιών αξιολόγησης και του «Συντελεστή διόρθωσης» που θεσμοθετεί ο Ν.4369/2016 να «ποσοτικοποιεί» και να τροποποιεί τον τρόπο αξιολόγησης.
Απορρίπτουμε συλλήβδην τον «θεσμό» της συνέντευξης είτε στο πλαίσιο της «αξιολόγησης» προσωπικού, είτε στο πλαίσιο της κρίσης Προϊσταμένων που είναι εργαλείο νεοφιλελεύθερης έμπνευσης και εφαρμογής και μόνο στόχο έχει τον έλεγχο της Διοικητικής δομής και ιεραρχίας του κρατικού μηχανισμού όχι με τους ικανούς και έχοντες προσόντα αλλά από τους αρεστούς συνεντευξιαζόμενους!!!
Δεν συμβιβαζόμαστε με την συνεχιζόμενη προσπάθεια υπονόμευσης της εκπροσώπησης των εργαζομένων αφού σε κανένα όργανο επιλογής για θέσεις ευθύνης Ε.Ι.Σ.Ε.Π. και Σ.Ε.Π. δεν προβλέπεται συμμετοχή εκπροσώπων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των εργαζομένων.
Η κλιμάκωση της μοριοδότησης σκανδαλωδώς «μειώνει» τους έχοντες τυπικών προσόντων. Για παράδειγμα μοριοδοτείται η πιστοποιημένη από το Ε.Κ.Δ.Δ.Α. επιμόρφωση ανά σεμινάριο με δέκα (10) μόρια, τη στιγμή που η άριστη γνώση ξένης γλώσσας μοριοδοτείται με σαράντα (40) μόρια, η πολύ καλή με τριάντα (30) μόρια και η καλή με δέκα (10) μόρια. Δηλαδή, με την παρακολούθηση τεσσάρων (4) τριήμερων σεμιναρίων ισοσκελίζει κάποιος την άριστη γνώση της ξένης γλώσσας, με τρία (3) σεμινάρια ισοσκελίζει την πολύ καλή γνώση ξένης γλώσσας και με ένα (1) σεμινάριο ισοσκελίζει την καλή γνώση ξένης γλώσσας. Είναι τουλάχιστον απαράδεκτη και μη αποδεκτή η πρόθεση του Νομοθέτη για υποβάθμιση των ουσιαστικών-τυπικών προσόντων ενός εργαζόμενου.
Στο ισχύον Βαθμολόγιο προτείνεται να έχουν το δικαίωμα να συμμετάσχουν οι εργαζόμενοι με τον προβλεπόμενο βαθμό ή εάν έχουν ασκήσει καθήκοντα Προϊσταμένου σε αντίστοιχη θέση ευθύνης ακόμη και με απλή ανάθεση. Θα έπρεπε να προβλέπεται η άσκηση καθηκόντων σε θέσεις ευθύνης μόνο μετά από ουσιαστική κρίση του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου και όχι με την διαδικασία της ανάθεσης που κατά συνήθη πρακτική επιδιώκουν οι αιρετοί της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Δεν προσδιορίζεται ο όρος «πλημμελής άσκηση των καθηκόντων» ως σοβαρός λόγος πρόωρης λήξης της θητείας Προϊσταμένου.
Είναι τουλάχιστον απαράδεκτο να υφίσταται αυξημένη μοριοδότηση για την προϋπηρεσία που θα αναγνωριστεί από τον Ιδιωτικό Τομέα έναντι της προϋπηρεσίας στον ίδιο φορέα ή σε άλλο φορέα του Δημοσίου.
Αφήνοντας όμως τις ιδιαιτερότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που αντικειμενικά υπάρχουν σε όλους τους κλάδους εργαζομένων, όλες οι παραπάνω είναι μερικές περιπτώσεις από τις διατάξεις του Νόμου που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η «αξιολόγηση» του Ν.4369/2016 δεν θα χρησιμοποιηθεί για την βελτίωση της ποιότητας και της απόδοσης των υπηρεσιών και των εργαζόμενων στο Δημόσιο και που θα εξυπηρετεί τις αυξημένες ανάγκες της κοινωνίας, των πολιτών και των εργαζομένων σε αυτό.

Όπως και στην περίπτωση της «αξιολόγησης» Μητσοτάκη και σε συνδυασμό με το ξεπούλημα της Δημόσιας περιουσίας, τις τραγικές ελλείψεις προσωπικού, την υποχρηματοδότηση, τα νέα οργανογράμματα και την κινητικότητα, στόχος και της σημερινής «αξιολόγησης» είναι η υλοποίηση μνημονιακών υποσχέσεων και δεσμεύσεων για τη δημιουργία μικρού επιτελικού κράτους που θα δίνει αναθέσεις σε ιδιώτες. Επιτελικό το κράτος, επιτελική και η Τοπική Αυτοδιοίκηση, με την πλειοψηφία των εργαζομένων να είναι με ελαστικές σχέσεις εργασίας χωρίς δικαιώματα και κακοπληρωμένοι και με πλήθος εργολαβιών που θα κληθεί όμως να επωμιστεί η ήδη οικονομικά επιβαρυμένη πλάτη των δημοτών.

Διεκδικούμε την απεξάρτηση της Διοικητικής δομής και ιεραρχίας από τους εκάστοτε κατόχους της πολιτικής εξουσίας προς το συμφέρον των Δημοτών και την αναβάθμιση των Υπηρεσιών.
Διεκδικούμε την θέσπιση ενός απλού, αντικειμενικού, μη γραφειοκρατικού συστήματος αξιολόγησης που θα αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητές του κάθε κλάδου εργαζομένων και δεν θα είναι καθ’ υπόδειξη και εντολή των δανειστών.
Στο πλαίσιο της υλοποίησης των αποφάσεων τόσο της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. όσο και της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. για Απεργία-Αποχή από την εφαρμογή του Ν.4369/2016 καλούνται οι Σύλλογοι-Μέλη της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. με ευθύνη των Διοικητικών Συμβουλίων να συγκεντρώνουν τα έντυπα αξιολόγησης που θα μοιραστούν στους εργαζόμενους και να τα επιστρέψουν στα αρμόδια Γραφεία Προσωπικού.

Συμμετέχουμε, συντονίζουμε, οργανώνουμε και ενημερώνουμε όλους τους εργαζόμενους για την μαζική συμμετοχή όλων των εργαζομένων στην Απεργία-Αποχή που έχουν εξαγγείλει οι Εκτελεστικές Επιτροπές της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. και της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. από κάθε διαδικασία που αφορά την αξιολόγηση.

Καλούμε τους Συλλόγους-Μέλη της Π.Ο.Ε.-Ο.Τ.Α. να εντείνουν τις προσπάθειες τους και να παρέμβουν άμεσα ενημερώνοντας το σύνολο των εργαζομένων και αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες για την μαζική συμμετοχή όλων των εργαζομένων.


Για την επιτυχία της Απεργίας-Αποχής πραγματοποιούμε Συγκεντρώσεις, Γενικές Συνελεύσεις και κάθε μορφή αγώνα για την ενημέρωση όλων των συναδέλφων και έχουμε ως πρότυπο τον τρόπο που αντιμετωπίσαμε και καταργήσαμε στην πράξη την αξιολόγηση του Κυρ. Μητσοτάκη (Ν.4250/2014). Στο δικό μας χέρι είναι και αυτή την φορά να μην επιτρέψουμε να προχωρήσει η διαδικασία της «αξιολόγησης».

Τετάρτη 26 Απριλίου 2017

Πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης των νέων αγροτών το 2017



Πρόσθετα μέτρα ενίσχυσης των νέων για την είσοδό τους στη γεωργική παραγωγή μετά το μεγάλο ενδιαφέρον που υπάρχει, προαναγγέλλει για το 2017 ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιάννης Τσιρώνης μιλώντας στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Αναφερόμενος στην οικονομική ενίσχυση για την είσοδο νέων στη γεωργική παραγωγή ο κ. Τσιρώνης τονίζει το ενδιαφέρον που δείχνουν οι νέοι για να ασχοληθούν με τον αγροτικό τομέα. «Είχαμε προϋπολογίσει χρήματα για περίπου 12 χιλιάδες ανθρώπους κι έχουμε περίπου 15 χιλιάδες αιτήσεις. Το συνολικό ποσό είναι γύρω στα 241 εκατ. ευρώ, έχουμε όμως τη δυνατότητα σε περιοχές όπου υπάρχει ζήτηση να μπορούμε να κάνουμε μια υπέρβαση της τάξης του 20% -για τη συγκεκριμένη περιοχή όπου υπάρχουν πολλές αιτήσεις», εξηγεί ο κ. Τσιρώνης.

Παράλληλα, χαρακτηρίζει τεράστιο το ενδιαφέρον που έχουν δείξει οι νέοι για την ένταξή τους και στη βιολογική παραγωγή (γεωργία, κτηνοτροφία): «Το ποσό που είχαμε υπολογίσει ήταν για περίπου 20 χιλιάδες ανθρώπους και αυτή τη στιγμή έχουμε 65 χιλιάδες αιτήσεις. Επαναπροσδιορίζουμε το πρόγραμμα για να μπορούμε να κάνουμε καλύτερη αξιολόγηση», είπε.

«Θα προκηρυχθούν και νέα μέτρα μέσα στο 2017, οπότε θα πούμε και περισσότερες λεπτομέρειες για το πώς θα στηριχθούν οι νέοι αγρότες» επισημαίνει ο κ Τσιρώνης και προσθέτει: «Δίνονται πολύ σημαντικά ποσά. Η γεωργία και η κτηνοτροφία είναι το μέλλον της Ελλάδας. Υπάρχουν περιοχές που όλο το στρατηγικό τους πλεονέκτημα είναι η πρωτογενής παραγωγή. Και οι βασικοί μας πυλώνες πρέπει να είναι η πρωτογενής παραγωγή, ο τουρισμός και η ενέργεια με τις ανανεώσιμες πηγές. Έχουμε πολύ μεγάλο πλούτο που πρέπει να αξιοποιηθεί».

Ο κ. Τσιρώνης αναφέρθηκε και στη συνεργασία που έχει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης με τη Ράνια Αντωνοπούλου, αναπληρώτρια υπουργό Εργασίας, προκειμένου «να βάλουμε στον τομέα της αλληλέγγυας οικονομίας και την πρωτογενή παραγωγή».

«Η αγροτική παραγωγή προϋποθέτει μια γνώση, μια επιχειρηματικότητα. Δεν είναι εύκολο κάποιος ξαφνικά να γίνει κτηνοτρόφος ή παραγωγός» τονίζει, ενώ κάνει ιδιαίτερη αναφορά στις σχολάζουσες γαίες. «Η Ελλάδα έχει πολλές σχολάζουσες γαίες, και ιδιωτικές και δημόσιες και δημοτικές. Υπάρχει θετική ανταπόκριση και από την Εκκλησία, από τον Αρχιεπίσκοπο, να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε όλες αυτές τις σχολάζουσες γαίες και να βελτιώσουμε πολύ το κομμάτι των εργαζομένων σε αυτόν τον τομέα».

Καθορισμός και διαδικασία διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων στην κατάρτιση και κύρωση των δασικών χαρτών


Με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Σωκράτη Φάμελλου καθορίστηκε ο προσδιορισμός, ο τρόπος και η διαδικασία διόρθωσης πρόδηλων σφαλμάτων στην κατάρτιση και κύρωση των δασικών χαρτών, Σύμφωνα με την απόφαση δίνεται αφενός η δυνατότητα στους πολίτες να αιτηθούν ατελώς στις δασικές υπηρεσίες τη διόρθωση των πρόδηλων σφαλμάτων, χωρίς να είναι πάντοτε απαραίτητη η υποβολή αντίρρησης, και αφετέρου η δυνατότητα στις ίδιες τις δασικές υπηρεσίες να διορθώσουν οίκοθεν τα σφάλματα αυτά.

Επίσης, όπως ανακοίνωσε το ΥΠΕΝ, με εγκύκλιο που θα εκδώσει τις επόμενες ημέρες, θα καθοριστεί η διαδικασία εξέτασης από τις επιτροπές εξέτασης των αντιρρήσεων επί του δασικού χάρτη των παραπάνω αιτήσεων, εφόσον για την ίδια περίπτωση έχει υποβληθεί και αντίρρηση.

Συνοπτικά, ως πρόδηλο σφάλμα στη διαδικασία κατάρτισης του δασικού χάρτη, καθορίζεται οποιαδήποτε προφανής τεχνικού χαρακτήρα απόκλιση ή εσφαλμένη τεχνική απόδοση των οριογραμμών, που παρατηρείται πάνω στα φωτογραμμετρικά υπόβαθρα και προκύπτει, ή από μετρήσεις εδάφους ή από φωτοερμηνευτική απόδοση του θεματικού περιεχομένου του χάρτη, που έρχεται σε αντίθεση με την εικόνα που παρουσιάζεται σ’ αυτά.

Εκ παραδρομής παράλειψη της αποτύπωσης σαφώς δασικής έκτασης εντός ευρύτερης άλλης μορφής (αγροτικής κ.λπ.) και το αντίστροφο, απεικόνιση εμφανώς λανθασμένης αγροτικής έκτασης ως δασικής και το αντίστροφο, παράλειψη εγγραφών στοιχείων των πολυγώνων του χάρτη στη βάση δεδομένων.

Επίσης, πρόδηλο σφάλμα αποτελεί η λάθος αποτύπωση θεματικής επιφάνειας που οφείλεται σε διαμορφωμένα στοιχεία εικόνας (φωτογραφίας) λόγω διαβαθμισμένων περιοχών, η απόδοση ως χορτολιβαδικής έκτασης που αφορά σε πεδινή και ομαλής κλίσης περιοχή, η οποία εξαιρείται της υπαγωγής στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, σύμφωνα με το Π.Δ. 32/2016 (ΦΕΚ 46 Α’).

Επιπλέον, η απόδοση ως χορτολιβαδικής έκτασης που αφορά σε αναγνωρισμένη, κατά τις κείμενες διατάξεις, έναντι του Δημοσίου ως ιδιωτικής, η οποία εξαιρείται της υπαγωγής στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, η απόδοση ως δασικής, έκτασης που αφορά τεχνητή δασική φυτεία, η οποία εξαιρείται της υπαγωγής στις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, και ειδικά σφάλματα που οφείλονται σε παράλειψη απεικόνισης πράξεων της διοίκησης πριν από την κύρωση του δασικού χάρτη.


Αναλυτικά η Υπουργική Απόφαση.

Τρίτη 25 Απριλίου 2017

Συγκρότηση δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας στα πλαίσια μιας προσέγγισης Territory Branding



Συγκρότηση δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας στα πλαίσια μιας προσέγγισης Territory Branding για την προώθηση και ενίσχυση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου

#ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΔΗΜΗΤΡΑ ΜΕΝΤΕΚΙΔΟΥ
Αρχιτέκτων Μηχανικός, MSc Αρχιτεκτονική - Σχεδιασμός του χώρου Ε.Μ.Π.*

Τα περισσότερα παραδείγματα στρατηγικών branding του τόπου που εντοπίζονται στη βιβλιογραφία εστιάζουν στην οντότητα της πόλης, ενώ αντίθετα, το αντικείμενο της εισήγησης αυτής, αφορά στη δυνατότητα ανάπτυξης ανταγωνιστικής ταυτότητας, για τόπους με ιδιαίτερη χωρική ταυτότητα και γεωγραφικές ιδιομορφίες. Ειδικότερα, εξετάζεται ο θαλάσσιος χώρος του Αιγαίου, με σκοπό την αναγνώριση, την ενίσχυση και την προβολή του, στα πλαίσια μιας στρατηγικής territory branding, δηλαδή στην προσπάθεια ανάπτυξης της ανταγωνιστικής ταυτότητάς του.
Το διφυές τοπίο του Αιγαίου, θαλάσσιο και χερσαίο ταυτόχρονα, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό, την ιδιαίτερη αξία του και τη μοναδικότητά του, λόγω των πυκνών δικτυακών συσχετίσεων που μπορούν να αναπτυχθούν στον νησιωτικό χώρο. Η προσπάθεια ανάδειξης και ενίσχυσης της φυσιογνωμίας του θαλάσσιου τοπίου, επικεντρώνεται στους νησιωτικούς προορισμούς του Βορειοανατολικού Αιγαίου αλλά ταυτόχρονα, στις επιμέρους θαλάσσιες διαδρομές που τους συνδέουν, αναδεικνύοντας τη σημασία μίας συνολικής προσέγγισης τοπιακού, πολεοδομικού, λιμενικού και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, η οποία υποστηρίζει τις πολιτισμικές και πολιτιστικές εκφορές του τόπου.

Αυτή η αντίληψη του θαλάσσιου τοπίου μέσω μιας συνθήκης δικτύου, περιγράφεται με τον όρο Seascape Network Branding, όπου ο θαλάσσιος πολιτισμός του Αιγαίου, συνιστά το στοιχείο προώθησης και αντικείμενο της προτεινόμενης στρατηγικής του branding.

Η στρατηγική εστιάζει στη μοναδικότητα του Αιγαίου από άποψη φυσική - γεωγραφική, στην ιδιαίτερη περιβαλλοντική, πολιτιστική και πολιτισμική ποιότητά του, στο γεγονός ότι παρέχει εξαιρετικούς προορισμούς και ιδανικές συνθήκες περιήγησης λόγω της κλιματικής ηπιότητας και της εγγύτητας των προορισμών του. Επισημαίνεται, η ιστορική του σημασία, για την ανάδυση του ναυτικού πολιτισμού και την εξέλιξη της ναυσιπλοΐας, καθώς και το πλέγμα των πολιτιστικών χώρων και του πολιτισμικού αποθέματος που διαθέτει.

Ειδικότερα, οι τόποι που εξετάζονται είναι τα νησιά Λήμνος - Άγιος Ευστράτιος - Λέσβος και η διασύνδεσή τους μέσω θαλάσσιων διαδρομών στο Βορειοανατολικό Αιγαίο. Στα πλαίσια της εισήγησης, μελετώνται τα φυσικά χαρακτηριστικά, οι ιστορικές πολιτισμικές εγγραφές και η ιδιαίτερη σημασία του Αιγαίου, επισημαίνονται τα στοιχεία που διαμορφώνουν την ιδιαίτερη ταυτότητα των νησιωτικών προορισμών και προτείνονται δίκτυα τοπιακής ποιότητας τα οποία αναδεικνύουν τα στοιχεία αυτά. Τα δίκτυα, επικεντρώνονται στην Περιβαλλοντική Ποιότητα, στους χώρους Αρχαιολογικού και Θρησκευτικού Ενδιαφέροντος, στα Οχυρωματικά Έργα, στους Μουσειακούς χώρους, στα Παραδοσιακά Χωριά και Οικισμούς και στα Παραδοσιακά Προϊόντα.

1. Εισαγωγή
Στη σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογικής εξέλιξης, ο ανταγωνισμός μεταξύ τόπων, έχει λάβει σαφείς και έντονες διαστάσεις, αποτελώντας ένα από τα κύρια αίτια αλλαγών στο πεδίο της τοπικής διακυβέρνησης (Δέφνερ και Μεταξάς 2006), γεγονός που οδήγησε στην καθιέρωση συγκεκριμένων πρακτικών και εργαλείων (Δέφνερ και Καραχάλης 2012), ώστε οι τόποι να καταφέρουν να διαφοροποιηθούν μεταξύ τους. Ο συσχετισμός του branding με τον τόπο, επέρχεται ύστερα από την αυξανόμενη ανάγκη των τόπων, να δημιουργήσουν μία ανταγωνιστική και ελκυστική ταυτότητα και να προσελκύσουν επισκέπτες, επιχειρήσεις, επενδυτικό κεφάλαιο και νέους κατοίκους.

Η συζήτηση που αφορά την εμπορική προώθηση, το μάρκετινγκ και το branding ενός τόπου, παρόλο που είναι σχετικά πρόσφατη σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει συγκροτήσει ανεξάρτητο ακαδημαϊκό πεδίο και είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στα πλαίσια του τοπικού αναπτυξιακού προγραμματισμού. Στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία, ο όρος “place branding”, συναντάται για πρώτη φορά σε άρθρο του S. Anholt το 1998, στο οποίο, διαχωρίζεται ξεκάθαρα από το place marketing (Anholt, 2010). Η στρατηγική του place branding, έχει ως αντικείμενο την “απόδοση συγκεκριμένης χωρικής ταυτότητας σε έναν τόπο, ώστε να διαμορφωθεί μία κεντρική ιδέα για τα χαρακτηριστικά και τη χωρική ιδιαιτερότητά του”(Δέφνερ και Καραχάλης 2012), ενισχύοντας τις θετικές συσχετίσεις με τον τόπο, διατηρώντας ή δημιουργώντας εκ νέου, μία θετική φήμη (Καλαντίδης).

Η διαδικασία του branding του τόπου δεν περιορίζεται μόνο στη προώθησή του, όπως υπαγορεύει η προσέγγιση του μάρκετινγκ, αλλά περιλαμβάνει τη νοητική και φυσική μετατροπή του τόπου, με σκοπό την ανάδειξη της μοναδικότητάς του. Στη συνθήκη του place branding, δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη συγκρότηση, κατασκευή και ανάδειξη του τόπου και στο γενικότερο πλαίσιο δράσεων που στοχεύει στην προώθησή του (Hankinson, 2010).
Η έρευνα μάρκετινγκ, οι καταναλωτικές θεωρίες, η μελέτη του τόπου καθώς και άλλα πεδία, όπως η διαφήμιση, ο σχεδιασμός επικοινωνιακών εργαλείων, η κοινωνικο-οικονομική γεωγραφία, συνδυάζονται, για την προώθηση και τη δημιουργία εξειδικευμένης ανταγωνιστικής ταυτότητας των τόπων και συνιστούν τη στρατηγική του Place Branding.

Η διαμόρφωση της εικόνας και της ταυτότητας μίας περιοχής μέσα από τις στρατηγικές αυτές, γίνεται αντικείμενο παρέμβασης, σχεδιασμού και ειδικής προβολής, μέσω της κατασκευής ενός place-brand.
Τη βάση για μία επιτυχημένη προσέγγιση, συνιστά η συστηματική ανάλυση της ταυτότητας του τόπου, ένα πολύπλοκο και εκτενές σύνολο χαρακτηριστικών που σχετίζονται με τα αβιοτικά χαρακτηριστικά της περιοχής, όπως η γεωμορφολογία, το κλίμα κ.ά., την κατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος, το χαρακτήρα της ανθρώπινης παρέμβασης στη διάρκεια του χρόνου και τη χωρική του έκφραση.

Τα στοιχεία της ταυτότητας ενός τόπου και ειδικότερα, του φυσικού περιβαλλοντικού αποθέματος και οι συνιστώσες του πολιτισμικού υποβάθρου, συνθέτουν τους βασικούς παράγοντες έλξης των ταξιδιωτών σε έναν τόπο.
Η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, οι εκδηλώσεις και τα πολιτιστικά δρώμενα που μυούν τον επισκέπτη στον τρόπο ζωής, στα τοπικά ήθη, έθιμα και του επιτρέπουν να κατανοήσει τις συνθήκες διαβίωσης στον προορισμό και να αισθανθεί οικεία, αποτελούν ισχυρά θέλγητρα για την προσέλκυση δυνητικών επισκεπτών.
Για την ανάδειξη της ταυτότητας ενός τόπου, με σκοπό την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του, οι βασικότερες ενέργειες σχετίζονται με τη δημιουργία ή τον επαναπροσδιορισμό της υφιστάμενης εικόνας του, την οργάνωση δικτύων που περιλαμβάνουν χώρους πολιτιστικής έκφρασης και την αξιοποίηση της πολιτισμικής κληρονομιάς, την ανάπτυξη κατάλληλων υποδομών επισκεψιμότητας και την ουσιαστική ευαισθητοποίηση των κατοίκων.

Αλλά συνδέεται επίσης, η επιτυχημένη προσέγγιση και ανάπτυξη της ταυτότητας του τόπου, με τη συγκρότηση και παραγωγή του συλλογικού φαντασιακού, είτε αυτό αναφέρεται στους κατοίκους της περιοχής, είτε στις ομάδες - στόχους στις οποίους απευθύνεται η ταυτότητα, επενδυτές, δημιουργικό δυναμικό, περιηγητές. Η συνθήκη αυτή συσχέτισης της πραγματικότητας ενός τόπου με τις φαντασιακές, συμβολικές προβολές, δεν αποτελεί μία εφεύρεση του σύγχρονου μάρκετινγκ, αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό της συγκρότησης της ταυτότητας του τόπου, σε όλο το εύρος της ιστορίας που γνωρίζουμε, απ'όπου προκύπτει και η αρχική αναφορά στη συγκρότηση των σχετικών αφηγήσεων και των μυθευμάτων, οι οποίοι υποβαστάζουν την ταυτότητα του τόπου, είτε πρόκειται για πραγματικά γεγονότα είτε είναι εν πολλοίς πλασματικά.

Η νέα ανταγωνιστική ταυτότητα του τόπου, συγκροτεί το μέσο για την επίτευξη ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος και άρα αύξηση της εισροής επενδύσεων και του τουρισμού καθώς και ανάπτυξη της κοινότητας, ενισχύοντας την τοπική ταυτότητα, τη σχέση των κατοίκων με τον τόπο τους και ενεργοποιώντας τις κοινωνικές δυνάμεις, ώστε να αποφεύγετε ο κοινωνικός αποκλεισμός και οι κοινωνικές συγκρούσεις (Kavaratzis, 2008). Βασικοί στόχοι του branding του τόπου είναι, η αύξηση της περιηγητικής κίνησης στον τόπο αυτό, η προσέλκυση επενδυτικού κεφαλαίου και αξιόλογου ανθρώπινου δυναμικού και η παροχή ανέσεων για την ευημερία των υφιστάμενων και των νέων κατοίκων του.

Το αποτέλεσμα της διαδικασίας του branding του τόπου, συνιστά μία πολυδιάστατη κατασκευή, με νοητικές, συναισθηματικές και ψυχολογικές διαστάσεις, πέρα από τις υλικές και αισθητικές (Kavaratzis και Ashworth, 2010). Συγκροτείται μία λογική αλλά ταυτόχρονα και συναισθηματική σύμπλεξη με τον τόπο, την αισθητική και την καθημερινή ζωή του (Donald και Gammack, 2007).

Η στρατηγική του place branding, σκοπεύει στην ανάπτυξη ενός δικτύου σημασιών, που βασίζεται στην οπτική, προφορική και συμπεριφορική έκφραση ενός τόπου (Zenker και Braun, 2010).

Η ανάπτυξη της βιομηχανίας του πολιτισμού, της αναψυχής και της ψυχαγωγίας, και η αυξανόμενη σημασία τους για τον τοπικό πληθυσμό και τους επισκέπτες, ενισχύει την προσέγγιση στις στρατηγικές branding, ενδυναμώνοντας τη σχέση του τόπου και της ταυτότητάς του, με τον πολιτισμό και την παράδοση. Οι στρατηγικές place branding, μπορεί να επικεντρώνονται σε πολιτιστικά γεγονότα, όπως καλλιτεχνικά δρώμενα ή αθλητικές διοργανώσεις (Event Branding/Hallmarking), επιδιώκοντας την μεταφορά της αίσθησης εξαιρετικού γεγονότος στην τρέχουσα πολιτιστική ροή και τη θεμελίωση μίας νέας εικόνας του τόπου. Οι συνέργειες μεταξύ τουρισμού, πολιτισμού, αθλητικών διοργανώσεων και δραστηριοτήτων ελεύθερου χρόνου που δημιουργούνται, αλληλεπιδρούν και αλληλοεξαρτώνται στα πλαίσια μίας συνολικής προσέγγισης ανάδειξης του τόπου και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του.

Στα πλαίσια της παραγωγής του branding, ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο συνιστά η αντίληψη του υποβάθρου του τόπου, η οποία συνολικά μπορεί να περιγραφεί με τον όρο “τοπίο”, φυσικό ή και δομικό. Η έννοια του τοπίου μπορεί να διευρυνθεί και να αντιμετωπιστεί ως αντίληψη ενός τοπιακού δικτύου χωρικών συσχετισμών, μεταξύ τόπων που μπορεί να είναι γεωγραφικοί, με οδούς προσέγγισης ή συνθήκες γειτνίασης, ή εννοιολογικοί. Ειδικότερα, στις περιπτώσεις που το πεδίο μελέτης μίας στρατηγικής branding, διευρύνεται σε εκτεταμένες περιοχές πέρα των ορίων των αστικών περιοχών (Territory Branding), γίνεται αναφορά στον όρο τοπίο, ο οποίος αφορά την πολιτισμική και πολιτιστική επεξεργασία του τόπου και τη συνολική πρόσληψή του.
Δηλαδή, “αναφέρεται σε έναν πολιτιστικό προσδιορισμό του τόπου, ο οποίος στις απλούστερες περιπτώσεις μπορεί να περιορίζεται στην πολιτιστική αντίληψη και ερμηνεία, ενώ στις περιπλοκότερες περιλαμβάνει τη δομική, κατασκευαστική παρέμβαση.” (Μωραΐτης, 2015) Ο άμεσος συσχετισμός του τοπίου με την εγγραφή του πολιτισμού, λόγω της πολιτιστικής επεξεργασίας την οποία έχει υποστεί, καθιστά το “πολιτισμικό τοπίο” ιδιαίτερα σημαντικό παράγοντα στις διαδικασίες προώθησης της ταυτότητας του τόπου, διότι συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωσή τους. Οι προσεγγίσεις του Territory branding, χαρακτηρίζονται από τη συνεργασία και την ανάπτυξη μίας κοινής τοπιακής αντίληψης, ενώ εξετάζεται η ταυτότητα των επιμέρους τόπων, αλλά και ο συσχετισμός τους, μέσω διαδρομών, παραπέμποντας σε θέματα δικτύων. Η αναγκαιότητα της συνύφανσης των τόπων με τα δίκτυα που τα συνδέουν, γίνεται εμφανής στις περιπτώσεις του θαλάσσιου τοπίου και του νησιωτικού χώρου, όταν δηλαδή η χωρική αναφορά που εξετάζεται δεν περιλαμβάνει μόνο χερσαίες ζώνες αλλά και τις ενδιάμεσες εκτάσεις θάλασσας που πρέπει να διανυθούν. Η ιδιαίτερη χωρική ταυτότητα και οι γεωγραφικές ιδιομορφίες του θαλάσσιου χώρου, αποτελούν πρόκληση για τις στρατηγικές του territory branding, που στοχεύουν στην ανάπτυξη και προώθηση τους.

1.1 Η αφορμή
Η υπάρχουσα βιβλιογραφία, εστιάζει κυρίως σε παραδείγματα αστικών κέντρων και τουριστικών προορισμών, αμελώντας τις περιοχές ευρύτερων χωρικών συνόλων, που φαινομενικά παρουσιάζονται αδύναμες, αλλά ωστόσο διαθέτουν φυσικά πλεονεκτήματα (Warnaby, 2009). Περιοχές με ιδιαίτερη χωρική ταυτότητα και γεωγραφικές ιδιομορφίες, όπως οι ορεινές, οι νησιωτικές ή οι απομονωμένες, μπορεί να αποτελέσουν πρόκληση, ακριβώς λόγω αυτής της ιδιοτυπίας τους, γεγονός που συνιστά το έναυσμα και την αφορμή για την μελέτη αυτή, λόγω της προσωπικής επαφής με τους τόπους αυτούς. Η ιδιαιτερότητα του Αιγαιακού χώρου προσφέρει ένα μοναδικό αντικείμενο, η προσέγγιση του οποίου δε συλλαμβάνεται ως ταυτότητα στέρεας γεωγραφικής περιοχής, αλλά ως ταυτότητα θαλάσσιου χώρου, προσεγγίσιμου κυρίως μέσω ενός συγκεκριμένου δικτύου πλεύσεων.

1.2 Το αντικείμενο της έρευνας
Βασικό ερώτημα που τίθεται, είναι αν μια στρατηγική branding του τόπου, μπορεί να αποτελέσει εργαλείο ανάπτυξης και υποβοήθησης των τόπων που παρουσιάζουν τέτοιες χωρικές ιδιαιτερότητες, ώστε να αντιστρέψουν τη δυσμενή εξέλιξή τους.

Το θαλάσσιο τοπίο και οι νησιωτικές περιοχές, χρήζουν ειδικής αντιμετώπισης, στα πλαίσια των στρατηγικών προώθησής τους, λόγω των χωρικών ιδιαιτεροτήτων που παρουσιάζουν και σχετίζονται με την εξάρτηση από τον τουρισμό, την απομόνωση και την έλλειψη επαρκούς σύνδεσης, όχι μόνο σε σχέση με την ηπειρωτική χώρα αλλά και στο εσωτερικό του θαλάσσιου χώρου.
Η παρούσα εισήγηση, επικεντρώνεται στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου και έχει ως κύριο αντικείμενο την αναγνώριση, την ενίσχυση και την προβολή της ταυτότητας του τόπου αυτού, στα πλαίσια μιας στρατηγικής territory branding, δηλαδή στην προσπάθεια ανάπτυξης της ανταγωνιστικής ταυτότητάς του. Το διφυές τοπίο του Αιγαίου, θαλάσσιο και χερσαίο ταυτόχρονα, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό, την ιδιαίτερη αξία του, λόγω των πυκνών δικτυακών συσχετίσεων του νησιωτικού χώρου. Η ιδιαίτερη αξία ενός τόπου μπορεί να γίνεται εύκολα αντιληπτή, αλλά αυτό που επιχειρείται να αποδειχτεί, είναι η σημασία της, όταν οι τόποι αυτοί αντιμετωπίζονται ως κόμβοι ενός ευρύτερου δικτυακού συστήματος.

Η εισήγηση επικεντρώνεται στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου, λόγω της μοναδικότητας που παρουσιάζει, της ιδιαίτερης περιβαλλοντικής, πολιτιστικής και πολιτισμικής ποιότητάς του, παρέχοντας εξαιρετικούς προορισμούς και ιδανικές συνθήκες περιήγησης. Η κλιματική ηπιότητα και η εγγύτητα των προορισμών στο Αιγαίο, η ιστορική του σημασία για την ανάδυση του ναυτικού πολιτισμού, την εξέλιξη της ναυτιλίας και της ναυσιπλοΐας, της ναυπηγικής και της χαρτογραφίας, καθώς και το πλέγμα των πολιτιστικών χώρων και του πολιτισμικού αποθέματος που διατίθεται και συνέβαλε καθοριστικά στη συγκρότηση του νεότερου Ελληνικού αλλά και του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, συνθέτουν τη μοναδικότητα του Αιγαιακού χώρου. Η φυσιογνωμία του θαλάσσιου χώρου του Αιγαίου, χαρακτηρίζεται από 1.200 περίπου νησιά που οργανώνονται σε διάφορα συμπλέγματα και περισσότερα από 10.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής που σχηματίζουν πολύμορφες παραλίες, προσφέροντας τοπία, εντελώς διαφορετικά απ'αυτά της ηπειρωτικής Ελλάδας. Τα θαλάσσια δίκτυα του Αιγαιακού χώρου θεωρούνται πολύ ισχυρότερα των αντίστοιχων χερσαίων, γιατί αποτέλεσαν σημαντικό στοιχείο της ανάπτυξης των πολιτισμών της Ανατολικής Μεσογείου, διότι ήταν αμεσότερα και ευκολότερα, σε μεγάλο βάθος χρόνου. Η φυσιογνωμία του Αιγαίου, μελετάται ως μία αντίληψη τοπίου, δηλαδή ως αντίληψη ενός ευρύτερου πεδίου όπου εντάσσεται μία περιοχή, η οποία όταν γίνεται κατανοητή ως συνθήκη δικτύου και συσχετισμών είναι ισχυρότερη.

Οι πιθανοί συσχετισμοί που μπορούν να αναπτυχθούν, αποτελούν το βασικό πεδίο μελέτης, στα πλαίσια μιας λογικής προώθησης του Αιγαιακού τόπου, μέσω της δημιουργίας place - brands (Seascape Branding). Το Seascape Branding, αναφέρεται ακριβώς σε αυτήν την αντίληψη του θαλάσσιου τοπίου μέσω μιας συνθήκης δικτύου, όπου ο θαλάσσιος πολιτισμός του Αιγαίου, συνιστά το στοιχείο προώθησης και αντικείμενο της στρατηγικής του Branding. Στην περίπτωση αυτή, γίνεται αναφορά σε ένα τοπικό δίκτυο, το οποίο όμως θα μπορούσε να διευρυνθεί στην υπόλοιπη Μεσόγειο, αναλογιζόμενοι τα δίκτυα ναυσιπλοΐας τα οποία είναι εμφανή από τα Προϊστορικά Χρόνια μέχρι σήμερα και το οποίο θα μπορούσε να ανασυγκροτηθεί μέσω ευρύτερων πολιτισμικών συσχετισμών. Ας σημειωθεί, πως η χρήση των όρων “Seascape Branding” όπως και η διερεύνησή τους, συνιστά την πρωτοτυπία αυτής της έρευνας, διότι οι όροι δεν εντοπίζονται σε κάποιο σημείο της διεθνούς βιβλιογραφίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, χρησιμοποιήθηκε μία ακόμα ειδικότερη έκφραση του τοπίου, μεταπλάθοντας τον όρο landscape, συνηθέστατα χρησιμοποιούμενο για την περιγραφή του, σε seascape, δηλαδή θαλάσσιο τοπίο, ισχυριζόμενοι ότι αυτό που συνέχει τη συνολική περιοχή του Αιγαιακού χώρου όπως και τη συνολική του ταυτότητα, δεν είναι μόνο οι εστίες - τα επίκεντρα πολιτισμού που προφανώς αναφέρονται στα νησιά του, αλλά η συνολική θαλάσσια έκταση, που παράγει την Αιγαιακή ενότητα.

1.3 Μεθοδολογική προσέγγιση
Μεθοδολογικά, το πρώτο βήμα συνιστά ο προσδιορισμός των τοπικών χαρακτηριστικών που αποτελούν πλεονεκτήματα (local assets) και τα στοιχεία τα οποία διαμορφώνουν την ταυτότητα του τόπου. Η ταυτότητα του τόπου, εξαρτάται από τα φυσικά, ιστορικά και κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά, περιλαμβάνει κοινωνικές, πολιτιστικές και πολιτικές σχέσεις, αλλά ταυτόχρονα παρουσιάζει χωρικές αναφορές. Οι τοπικές ιδιαιτερότητες, μπορούν να μελετηθούν μέσα από τρεις αλληλένδετες κατηγορίες που αφορούν τις περιβαλλοντικές συνθήκες, το κλίμα και την ποιότητα ζωής, τους φυσικούς πόρους και τη χρήση πρώτων υλών για την παραγωγή τοπικών προϊόντων, την παράδοση και την πολιτιστική κληρονομιά. Η σύμπλεξη των στοιχείων αυτών, η οποία προσδιορίζει την ταυτότητα του τόπου, καθορίζει το περιεχόμενο της στρατηγικής του branding, διότι η έμφαση στο φυσικό πλούτο, στο πολιτιστικό απόθεμα και στην αυθεντικότητα της εμπειρίας που αποκομίζει ο επισκέπτης, αποδεικνύονται ως σταθερές (Urry, 1990), που μπορούν να δημιουργήσουν συνθήκες τοπικής ανάπτυξης για περιοχές με γεωγραφικές ιδιαιτερότητες.

Η έρευνα, επικεντρώνεται στην ιδιαίτερη περιβαλλοντική, πολιτιστική και πολιτισμική ποιότητα του Αιγαιακού θαλάσσιου χώρου, που παρέχει εξαιρετικούς προορισμούς και ιδανικές συνθήκες για περιήγηση. Η κλιματική ηπιότητα, τα γεωγραφικά χαρακτηριστικά, η εγγύτητα των προορισμών, καθώς και η ιστορική σημασία του Αιγαίου για την ανάδυση του ναυτικού πολιτισμού και οι αναφορές για την εξέλιξη της ναυτιλίας, της έλλογης ναυσιπλοΐας, της ναυπηγικής και της χαρτογραφίας διαμορφώνουν την μοναδικότητά του. Το πλέγμα των πολιτιστικών χώρων και του πολιτισμικού αποθέματος που διατίθεται στο Αιγαιακό τοπίο, συνέβαλε καθοριστικά στη συγκρότηση του νεότερου Ελληνικού πολιτισμού αλλά και των βασικών ιδεολογημάτων που στηρίζουν τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό. Για την ενίσχυση της ταυτότητας του θαλάσσιου χώρου του Αιγαίου, προτείνεται η συγκρότηση δικτύων, θαλάσσιων και χερσαίων ταυτόχρονα, με σκοπό την προώθηση της πολιτιστικής περιήγησης, διότι το Αιγαίο αποτέλεσε ένα διαπολιτισμικό τοπίο, την κοιτίδα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και πεδίο εμπλοκής των μεσογειακών πολιτισμών.

Η διαπραγμάτευση της ταυτότητας του Αιγαιακού τοπίου, δεν αντιστοιχεί μόνο σε εμπορικές και οικονομικές απαιτήσεις που πρέπει να εκπληρωθούν, αλλά παρουσιάζει ιδιαίτερη πολιτισμική σημασία για τις περιοχές αυτές.

1.4 Η σκοπιμότητα
Στην περίπτωση του νησιωτικού χώρου, οι παράγοντες που συνθέτουν την ταυτότητά του, συνδέονται με τη δυνατότητα ανάπτυξης εναλλακτικών μορφών τουρισμού, αναδεικνύοντας την περιβαλλοντική του ποιότητα. Η σκοπιμότητα της μελέτης έγκειται, στην εμπορική ενίσχυση του Αιγαιακού νησιωτικού χώρου και την οικονομική στήριξη της ελληνικής πραγματικότητας, μέσω της ενίσχυσης μορφών τουρισμού ναυταθλητικού και περιηγητικού χαρακτήρα. Συνδέεται επίσης, με μία ουσιαστικότερη στήριξη, πολιτιστικής και πολιτικής τάξης, που αφορά στην ενίσχυση της βεβαιότητας των κατοίκων της Αιγαιακής περιοχής, πως ο χώρος ζωής τους αποτελεί έναν περιούσιο προνομιούχο ιστορικά χώρο σε παγκόσμια κλίμακα. Η συμβολή της ενίσχυσης της ταυτότητας του Αιγαιακού χώρου και αυτήν ακριβώς την προώθηση της αξιοπρέπειας των κατοίκων του, θεωρείται αρκετά σημαντική και προφανώς σημαντικότερη από τους όρους εμπορικής προώθησης της ταυτότητας του τόπου.

1.5 Το αρχείο της έρευνας
Η ενίσχυση αυτών των μορφών τουρισμού, επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω του καθορισμού των ιδιαίτερων σημείων ενδιαφέροντος αλλά και τη συγκρότηση και υπόδειξη των δικτύων που τα συνδέουν. Στην περίπτωση χερσαίων αναφορών, ο καθορισμός τέτοιων δικτύων είναι εμφανής και ακολουθεί συνήθως το οδικό δίκτυο και τις περιπατητικές διαδρομές που είναι ήδη χαραγμένες, ενώ αναφορικά με το θαλάσσιο χώρο, η υπόδειξη προκαθορισμένων διαδρομών είναι σαφώς δυσκολότερη.

Λόγω αυτής της δυσκολίας, το αρχείο που επιλέγεται για τη μελέτη, απαρτίζεται από ένα οργανωμένο πρόγραμμα πλεύσης και περιήγησης στο θαλάσσιο χώρο του Αιγαίου με προκαθορισμένους προορισμούς. Ειδικότερα, εξετάζεται η περίπτωση μίας διοργάνωσης ιστιοπλοϊκών αγώνων, με ιδιαίτερο πολιτιστικό χαρακτήρα, η Aegean Regatta, η οποία το 2016 ακολούθησε τη διαδρομή: Πόρτο Καρράς Χαλκιδικής - Μύρινα Λήμνου - Άγιος Ευστράτιος - Μήθυμνα Λέσβου - Μυτιλήνη Λέσβου . Η Ρεγκάτα του Αιγαίου, εστιάζει περισσότερο στο πολιτιστικό χαρακτήρα της διοργάνωσης και δεν αποτελεί αποκλειστικά και μόνο αθλητικό γεγονός έντονης αγωνιστικής δραστηριότητας. Ο χαρακτήρας της διοργάνωσης, σε συνδυασμό με την περιβαλλοντική ποιότητα του Αιγαιακού νησιωτικού τοπίου, του πολιτιστικού ενδιαφέροντός και της σημασίας του για τη συγκρότηση του Δυτικού πολιτισμού, μπορούν να αποτελέσουν το έναυσμα για μία στρατηγική Territory Branding, με στόχο την βελτίωση της εικόνας του τόπου και της ζωής των κατοίκων του και την ενίσχυση του τουρισμού.

2. Η ιδιοτυπία του Αιγαιακού χώρου από άποψη φυσική, πολιτιστική και πολιτισμική
Ο εντοπισμός των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ταυτότητας ενός τόπου, αποτελεί το πρώτο στάδιο για τη διαμόρφωση μιας στρατηγικής place branding και συγκροτεί τη βάση για την κατασκευή και ενίσχυση της εικόνας του. Τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά που φέρει το αιγαιακό τοπίο, τα οποία καθορίζουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του και εξειδικεύουν τους όρους προώθησης του, αφορούν την φυσική, πολιτιστική, πολιτισμική και ιστορική ποιότητά του.

2.1 Φυσική άποψη
Οι αναμενόμενες, ευνοϊκές καιρικές και ανεμολογικές συνθήκες που επικρατούν στο Αιγαίο, η έλλειψη ακραίων και επικίνδυνων φαινομένων και ναυτικών κινδύνων, αποτελούν κυρίαρχα χαρακτηριστικά που ευνοούν την ανάπτυξη της ναυσιπλοΐας και καθιστούν το Αιγαίο ιδανικό προορισμό για θαλάσσιους πλόες. Οι θερμοκρασίες περιβάλλοντος και θάλασσας και η διαύγεια της ατμόσφαιρας, διαμορφώνουν τις κατάλληλες συνθήκες για ιστιοπλοϊκή περιήγηση. Το στοιχείο το οποίο αποτελεί καθοριστικό μορφολογικό χαρακτηριστικό του Αιγαιακού τοπίου, είναι ο κατακερματισμός των νησιών του και η εκτενής διασπορά τους, διότι ο διασκορπισμός και η οργάνωση των νησιωτικών προορισμών στο θαλάσσιο χώρο, ολοκληρώνουν το φυσικό υπόβαθρο του αρχιπελάγους. Το φυσικό τοπίο σε κάθε νησιωτικό σύμπλεγμα (η ακόμα και σε κάθε νησί ξεχωριστά), παρουσιάζει ιδιαίτερη ποικιλομορφία και χαρακτηριστικά τοπίου που το διαφοροποιούν από τα υπόλοιπα και η περιβαλλοντική ποιότητά του το καθιστά ελκυστικό και μοναδικό. Τα ακτογραφικά χαρακτηριστικά των νησιωτικών προορισμών, η ευκολία πρόσβασης σ'αυτούς και η δυνατότητα επικοινωνίας μεταξύ τους, λόγω της εγγύτητας που τους χαρακτηρίζει, προσφέρουν εκτός από τη δυνατότητα ανάπτυξης της ναυσιπλοΐας και την ευκαιρία προώθησης του ναυταθλητισμού, ως ένα εναλλακτικό σενάριο περιήγησης.

2.2 Πολιτισμική και πολιτιστική άποψη
Η Μεσόγειος θάλασσα, για περισσότερο από τέσσερις χιλιάδες χρόνια αποτέλεσε το κέντρο του δυτικού πολιτισμού, το οποίο γεωγραφικά εκτεινόταν από τα στενά του Γιβραλτάρ έως τις κοιλάδες του Τίγρη και του Ευφράτη στη Μέση Ανατολή (Abulafia, 2004). Αποτέλεσε το σημείο σύζευξης των πολιτισμών της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής και το επίκεντρο τριών μεγάλων θρησκειών, του Χριστιανισμού, του Ιουδαϊσμού και του Μωαμεθανισμού. Η πραγματική ιστορία της Μεσογείου, εκκινεί τη στιγμή του απόπλου των πλοίων για θαλάσσιες περιηγήσεις, περίπου οκτώ ή εννιά χιλιάδες χρόνια πριν, καθώς η θαλάσσια δύναμη και το εμπόριο, διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον των πολιτισμών της. Γύρω από τις ακτές της Μεσογείου, αναδύονται πολλοί από τους μεγάλους πολιτισμούς της Αρχαιότητας, όπως οι Αιγύπτιοι, οι Μινωίτες, οι Μυκηναίοι, οι Έλληνες, οι Ετρούσκοι και οι Ρωμαίοι. Η σχετική εγγύτητα των ακτών της και η παρουσία των νησιών που λειτουργούν ως γέφυρες μεταξύ τους, οδηγούν στην αλληλεπίδραση των πολιτισμών αυτών, των οικονομιών τους λόγω του εμπορίου, των επιστημών, των τεχνών και του συστήματος γραφής, που εξελίχθηκαν ιδιαίτερα τις περιόδους εκείνες και αποτέλεσαν τη βάση των σύγχρονων πολιτισμών. Η σχετική ευκολία των μετακινήσεων, σε σύγκριση με τον ανοικτό ωκεανό και η φυσική γεωγραφία της Μεσογείου, αποτέλεσαν ίσως τους σημαντικότερους παράγοντες για την ανάπτυξη και τη συνύπαρξη των μεγάλων πολιτισμών της Αρχαιότητας, αλλά και των εμπορικών, πολιτιστικών, θρησκευτικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων μεταξύ τους (Abulafia, 2004). Ο Ελληνικός θαλάσσιος χώρος και ευρύτερα ο Μεσογειακός, συνιστά ένα πεδίο ιστορικής αναφοράς, ιδιαίτερα συσχετισμένο με σημαντικότατη ναυτική ιστορία, αλλά και με θαλάσσιες διαδρομές με ένα δίκτυο πορειών που συνδέει σημαντικούς χερσαίους πολιτιστικούς, πολιτισμικούς και ιστορικούς κόμβους.

2.3 Η συμβολή του αρχαιοελληνικού πολιτισμού για τη συγκρότηση του Δυτικού πολιτισμού
Η ποικιλομορφία της αρχαιοελληνικής πολιτισμικής εμπειρίας, το ευρύ φάσμα που καλύπτει και η χιλίων διακοσίων χρόνων περίπου, διάρκειά της, εξηγούν το έντονο αντίκτυπο που είχε στο δυτικό πολιτισμό και τη συγκρότησή του (Freeman, 2004).
Η συμβολή του αρχαιοελληνικού πολιτισμού υπήρξε καθοριστική για τη συγκρότηση του δυτικού πολιτισμού και σε ορισμένους τομείς, τα θεμέλια και το εννοιολογικό τους πλαίσιο, συγκροτήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες, όπως για παράδειγμα στα μαθηματικά. Η δημιουργία της γλώσσας, οι τρόποι διερεύνησης του κόσμου και προσδιορισμού των αξιών του, η αναπαράσταση του φυσικού περιβάλλοντος και της κοινωνίας στις τέχνες και οι τρόποι περιγραφής του παρελθόντος, συνιστούν βασικά σημεία της πολιτιστικής παράδοσης της Δύσης (Freeman, 2004). Τα θεμέλια της πολιτικής σκέψης, της ηθικής, της μεταφυσικής, της δραματουργίας, των μαθηματικών και της επιστημονικής έρευνας καθώς και τα θεμελιώδη ερωτήματα που σχηματίζουν τον πυρήνα αυτών των επιστημονικών τομέων, τέθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες (Freeman, 2004).

3. Συγκρότηση δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας για τους προορισμούς της Aegean Regatta 2016
3.1 Διεθνείς αγωνιστικές ιστιοπλοϊκές διοργανώσεις στο Αιγαίο

Κάθε χρόνο στη θαλάσσια περιοχή του Αιγαίου διοργανώνονται σημαντικές αγωνιστικές ιστιοπλοϊκές δραστηριότητες όπως το Διεθνές Ιστιοπλοϊκό Ράλλυ Αιγαίου, η Ρεγκάτα του Αιγαίου, ο Διάπλους του Βορείου Αιγαίου, η Διεθνής Ιστιοπλοϊκή εβδομάδα Βορείου Αιγαίου κ.α.. Η Ρεγκάτα του Αιγαίου, καθιστά έναν ιδιαίτερα δημοφιλή αγώνα, που διοργανώθηκε πρώτη φορά το 2001, με σχετικά μικρές διαδρομές που πρέπει να διανυθούν (έως 200 ναυτικά μίλια) και διαφορετικούς προορισμούς κάθε χρόνο. Κατά τη διάρκεια του ιστιοπλοϊκού αγώνα, οι διαγωνιζόμενοι περιπλέουν, επισκέπτονται και γνωρίζουν τα ελληνικά νησιά, στα οποία φιλοξενούνται, γεγονός που προσδίδει στον χαρακτήρα της διοργάνωσης μία άλλη διάσταση, περιηγητικού ενδιαφέροντος, πέραν της καθαρά αγωνιστικής. Οι αγωνιστικές διαδικασίες πλαισιώνονται από τοπικές ναυτικές εορτές στις οποίες συμμετέχει ο νησιωτικός πληθυσμός, προάγεται η ναυτική παράδοση και τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά των νησιών που υποδέχονται τη διοργάνωση.

Η Ρεγκάτα του Αιγαίου, στα 14 χρόνια που διοργανώνεται, έχει επισκεφτεί τη Λέσβο, τη Χίο, τις Οινούσσες, τη Σάμο, τη Λέρο, την Ικαρία, την Κω, τη Σύμη, τη Ρόδο, τη Λήμνο, τη Σαμοθράκη, την Άνδρο, τους Λειψούς, την Πάτμο, την Αστυπάλαια, την Τήλο, τη Σκόπελο, την Αμοργό, την Κάλυμνο, την Νίσυρο, τη Θάσο, τη Σύρο, τη Σκύρο, ενώ το 2016 επισκέφτηκε για πρώτη φορά τον Άγιο Ευστράτιο. Σημαντικό στοιχείο, το οποίο συντελεί καθοριστικά στην επιτυχία της Ρεγκάτας του Αιγαίου, είναι η εγγύτητα μεταξύ των προορισμών της. Καμία χρονιά η συνολική απόσταση πλεύσης δεν ξεπέρασε τα 200 ναυτικά μίλια, αλλά και οι επιμέρους αγώνες κυμαίνονται από 16 έως 82 ναυτικά μίλια, καθιστώντας τον αγώνα προσιτό και σε μη έμπειρα πληρώματα.

Τον Αύγουστο του 2016, η Ρεγκάτα του Αιγαίου φιλοξενήθηκε στα νερά του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Ειδικότερα, οι ιστιοδρομίες εκκίνησαν από την μαρίνα στο Πόρτο Καρράς στη Χαλκιδική με προορισμό το λιμάνι της Μύρινας στη Λήμνο. Επόμενους προορισμούς αποτέλεσαν το νησί του Αγίου Ευστρατίου και ο Μόλυβος της Λέσβου. Ενώ στο τέλος, τα σκάφη έπλευσαν προς το λιμάνι της Μυτιλήνης, όπου έλαβε χώρα η επίσημη τελετή λήξης και η απονομή στους τελικούς νικητές της διοργάνωσης.

3.2 Συγκρότηση Δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας στα νησιά: Λήμνος - Άγιος Ευστράτιος - Λέσβος
Η επιτυχία της ιστιοπλοϊκής διοργάνωσης Aegean Regatta συσχετίζεται άμεσα με το πυκνό δίκτυο θαλάσσιων προορισμών που προσφέρει το Αιγαίο, το οποίο αποτελεί μία από τις σημαντικότερες κοιτίδες πολιτισμού. Πέραν των φυσικών ποιοτήτων του ελληνικού αιγαιακού τοπίου, η ιστορική και πολιτισμική του ιδιαιτερότητα, καθοδηγούν την επιθυμία προβολής της θαλάσσιας φυσιογνωμίας του Αιγαίου. Πρόθεση της εισήγησης αποτελεί η ανάδειξη της πολιτιστικής και τοπιακής φυσιογνωμίας μέσω της συγκρότησης θεματικών δικτύων περιηγητικού ενδιαφέροντος, για τα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου που συνιστούν τους προορισμούς της Ρεγκάτας του Αιγαίου για το έτος 2016. Η διασύνδεση μίας ιστιοπλοϊκής διοργάνωσης με μία στρατηγική territory branding, θα αποφέρει θετικά αποτελέσματα και στις δύο πλευρές, ενισχύοντας το πρόγραμμα πλεύσης της διοργάνωσης και πετυχαίνοντας αύξηση του θαλάσσιου τουρισμού γενικότερα, σημείο που αποτελεί στόχο της στρατηγικής.

Η συγκρότηση των δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας οργανώνεται σε επιμέρους φάσεις οι οποίες αφορούν στη:
• διερεύνηση και επιλογή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και πλεονεκτημάτων (“local assets”) των νησιών - προορισμών, τα οποία θα αποτελέσουν τα σημεία - κόμβους των διαδρομών,
• κατηγοριοποίηση των χαρακτηριστικών αυτών, ώστε να συγκροτηθούν δίκτυα θεματικού ενδιαφέροντος,
• στον προσδιορισμό των διαδρομών (υφιστάμενων και νέων) που θα συνδέουν τα σημεία - κόμβους,
• στην τοποθέτηση ελαφρών κατασκευών σήμανσης των διαδρομών και στη δημιουργία ενημερωτικού υλικού για τους κόμβους των δικτύων.

Τα βασικά δίκτυα τα οποία προτείνονται από τη διερεύνηση είναι τα ακόλουθα:
1. Δίκτυο Περιβαλλοντικής Ποιότητας, το οποίο συμπεριλαμβάνει τις περιοχές ιδιαίτερου φυσικού ενδιαφέροντος, σημεία που εντάσσονται στο δίκτυο Natura 2000 αλλά και τις δομές εκμάθησης και παρατήρησης.
2. Δίκτυο Αρχαιολογικού Ενδιαφέροντος, στο οποίο συγκαταλέγονται όλοι οι αρχαιολογικοί χώροι.
3. Δίκτυο Οχυρωματικών Έργων, που διαμορφώθηκαν κατά την Αρχαιότητα, τα Βυζαντινά, τα Ενετικά και τα Οθωμανικά χρόνια.
4. Δίκτυο Μουσειακών Χώρων, το οποίο συνίσταται από τα μουσεία, τις πινακοθήκες και τις συλλογές.
5. Δίκτυο Θρησκευτικού Ενδιαφέροντος και Θρησκευτικής Περιήγησης, που συμπεριλαμβάνει τους ναούς, τα μοναστήρια, τις εκκλησίες και τα μουσεία εκκλησιαστικού ενδιαφέροντος.
6. Δίκτυο Παραδοσιακών Χωριών και Οικισμών, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι παραδοσιακοί οικισμοί και τα χωριά των νησιών.
7. Δίκτυο Γευστικού Τοπίου και Παραδοσιακών Προϊόντων, που συμπεριλαμβάνει τους τόπους παραγωγής των παραδοσιακών προϊόντων των νησιών και τους μουσειακούς χώρους που εξηγούν τον τρόπο και τις συνθήκες παραγωγής τους.
8. Δίκτυο Θαλάσσιων Αθλημάτων, το οποίο περιλαμβάνει τις κατάλληλες δομές για την ενασχόληση με θαλάσσια αθλήματα, όπως η ιστιοπλοΐα και οι καταδύσεις.

Κατά τη διάρκεια συγκρότησης των επιμέρους δικτύων, καθίσταται προφανές ότι στο νησί του Αγίου Ευστρατίου δεν εντοπίζονται κόμβοι που να συγκαταλέγονται σε όλα τα δίκτυα. Συγκεκριμένα, τα δίκτυα Περιβαλλοντικής Ποιότητας, Μουσειακών Χώρων, Θρησκευτικού Ενδιαφέροντος, Παραδοσιακών Χωριών και Οικισμών και Θαλάσσιων Αθλημάτων, είναι αυτά στα οποία συγκαταλέγεται ο Άγιος Ευστράτιος. Το σημείο αυτό μπορεί να αποτελέσει κίνητρο για τη δημιουργία νέων δομών, όπως για παράδειγμα οργανωμένων αρχαιολογικών χώρων, ώστε νέοι κόμβοι να ενταχθούν στα δίκτυα τοπιακής οργάνωσης. Παράλληλα, το γεγονός ότι η οργάνωση των δικτύων συμπεριλαμβάνει ταυτόχρονα τρία νησιά μπορεί να λειτουργήσει θετικά ως προς την προσέλκυση περισσότερων περιηγητών για τους λιγότερο δημοφιλείς προορισμούς, ενδυναμώνοντας τη θέση τους.

4. Συμπεράσματα
Από την έρευνα σχετικά με την έννοια του place branding, για το θεωρητικό τμήμα της εργασίας, προέκυψε ότι η σχετική βιβλιογραφία επικεντρώνεται κυρίως στο οικονομικό πλαίσιο της προσέγγισης, ενώ η σύνδεση με την έννοια του τόπου και τα χαρακτηριστικά του, αποδεικνύεται περιορισμένη και συγχέεται συχνά με την έννοια του μάρκετινγκ. Τα παραδείγματα σχετικά με το branding του τόπου που παρουσιάζονται στη διεθνή βιβλιογραφία, αφορούν κυρίως σε περιπτώσεις πόλεων, ενώ απουσιάζουν προσεγγίσεις territory branding, σε θεωρητικό επίπεδο αλλά και ως μελέτη μεμονωμένων περιπτώσεων. Το περιεχόμενο της εισήγησης επεκτείνεται πέρα των τετριμμένων προσεγγίσεων και η ιδιαιτερότητα του θέματος, καθιστά αναγκαία μία τοπιακή προσέγγιση και την αναφορά σε ένα ευρύτερο πεδίο, όπως ο θαλάσσιος χώρος του Αιγαίου, για τον οποίο χρησιμοποιείται ο όρος Seascape Branding, που δεν παρουσιάζεται σε κάποιο σημείο της βιβλιογραφίας. Η προσπάθεια ανάδειξης και ενίσχυσης της φυσιογνωμίας του θαλάσσιου τοπίου, επικεντρώνεται σε νησιωτικούς προορισμούς του Αιγαίου αλλά και τις επιμέρους διαδρομές που τα συνδέουν, αναδεικνύοντας τη σημασία μίας συνολικής προσέγγισης τοπιακού, πολεοδομικού, λιμενικού και αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, η οποία υποστηρίζει τις πολιτισμικές και πολιτιστικές εκφορές του τόπου.

Η ακόλουθη συμπερασματική θέση που προκύπτει από την εργασία, αφορά στη σημασία της συνθήκης του δικτύου και την ιδιαίτερη αξία που αποκτά ένας τόπος, όταν αντιμετωπίζεται ως κόμβος ενός ευρύτερου πλέγματος συσχετισμών. Η πρόταση δικτυακών συσχετισμών μεταξύ αυτών των νησιών, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την παράλληλη προώθηση τους και αύξηση της επισκεψιμότητας και στους τρεις τόπους ταυτόχρονα, ενώ συνίσταται σε περιηγητές με ποικίλα θεματικά ενδιαφέροντα.

Το παράδειγμα που παρουσιάστηκε, μελετά τη συγκρότηση δικτύων στα νησιά της Λήμνου, του Αγίου Ευστρατίου και της Λέσβου, ένα δίκτυο προορισμών ενός ιστιοπλοϊκού αγώνα, το οποίο ενισχύθηκε με ποικίλα σημεία ενδιαφέροντος, περιβαλλοντικών και πολιτιστικών ποιοτήτων, στα νησιά αυτά, ώστε να γίνει περισσότερο ελκυστικό για τους αθλητές - ναυτίλους περιηγητές. Το γεγονός αυτό, αναδεικνύει τις δυνατότητες που μπορούν να καλλιεργηθούν, ώστε να δημιουργηθεί μία σχέση μεταξύ ποικίλων δραστηριοτήτων, όπως αθλητικές διοργανώσεις, πολιτιστικές δράσεις και περιηγητικές προτάσεις, σε ένα ενιαίο δίκτυο προορισμών και διαδρομών πολύπλευρου χαρακτήρα. Οι δράσεις αυτές, μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά η μία στην άλλη ενδυναμώνοντας το χαρακτήρα τους, αναδεικνύοντας τις τοπιακές ποιότητες και προσελκύοντας περισσότερους επισκέπτες, λόγω του μεγαλύτερου εύρους στο οποίο απευθύνονται.

Η περίπτωση των νησιών του Βορειοανατολικού Αιγαίου, αποτελεί ένα παράδειγμα και μία αντίστοιχη πρόταση συγκρότησης δικτύων τοπιακής φυσιογνωμίας, μπορεί να παρουσιαστεί και για τα υπόλοιπα νησιωτικά συμπλέγματα, ακολουθώντας τις ίδιες κατευθύνσεις. Επί παραδείγματι, τα νησιά των Κυκλάδων, παρότι μικρότερα σε έκταση, παρουσιάζουν πολλαπλές ιστορικές εγγραφές, πλούσιο πολιτισμικό απόθεμα και πολυεπίπεδα ιστορικά ίχνη των πολιτισμών της Αρχαιότητας. Η διασύνδεσή τους είναι ευκολότερη, διότι οι αποστάσεις μεταξύ τους είναι μικρότερες, όπως και η σύνδεση με την Αθήνα, που αποτελεί το σημείο άφιξης των περισσότερων επισκεπτών στη χώρα.

Η προσέγγιση συγκρότησης δικτύων, μπορεί να αποτελέσει το έναυσμα για την ανάπτυξη υποδομών, απαραίτητες για τα νησιά, όπως για παράδειγμα αναβάθμιση των λιμενικών εγκαταστάσεων και δημιουργία νέων αγκυροβολίων, τα οποία θα εξυπηρετήσουν τους ντόπιους ναυτικούς προσφέροντας μεγαλύτερη ασφάλεια, αλλά και μικρότερων δομών, οι οποίες θα αποτελέσουν νέους κόμβους στα προτεινόμενα δίκτυα. Η πρόταση στρατηγικής ενίσχυσης, δεν περιορίζεται στη διαμόρφωση κατάλληλων κόμβων ελλιμενισμού, αλλά διευρύνεται και στο συσχετισμό τους με σημεία περιηγητικού ενδιαφέροντος, με περιοχές ιδιαίτερης τοπιακής ποιότητας και πολιτισμικής ιδιαιτερότητας και με εγκαταστάσεις γενικότερης φιλοξενίας και αναψυχής. Όπως προαναφέρθηκε, ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο αντίκτυπος μίας προσέγγισης place branding για τους ίδιους τους κατοίκους ενός τόπου, τονίζοντας την ανάγκη δημιουργίας εγκαταστάσεων και έργων που να βελτιώνουν τις συνθήκες διαβίωσής τους και να εξυπηρετούν πρωτίστως τους ίδιους.

Τέλος, μέσω του συγκεκριμένου παραδείγματος, παρουσιάζεται η δυνατότητα επέκτασης των δικτύων που προτάθηκαν, σε περιοχές εκτός συνόρων στα πλαίσια μίας προσέγγισης Inter¬Regional branding. Συγκεκριμένα, λόγω της εγγύτητας μεταξύ Μυτιλήνης και Αϊβαλί (16 ναυτικά μίλια), καθίσταται δυνατή η σύνδεσή των τόπων αυτών και η προώθησή τους, ως τμήματα ενός ευρύτερου δικτύου που περιλαμβάνει κόμβους στο Αιγαίο και τα Μικρασιατικά παράλια. Αντίστοιχα συστήματα δικτύων, μπορούν να προταθούν και να επεκταθούν στην ευρύτερη λεκάνη της Μεσογείου, όπου λόγω της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας της, αναπτύχθηκαν οι σημαντικότεροι πολιτισμοί της Αρχαιότητας, καλλιεργώντας ένα νέο πλέγμα συσχετισμών, πολιτισμικών και πολιτικών, μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας, καθώς και την αντίληψη μίας “ενοποιημένης” Μεσογείου.

Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Βιγγοπούλου Ι. (2003) “Οι ταξιδιώτες τον 19ο αιώνα. Ένα πολυμορφικό αφήγημα”, στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000. Τα χρόνια της σταθερότητας 1871-1909, ν. V, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σ. 383 - 400.
Γοσποδίνη Α., Μπεριάτος Η. (επιμ.) (2006) Τα νέα αστικά τοπία και η ελληνική πόλη, Αθήνα: Κριτική. Δημαράς Κ. Θ. (1968) Περιηγήσεις στον Ελληνικό χώρο, Αθήνα: Ο.Μ.Ε.Δ..
Δημητρόπουλος Δ. (2010) “Τα νησιά του Αιγαίου την εποχή της μετάβασης από τη Λατινική στην Οθωμανική κυριαρχία 15ος - 17ος αιώνας”, στο Το Αιγαίο Πέλαγος, Χαρτογραφία και ιστορία 15ος- 17ος αιώνας, Αθήνα: Μ.Ι.Ε.Τ., σ. 29 - 38.
Δέφνερ Α., Μεταξάς Θ., (2006) “Ταυτότητα, εικόνα και μάρκετινγκ των πόλεων: η περίπτωση της Νέας Ιωνίας στο Νομό Μαγνησίας”, στο Κοκκώσης Χ., Ψυχάρης Γ., Φώτης Γ. (επιμ.), Περιφερειακή επιστήμη και πολιτική: Ελλάδα και Βαλκάνια, 7ο Συνέδριο του Ελληνικού τμήματος της διεθνούς εταιρείας περιφερειακής επιστήμης, Αθήνα: Ινστιτούτο Περιφερειακής Ανάπτυξης, σ. 143 - 165. Δέφνερ Α., Καραχάλης Ν. (επιμ.) (2012) Marketing και Branding τόπου, η διεθνής εμπειρία και η ελληνική πραγματικότητα, Βόλος: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας.
Δουκέλλης Π. (επιμ.) (2009) Το ελληνικό τοπίο. Μελέτες ιστορικής γεωγραφίας και πρόσληψης του τόπου. Αθήνα: Εστία
Εμίρης Γ. (επιμ.) (2005) Το Αιγαίο μέσα στο χρόνο, Αθήνα: Υ.Π. ΑΙ..
Ηλίας Ν. (2002) Ελλάς - θαλασσινός οδηγός. Χάρτες, λιμάνια, όρμοι, πληροφορίες εφοδιασμού/ τουριστικές. Eagle Ray.
Καλαντίδης Α. “Place branding αρχές και παραδείγματα”
Καραχάλης Ν., Δέφνερ Α. (2011) “Η συγκέντρωση πολιτιστικών δραστηριοτήτων σε κεντρικές περιοχές της πόλης και ο ρόλος του city branding: η περίπτωση της Αθήνας”, εισήγηση στο συνέδριο European Urban Research Association “The city without limits”.
Καραχάλης Ν., (2015) “Στρατηγικές διαχείρισης της εικόνας και της προβολής των πόλεων (city branding) και πολιτιστική αναζωογόνηση”, στο Πούλιος Ι., Αλιβιζάτου Μ., Αραμπατζής Γ., Γιαννακίδης Α., Καραχάλης Ν., Μάσχα Ε., Μούλιου Μ., Παπαδάκη Μ., Προσύλης Χ., Τουλούπα Σ., Πολιτισμική διαχείριση, τοπική κοινωνία και βιώσιμη ανάπτυξη, Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών.
Κλαμπατσέα Ε. (2012) “Διερευνώντας τη σχέση τουρισμού και ταυτότητας του τόπου”, στο Δέφνερ Α., Καραχάλης Ν. (επιμ.), Marketing και Branding τόπου, η διεθνής εμπειρία και η ελληνική πραγματικότητα, Βόλος: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας, σ. 343 - 362.
Κοκκώσης Χ., Τσάρτας Π., Γκρίμπα Ε. (2011) Ειδικές και εναλλακτικές μορφές τουρισμού. Αθήνα: Κριτική.
Κοκκώσης Χ. και Μέξα Α. (2002) “Τα Νησιά”, στο Κοκκώσης Χ. (επιμ.) Άνθρωπος και Περιβάλλον στην Ελλάδα, Αθήνα: Καπόν, σ. 82-89.
Λάζαρης Β. (2014) Η διαχρονική σχέσις των Ελλήνων με την θάλασσαν, Αθήνα: Πελάσγος.
Μέργος Γ., Παπαδασκαλόπουλος Α., Χριστοφάκης Μ. (2005) “Αναπτυξιακή Στρατηγική για το Νησιωτικό Χώρο”, στο Επιστημονικές Μελέτες προς τιμήν του Καθηγητού Ν. Κόνσολα, Αθήνα: Τμήμα Οικονομικής και Περιφερειακής Ανάπτυξης Παντείου Πανεπιστημίου.
Μπουζέας Σ., Γιουλουμής Σ. Μ. (2015) “Συνδυασμένη χρήση λιμένων για την ανάπτυξη επαγγελματικού ναυταθλητισμού και την εξυπηρέτηση υδροπλάνων αυξημένης χωρητικότητας”, στο Μουτζούρης Κ. (επιμ.), Τουριστικοί λιμένες, μαρίνες. Εισηγήσεις, Αθήνα: Εργαστήριο λιμενικών έργων Ε.Μ.Π., σ. 127 - 136.
Μωραΐτης Κ. (2015) Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου. Αθήνα: Σιδέρης.
Μωραΐτης Κ. (2015) “Ανταγωνιστική ταυτότητα της χώρας και η θαλάσσια φυσιογνωμία της”, στο Μουτζούρης Κ. (επιμ.), Τουριστικοί λιμένες, μαρίνες. Εισηγήσεις, Αθήνα: Εργαστήριο λιμενικών έργων Ε.Μ.Π., σ. 231 - 238.
Σαπουνάκης Α. (2012) “Ταυτότητα των πόλεων, πολιτισμός και σχεδιασμός”, στο Δέφνερ Α., Καραχάλης Ν. (επιμ.), Marketing και Branding τόπου, η διεθνής εμπειρία και η ελληνική πραγματικότητα, Βόλος: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας, σ. 41 - 81.
Σκούρας Δ., Χριστοφάκης Ε., Καραχάλης (2012) “Στρατηγικές branding και τοπική ανάπτυξη σε απομονωμένες ορεινές περιοχές: Η περίπτωση των περιοχών Τυλληρίας - Μαραθάσας της Κύπρου, στο Marketing και Branding τόπου, η διεθνής εμπειρία και η ελληνική πραγματικότητα, Βόλος: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Θεσσαλίας, σ. 303 - 320.
Στεφάνου Ι., Μητούλα Ρ. (2003) Η παγκοσμιοποίηση, η ευρωπαϊκή ενοποίηση και η φυσιογνωμία της ελληνικής πόλης. Αθήνα: Παπαζήση.
Τερκενλή Θ., (1996) Το πολιτισμικό τοπίο: γεωγραφικές προσεγγίσεις. Αθήνα: Παπαζήση.

Ξενόγλωσση
Aaker D.A. (1996) Building Strong Brands, New York: Free Press.
Abulafia D. (2015) Η μεγάλη θάλασσα. Οι περιπέτειες των λαών της Μεσογείου, Αθήνα: Ψυχογιός.
Abulafia D. (επιμ.) (2004) Η Μεσόγειος στην ιστορία, Αθήνα: Πατάκη.
Anholt S. (2010) Places, Identity and Reputation, Hampshire: Palgrave MacMillan
Ashworth G.J., Voogd H. (1990) Selling the city: Marketing approaches in public sectors urban planning, London: Belhaven press.
Ashworth G.J., Kavaratzis M. (επιμ.) (2010) Towards effective place brand management, branding European cities and regions, Cheltenham: Edward Elgar publishing.
Braudel F. (2000) Οι μνήμες της Μεσογείου, Προϊστορία και Αρχαιότητα, Αθήνα: Νέα σύνορα.
Dinnie K. (2007) City branding theory and cases, Hampshire: Palgrave MacMillan.
Donald S. H., Gammack J. G. (2007) Tourism and the branded city, Hampshire: Ashgate publishing limited.
ESPON, (2010) “Territorial Diversity”, Final Report, Luxembourg.
Freeman Ch. (2004) Το ελληνικό επίτευγμα, Αθήνα: Κέδρος.
Hankinson G. (2010) “Place branding theory: a cross-domain literature review from a marketing perspective”, στο Ashworth G., Kavaratzis M. (ed.), Towards effective place brand management, branding European cities and regions, Cheltenham: Edward Elgar publishing, σ. 15 - 25.
Hankinson G., Cowking Ph. (1993) Branding in action: cases and strategies for profitable brand management, McGraw-Hill Book.
Jensen O. B. (2007) “Brand Resistance and Counter Branding”, στο Marling G., Zerlang M. (επιμ.), Fun City, Copenhagen: Arkitektens Forlag, σ. 99 - 120.
Kalantides A. (2011) “The problem with spatial identity: revisiting the ‘sense of place’”, στο Journal of place management and development, v. 4.
Kavaratzis M., Ashworth G. J. (2005) “City branding: an effective assertion of identity or a transitory marketing trick?”, στο Tijdschrift voor Economische en Sociale Geografie, v. 96, n. 5, σ. 506 - 514
Kavaratzis M., (2008) From city marketing to city branding: An interdisciplinary analysis with reference to Amsterdam, Budapest and Athens, PhD Thesis, University of Groningen.
Kavaratzis M., Warnaby G., Ashworth G. J. (επιμ.) (2014) Rethinking Place Branding: Comprehensive Brand Development for Cities and Regions, Switzerland: Springer.
Klaic D. (2006) “Festival”, στο Lexicon Performance Research, v. 4, n. 11, σ. 54 -55.
Kotler P., Haider D., Rein I. (1993) Marketing places: Attracting investment, industry and tourism to cities, states and nations, New York: The Free Press.
Kotler P., Asplund C., Rein I., Haider H. D.(1999) Marketing places Europe: Attracting investments, industries and visitors to European cities, communities, regions and nations, Harlow: Financial times Prentice hall.
Lever W. (1999) “Competitive Cities in Europe”, στο Urban Studies, v. 36, σ. 1029 - 1044.
Lock P. (1998) Οι Φράγκοι στο Αιγαίο 1204 - 1500, Αθήνα: Ενάλιος.
Lowenthal D. (2009) The heritage crusade and the spoils of history, New York: Cambridge, 1998
Norberg - Schulz Ch., Το πνεύμα του τόπου - για μια φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής. Αθήνα: Πανεπιστημιακές εκδόσεις Ε.Μ.Π..
Pasquinelli C. (2012) Competition, Cooperation, Co-opetition. Widening the perspective of place branding, PHD Thesis, Scuola superior S’Anna.
Pratt A. C. (2011) “The cultural contradictions of creative city”, στο City, Culture and Society, v. 2, n. 3, σ. 123 -130.
Ritson M. (2006) “Branding: Norse fire smokes out bland brands”, στο www.MarketingMagazine.co.uk.
Schmitt B. H., Zarantonello L., Brakus J.(2009) “Brand Experience: What is it? How is it Measured? Does it Affect Loyalty?”, στο Journal of Marketing, v. 73, n. 3, σ. 52 - 68.
Simmel G. (2004) Περιπλάνηση στη νεωτερικότητα. Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Simmel G., Ritter J., Gombrich E. (2004) Το τοπίο. Αθήνα: Ποταμός.
Sofianos S., Johns W., Lascaratos A., Murray S., Olson D., Theocharis, A. (2002) Draft Report of the Aegean Sea Workshop, Rhodes, Greece.
Stergiou K. I., Christou Ε. D., Georgopoulos D., Zenetos A., Souvermezoglou C. “The Hellenic Seas: Physics, chemistry, biology and fisheries”, στο Oceanography and Marine Biology: Annual Review.
Τarnas R. (1991) The passion of the western mind, New York: Ballantine Books.
Urry J. (1990) The tourist gaze: leisure and travel in contemporary societies, London: Sage.
Zenker S., Braun E. (2010) “The place brand centre - a conceptual approach for the brand management of places”, 39th European Marketing Academy Conference, Copenhagen
Ward S.V. (1998) Selling Places: The marketing and promotion of towns and cities 1850-2000, London: E & FN Spon.
Warnaby G. “Towards a service dominant place marketing logic”, στο Marketing Theory, v. 9, σ. 403 - 423.
*Δεύτερο Πανελλήνιο Συνέδριο Marketing & Branding Τόπου, Λάρισα 31 Μαρτίου-2 Απριλίου 2017

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

29,5 εκ. ευρώ από το Πράσινο Ταμείο στους δήμους για δράσεις αστικής αναζωογόνησης και βιώσιμης κινητικότητας


Αναρτήθηκε: 22.04.2017
Το ποσό των 29.526.449,18 ευρώ θα διατεθεί φέτος από το Πρόγραμμα του Πράσινου Ταμείου για «Δράσεις Περιβαλλοντικού Ισοζυγίου», σύμφωνα με απόφαση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργου Σταθάκη.

Το πρόγραμμα περιλαμβάνει δράσεις για την αστική αναζωογόνηση και την αστική βιώσιμη κινητικότητα, στις οποίες θα συμμετάσχουν δήμοι από όλη την Ελλάδα.

Να σημειωθεί ότι κεντρικός στόχος του προγράμματος είναι η προώθηση μέτρων και δράσεων για την προστασία, αναβάθμιση και αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Επιπλέον μέσω αυτού του προγράμματος χρηματοδοτούνται παρεμβάσεις για τη αναβάθμιση και ολοκληρωμένη ανάπτυξη των πόλεων για την ταυτόχρονη επίτευξη οικονομικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών στόχων.

Κυριακή 23 Απριλίου 2017

Ταυτότητα τόπου και παραγωγική ανασυγκρότηση



Ταυτότητα τόπου και παραγωγική ανασυγκρότηση: Το παράδειγμα της Ημαθίας

#ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΠΟΥΡΓΟΣ
Μηχανικός Μεταλλείων, MSc Πολεοδομίας - Χωροταξίας, Υποψήφιος Αιδάκτωρ, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης,
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
#ΑΛΕΞΙΟΣ ΔΕΦΝΕΡ
Καθηγητής, Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης,Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

H παγκόσμια κρίση συνοδεύεται από δραστικό περιορισμό των διαθέσιμων διαδικασιών και επιλογών του αναπτυξιακού σχεδιασμού, γεγονός που έχει αναδείξει την αναγκαιότητα για πειραματισμό και αναζήτηση νέων μεθόδων/στρατηγικών.
Παράλληλα, τα σύγχρονα παγκόσμια δεδομένα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κρίσης στον Ευρωπαϊκό Νότο, επιτάσσουν την ταχύτατη επανεκκίνηση της παραγωγικής δραστηριότητας και την ισόρροπη ανάπτυξη των διαφορετικών τομέων της οικονομίας. Η εκκίνηση αυτή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη την αναγκαιότητα για επιτόπια αύξηση της προστιθέμενης αξίας του προϊόντος, στρατηγική που μπορεί να έχει αποτελέσματα μόνο εστιάζοντας στο μικρο-επίπεδο και στον τρόπο που αυτό εξειδικεύει τα χαρακτηριστικά του.
Φαίνεται λοιπόν ιδιαίτερη η σημασία του μικρότερου χωρικού επιπέδου στις νέες προτεραιότητες ενός αποτελεσματικού σχεδιασμού. Σε αυτό, αναδεικνύεται η υιοθέτηση του εργαλείου της «Ταυτότητας Περιοχής» ως «κρίσιμης» επιλογής για ουσιαστική υποστήριξη ιδιαίτερων χαρακτηριστικών και συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής, ούτως ώστε να ενδυναμωθούν σημαντικά οι παραγωγικοί τομείς, για να επιτευχθούν τελικά τα αναγκαία πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα και ο στόχος μίας αναπτυξιακής προοπτικής ισόρροπης και αποτελεσματικής.

Η άμεση αναγκαιότητα των μετασχηματισμών που ξεκινούν τοπικά και τα εγχειρήματα που ξεπηδούν από τις μικρο-κοινωνίες ευελπιστούν να προσφέρουν αξιόπιστες λύσεις. Οι τόποι και οι κάτοικοί τους επιδεικνύουν ταχύτερα και αποτελεσματικότερα αντανακλαστικά, αναζητώντας νέους τρόπους και συγκεκριμένη ταυτότητα, για να διασυνδεθούν με τα ανώτερα χωρικά επίπεδα και να γίνουν αναγνωρίσιμοι σε αυτά, οριοθετώντας, περιγράφοντας και μεγεθύνοντας τους μετασχηματισμούς.

Στην εισήγηση θα επιδιωχθεί μία αρχική προσέγγιση της σχέσης ταυτότητας τόπου και παραγωγικών τομέων της οικονομίας, θα διερευνηθούν, σε επίπεδο βιβλιογραφίας, οι πιθανές διασυνδέσεις, οι προκλήσεις και οι δυναμικές τους, για να αναδειχθεί μέσα από αυτή τη διαδικασία η περιοχή της Ημαθίας ως ιδιαίτερης σημασίας χωρική ενότητα για μελέτη σε βάθος.

Η Ημαθία έχει πληγεί έντονα από την κρίση και την αποβιομηχάνιση, ενώ εμφανίζει ιδιαίτερα τοπικά χαρακτηριστικά και πλεονεκτήματα, έτσι ώστε έχει τη δυνατότητα να διαμορφώσει και να προβάλει μια ξεχωριστή ταυτότητα και να πρωταγωνιστήσει στο περιβάλλον που διαμορφώνεται. Αιαθέτει, εκτός των άλλων, σημαντικό βιομηχανικό εξοπλισμό που μένει σήμερα αδρανής, μακροχρόνια βιομηχανική παράδοση, υψηλή εξειδίκευση των κατοίκων της, σημαντικές υποδομές και στρατηγική θέση, έτσι ώστε να υποστηρίξει το σχεδιασμό και την υλοποίηση ενός εναλλακτικού τρόπου ανάπτυξης, συναρτημένου με τη διαμόρφωση ταυτότητας μέσα από τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας.

1. Εισαγωγή
H μεγάλη διάρκεια και ένταση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης απέδειξε, εκτός των άλλων, τις ανεπάρκειες, λανθασμένες παραδοχές και αστοχίες του αναπτυξιακού σχεδιασμού. Η εμμονή σε αποτυχημένα μοντέλα του παρελθόντος μόνο την παραμονή στη βαθιά ύφεση και τη σοβαρή κοινωνική κρίση μπορεί να υποστηρίξει. Η επιστροφή στην ανάπτυξη έχει περισσότερες δυνατότητες να επιτευχθεί μέσα από επιλογή διαφορετικών προσεγγίσεων, οι οποίες θα αναδείξουν πρωτοποριακές πολιτικές, ανατρεπτικές στρατηγικές και καινοτόμες τακτικές.

Στην κατεύθυνση αυτή, η εισήγηση εμβαθύνει αρχικά στα σύγχρονα αδιέξοδα του σχεδιασμού, που δεν καταφέρνει να κινητοποιήσει τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και τις υγιείς δυνάμεις της οικονομίας και της κοινωνίας. Για να προτείνει, στη συνέχεια, την Ταυτότητα ενός Τόπου ως κρίσιμο εργαλείο για την παραγωγική ανασυγκρότηση και τη συστηματική υποστήριξή του σαν κεντρική στρατηγική στην αναπτυξιακή προοπτική.

Τέλος, θα εξεταστεί η διασύνδεση του εργαλείου με την πρακτική εφαρμογή του σε συγκεκριμένη περιοχή-πιλότο, που ως τέτοια έχει επιλέγει η Ημαθία.

2. Οι Σύγχρονες Ανάγκες και Δεδομένα του Σχεδιασμού
Μία από τις βασικές προκλήσεις, για την αντιμετώπιση της σημαντικής διαρθρωτικής κρίσης των χωρών που βιώνουν με μεγαλύτερη ένταση τις συνέπειές της, είναι η ενδυνάμωση των παραγωγικών τομέων της οικονομίας τους. Η παγκόσμια κρίση φαίνεται ότι επιβάλλει το τέλος της μετα-βιομηχανικής κοινωνίας (Bell, 1973) και το ξεκίνημα μία νέας περιόδου για την οικονομική ιστορία.
Μόνο στο διάστημα 2000-2014, το ποσοστό της Βιομηχανίας στο συνολικό προϊόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) περιορίστηκε από 18% σε 15,3%, με αποτέλεσμα να χαθούν 3,5 εκατ. θέσεις εργασίας την περίοδο 2008-2014 (Eurostat, 2014). Εξειδικεύοντας στην Ελλάδα, το διάστημα 1981 - 2015 χάθηκαν οι μισές θέσεις εργασίας στη βιομηχανία (ΕΛΣΤΑΤ, 2017).
Ως προς τον αναπτυξιακό σχεδιασμό, ο στρατηγικός ρόλος ανήκει σήμερα στην Κεντρική Διοίκηση. Μπορεί να σχεδιάζει, να νομοθετεί, να ελέγχει και να υλοποιεί τις κρίσιμες επιλογές, που θα θέσουν εκ νέου σε «κίνηση» την οικονομία σε όλα τα επίπεδα.

Το 2017 για όγδοη συνεχή χρονιά η χώρα παραμένει αντιμέτωπη με σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα, τα οποία θέτουν σε άμεσο κίνδυνο όχι μόνο την αξιοπιστία της, αλλά και την ίδια τη βιωσιμότητα της οικονομίας και των μικρο-κοινωνιών της (ΣΕΒ, 2017).

Η απαραίτητη οικονομική πολιτική θα πρέπει να στοχεύει στην αποκατάσταση της ισορροπίας της ελληνικής οικονομίας όσον αφορά τη σχέση μεταξύ βιομηχανίας, υπηρεσιών και γεωργίας, αλλά και μεταξύ εμπορεύσιμων και μη εμπορεύσιμων αγαθών. Η στροφή από τη βιομηχανία προς τις υπηρεσίες στην ελληνική οικονομία τα τελευταία χρόνια συνοδεύτηκε από μετατόπιση από τα εμπορεύσιμα στα μη εμπορεύσιμα προϊόντα, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας στον τομέα των εμπορεύσιμων ήταν ανεπαρκής (Λαπαβίτσας, 2012).

Στη σύγχρονη παγκόσμια πραγματικότητα, ο σχεδιασμός επιβάλλεται να ξεφύγει από τη συνήθη πρακτική και να αναζητήσει καινοτόμες και εφαρμόσιμες ιδέες. Στην κατεύθυνση αυτή φαίνεται ότι είναι μονόδρομος η εκ νέου ανάδειξη της επιστημονικής διατύπωσης και της ορθολογικής τεκμηρίωσης ως βασικών διαδικασιών διάρθρωσης του σχεδιασμού (Καραμανώφ, 2011). Νέο βασικό επίπεδο του σχεδιασμού θα αναδειχθεί το μικρο-επίπεδο.

Στοχεύοντας στην ποιότητα, η βασική επένδυση έχει ήδη υλοποιηθεί τις προηγούμενες δεκαετίες: η Ελλάδα διαθέτει ιδιαίτερα υψηλής ειδίκευσης εργατικό δυναμικό, το οποίο χρειάζεται κίνητρα επιστροφής στη χώρα για εργασία αναλόγου επιπέδου και παραγωγική αξιοποίηση των υψηλών δεξιοτήτων του (ADECCO, 2016). Βάση πρέπει να αποτελέσουν στρατηγικές που θα ενισχύσουν την αποτελεσματική ανάπτυξη κατάλληλων υποδομών, διαδικασιών, κινήτρων και χρηματοδοτικών εργαλείων, ώστε να υποστηριχθεί πολλαπλασιαστικά ένα λειτουργικό και σύγχρονο σύστημα παραγωγής (Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, 2015).

Οι αλλαγές αυτές στο σχεδιασμό, άλλωστε, βρίσκονται σε αντιστοιχία με τις βασικές αναπτυξιακές κατευθύνσεις σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2014-2020. Ο στόχος για το ΑΕΠ του 2020 είναι να προέρχεται κατά 20% από τη Βιομηχανία (Junker, 2014). Την ανάγκη για Πολιτική Επαναβιομηχάνισης της Ε.Ε. επισημαίνει με ψήφισμά του το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (Συνεδρίαση 20/5/2016), ενώ και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (Συμπεράσματα Συνεδρίασης 15/12/2016) καλεί για μία ισχυρή και σύγχρονη Βιομηχανική Βάση της Ε.Ε.

Η ανάπτυξη αυτή της Βιομηχανίας από μόνη της δεν εγγυάται την οικονομική ευημερία, παρά μόνο όταν παράγει σημαντική προστιθέμενη αξία. Η παραγωγική ανασυγκρότηση θα έχει σκοπό τη δραστηριοποίηση των Ελληνικών επιχειρήσεων στα περισσότερο προηγμένα στάδια των παγκόσμιων αλυσίδων αξίας, θα επιδιώκει τελικό προϊόν ποιότητας, θα δημιουργήσει παγκόσμιο ελληνικό brand name και θα στοχεύει στην επίτευξη προστιθέμενης αξίας εντός της χώρας (Μπούργος, 2016).

Οι πολιτικές που αφορούν τις Αλυσίδες Αξίας δεν μπορούν να είναι μόνο Εθνικές, εξαιτίας της παγκόσμιας διασυνδεσιμότητάς τους. Απαιτούν την ανάπτυξη εξειδικευμένης μεθοδολογίας, που θα ξεκινά από τη χαρτογράφηση των Αλυσίδων Αξίας στο Εθνικό Επίπεδο, θα αναγνωρίζει τις πιθανές κατατμήσεις τους, θα διαπιστώνει τις διασυνδέσεις τους εντός δομημένων τυπικών ή άτυπων δικτύων, θα προχωρά σε ανάλυση ως προς τη σχέση Εθνικό - Παγκόσμιο, ώστε να περνά σε συγκεκριμένες πολιτικές που αφορούν τόσο το επίπεδο της εθνικής πολιτικής, όσο και τη συνέπεια της άσκησης της πολιτικής της χώρας σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσα από τη συμμετοχή της σε παγκόσμιους οργανισμούς, διακρατικές συνεργασίες και φόρουμ (Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στην Ε.Ε., 2015).

Η παγκόσμια διάσταση και η σύνθετη προσέγγιση των αλυσίδων αξίας αναβαθμίζει και το ρόλο του χωρικού παράγοντα, που εντοπίζει, ερμηνεύει και ενισχύει τις κρίσιμες συγκεντρώσεις, διευκολύνοντας το σχηματισμό και την ανάπτυξη νέων εξειδικευμένων παγκόσμιων πόλων.

Στο μικρότερο χωρικό επίπεδο, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως η θεσμική έμφαση του τοπικού, σε συνεργασία με τους φορείς της έρευνας, τις τοπικές κοινωνίες και τις οικονομικές δραστηριότητες, έχει τη δυνατότητα να αποτελέσει τον παράγοντα-κλειδί για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας με συνθήκες παραγωγής προστιθέμενης αξίας. Μπορεί αρχικά να βοηθήσει προωθώντας και θέτοντας πόρους στη διάθεση συλλογικών δομών εργασίας. Με τη μορφή κοινωνικών επιχειρήσεων, για τη δημιουργία των αντίστοιχων χώρων παραγωγής και παροχής υπηρεσιών (Κολέμπας, 2009).

3. Η Ταυτότητα Τόπου ως Βασικό Εργαλείο του Αναπτυξιακού Σχεδιασμού
Τα αδιέξοδα και αστοχίες δεν μπορούν παρά να επιβεβαιώνουν την ανάγκη υιοθέτησης νέων εργαλείων και μεθοδολογιών, προσβλέποντας στην τεκμηρίωση και την εφαρμογή συστηματικών σχεδίων που θα φέρουν θετικό πρόσημο στην οικονομία και τις κοινωνίες. Στην κατεύθυνση αυτή, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η υιοθέτηση και η εφαρμογή του εργαλείου της «Ταυτότητας Τόπου» στον αναπτυξιακό σχεδιασμό, για το σύνολο των τομέων της οικονομίας.

Πριν της «Ταυτότητας Τόπου», το «Marketing Πόλης» γνωρίζει ευρύτερη αποδοχή και εφαρμογή, ως αποτέλεσμα της σημαντικής διαρθρωτικής κρίσης που διήλθαν οι πόλεις εξαιτίας της μετανεωτερικότητας και της εμφάνισης νέων τρόπων με τους οποίους βιώνουν τον χώρο και το χρόνο (Harvey, 2009). Από τη δεκαετία του 70, αλλά με ιδιαίτερη ένταση 20 χρόνια μετά, αδυνατώντας ο σχεδιασμός να αντιμετωπίσει τη στασιμότητα των εσωτερικών αγορών στις προηγμένες βιομηχανικά χώρες, οι επιχειρήσεις και το κεφάλαιο στρέφονται προς νέες αγορές, στις χώρες της «περιφέρειας» του οικονομικού συστήματος. Απελευθερώνεται, έτσι, η κίνηση κεφαλαίων και η δυνατότητα επενδύσεων σε ολόκληρο τον πλανήτη. Οι επιχειρήσεις μεταφέρουν τις παραγωγικές τους δραστηριότητες στις χώρες αυτές, όπου επιτυγχάνουν σημαντικό περιορισμό του κόστους παραγωγής, ευνοϊκότερο καθεστώς ως προς τα δικαιώματα της εργασίας και τη φορολόγηση, σχεδόν ανύπαρκτους όρους για τη χωροθέτηση και τη λειτουργία τους. Την ίδια στιγμή «σπάνε» το ενιαίο σύστημα παραγωγής, αξιοποιώντας ευέλικτους τρόπους, διάσπαρτους χωρικά. Ο σχεδιασμός και οι επιλογές περνάνε στην αγορά, μέσα σε ένα οικουμενικό σύστημα, που εξισορροπείται με τη δημιουργία και την επιβολή παγκόσμιων οργανισμών ρύθμισης (Toussaint κ.ά, 2011), ένα σύστημα δηλαδή διεθνών θεσμών που επιβλέπουν τα κράτη και τις εθνικές πολιτικές.

Η αναδιάρθρωση αυτή του οικονομικού συστήματος επιφέρει σαρωτικές αλλαγές στις πόλεις των βιομηχανικών χωρών. Πρώτη άμεση επίπτωση, η σοβαρή διαρθρωτική κρίση, κρίση επιχειρηματικότητας και ανεργίας. Ξεκινά η αποβιομηχάνιση. Οι βιομηχανικές συγκεντρώσεις και υποδομές εγκαταλείπονται, δημιουργούνται ευρύτερες υποβαθμισμένες «περιοχές φτώχειας». Στις περιοχές αυτές οι κάτοικοι εμφανίζουν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας, αδυνατούν να πληρώσουν τους φόρους και τα δημοτικά τέλη, τα σπίτια και τα καταστήματα αδειάζουν, το τραπεζικό σύστημα διακόπτει τη χρηματοδότηση (Μάρκου, 2014). Συγχρόνως, αποδιαρθρώνονται τα παραδοσιακά κέντρα πόλεων και δημιουργούνται νέα, με μεταφορά δραστηριοτήτων στην περίμετρο, καθώς και ένταση των μετακινήσεων (Sassen, 2001). Ευνοείται η ολιγοπωλιακή διάρθρωση των πόλεων, με μεγάλα επιβλητικά έργα, ανάπτυξη περιφερειακών αγορών, μεταβολή των όρων ρύθμισης του περιαστικού χώρου υπέρ των μεγάλων εμπορικών επιφανειών, καθώς και συνολικότερες αλλαγές -με σημαντική μείωση των περιορισμών- στα καθεστώτα ρύθμισης των πόλεων. Οι μεταβολές αυτές συνδυάζονται με τις μεταφορές, το marketing και το lifetime value.

Οι πόλεις, με «τραυματισμένους» τους παραγωγικούς τομείς και τα παραδοσιακά «κέντρα» τους, αναγκάστηκαν να προσαρμοστούν και να προσελκύσουν κεφάλαια και δραστηριότητες για την απασχόληση των κατοίκων τους. Στράφηκαν στον τουρισμό και τις υπηρεσίες, κατά προτίμηση υψηλής τεχνογνωσίας. Έπρεπε να γίνουν «ανταγωνιστικές», να αποκτήσουν «μαγνήτες» (μέσω προγραμμάτων «Ναυαρχίδες», με μεγάλες υποδομές-σύμβολα), να αναπτύξουν θελκτικά έργα και υπηρεσίες, να στοχεύσουν στην αστική τους αναγέννηση. Για το πετύχουν λοιπόν, επέλεξαν από την αρχή ως κρίσιμο εργαλε^ το «Marketing Πόλης», για να γίνουν περισσότερο ελκυστικότερες και αποδοτικές, να προσαρμοστούν στα δεδομένα της νέας οικονομίας, να μετατραπούν σε αγαθά των οποίων η ταυτότητα και η αξία πρέπει να σχεδιάζεται και να προωθείται, δηλαδή, στοχεύοντας στην ενίσχυση της οικονομίας τους, μετατράπηκαν σε παρόχους περαιτέρω ειδικών υπηρεσιών (Kotler κ.ά., 1993).
Σταδιακά, οι περισσότερες πόλεις, ανεξαρτήτως μεγέθους και ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, αναζητούν τη βέλτιστη εικόνα τους και κατάλληλα κανάλια προβολής της, με σκοπό την αύξηση της ελκυστικότητας και της αναγνωρισιμότητάς τους (Μεταξάς, 2010) τους ως προς δυνητικές αγορές-στόχους (Γοσποδίνη και Μπεριάτος, 2006), εκπονώντας και υλοποιώντας εξειδικευμένα Σχέδια Marketing Πόλης, σε μια διαδικασία που χαρακτηρίστηκε ως «ανταγωνισμός των τόπων» (Dicken και Tickel, 1992).

Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι η Ταυτότητα Τόπου και οι στρατηγικές Marketing και Branding του Τόπου δεν σχετίζεται με τη διαφήμιση ή την πώληση, εφόσον ο χώρος δεν λειτουργεί ως «προϊόν». Είναι η δημιουργία και χρήση επικοινωνιακών εργαλείων, προκειμένου μια πόλη, μια περιφέρεια ή μια χώρα να βελτιώσει την εικόνα και τη φήμη της, να προσελκύσει επισκέπτες, επενδύσεις ή νέους κατοίκους και να δημιουργήσει συναισθήματα ταύτισης και περηφάνιας στους υφιστάμενους κατοίκους. Παράλληλα περιλαμβάνει και την προσπάθεια αντιστροφής ή ακύρωσης των όποιων αρνητικών εικόνων (Δέφνερ κ.ά., 2012).
Στα σύγχρονα δεδομένα, την Ταυτότητα Τόπου μπορούμε να τη δούμε ως σημαντικό εργαλείο του σχεδιασμού, αποσυνδέοντάς το από τη στενή σχέση του με το Μάρκετινγκ Τόπου και την ανταγωνιστικότητα, προτάσσοντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των τόπων και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μικρο-κοινωνιών. Για το σκοπό αυτό, θα χρειαστεί να επαναπροσδιοριστεί η μεθοδολογία προσέγγισης και ανάδειξης της ταυτότητας μίας περιοχής, να αναδειχθεί περισσότερο η διάσταση του σχεδιασμού και της διαβούλευσης, να ενισχυθεί η διεπιστημονικότητα, να προωθηθούν διαδικασίες που θα ενεργοποιούν τους πολίτες ως υποκείμενα του σχεδιασμού.

Κεντρικό ρόλο σε αυτή την προσέγγιση διαδραματίζει η «πρωτογενής επικοινωνία», αυτή που σχετίζεται με το αστικό τοπίο, τις υποδομές, την οργανωτική και διοικητική δομή και τη «συμπεριφορά» της πόλης. Βασικά στοιχεία της οργανωτικής-διοικητικής δομής αποτελούν η συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις και η διαμόρφωση δομών συνεργασίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (Kavaratzis, 2008). Δευτερεύοντα και συμπληρωματικά σε αυτό έρχεται η «δευτερογενής επικοινωνία», δηλαδή η διαφήμιση, οι δημόσιες σχέσεις, το λογότυπο, κ.α. και η «τριτογενής», η επικοινωνία δηλαδή της «φήμης» του χώρου, αυτή που διαμορφώνουν οι κάτοικοι και οι επισκέπτες και διαδίδεται από ανεπίσημα δίκτυα.

Ως κυρίαρχο ζήτημα αναδεικνύεται η επίτευξη μιας αποτελεσματικής δυναμικής που θα προσελκύσει και θα εμπνεύσει τους δρώντες στη συν-διαμόρφωση του οράματος και της εικόνας του τόπου (Σταμπουλής κ.ά., 2012). Τα εμπλεκόμενα μέρη αποτελούν το κλειδί του σχεδιασμού. Μέσα από δημιουργικό διάλογο, συνεργασία και συλλογικότητα, θα επιτευχθούν οι στόχοι της πόλης. Το πιο σημαντικό είναι να παρακινηθούν και να συνειδητοποιήσουν τη σημασία της οικοδόμησης ενός συστήματος διακυβέρνησης μέσα στην πόλη, να ενισχύεται η αμοιβαία συνεργασία μεταξύ των εμπλεκομένων φορέων στη συλλογική λήψη αποφάσεων και στην κοινή ανάληψη ευθυνών. Και στο σύστημα αυτό να συμμετέχουν δημιουργικά όλα τα επιμέρους υποκείμενα που το συνθέτουν: διοίκηση, έρευνα, επιχειρήσεις, εγχειρήματα της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας, κοινωνικοί φορείς, ενεργοί πολίτες.

4. Η Ημαθία ως Μελέτη Περίπτωσης
Η Περιφερειακή Ενότητα (πρώην Νομός) Ημαθίας βρίσκεται στη Μακεδονία εντάσσεται στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και την περιβάλλουν η Θεσσαλονίκη, η Πέλλα, η Κοζάνη και η Πιερία. Την αποτελούν τρεις Καλλικρατικοί Δήμοι της Βέροιας, που είναι η μεγαλύτερη πόλη και πρωτεύουσά της, της Νάουσας και της Αλεξάνδρειας.

Είναι ένας σχετικά μικρός νομός, καθώς η έκτασή του των 1.701 τ.χλμ, και ο πληθυσμός του των 140.611 κατοίκων (απογραφή 2011), την κατατάσσουν αντίστοιχα στην 46 και 43 θέση, στους 52 νομούς της χώρας. Ωστόσο είναι μία σχετικά πυκνοκατοικημένη περιοχή, με πυκνότητα 84,4 κατοίκους στο τ.χλμ, γεγονός που την κατατάσσει μόλις στην όγδοη θέση. Είναι περιοχή που συνδυάζει αρμονικά το μεγάλο κάμπο της Κεντρικής Μακεδονίας με τα επιβλητικά όρη των Πιερίων (2.193 μ.) και του Βερμίου (2.052 μ.). Στο εσωτερικό της συναντάμε και τους ποταμούς Αλιάκμονα, Λουδία, Τριπόταμο και Τάφρο.

Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, αν και περιλαμβάνει το μεγάλο αναπτυξιακό πόλο της Θεσσαλονίκης, παρουσιάζει χαμηλές τιμές ως προς τους περιφερειακούς οικονομικούς δείκτες και σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα (ΓΓΕΤ, 2015). Παράλληλα παρουσιάζει σημαντικές εσωτερικές ανισότητες ανάμεσα στο ανεπτυγμένο «κέντρο» της Θεσσαλονίκης, που συγκεντρώνει τις οικονομικές δραστηριότητες, την έρευνα, τη διοίκηση και τις υποδομές και την σαφώς υποβαθμισμένη υπόλοιπη Περιφέρεια (Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, RIS3, 2016).

Για να αντιμετωπίσει τη διαρθρωτική της κρίση, η Περιφέρεια δίνει έμφαση στις στρατηγικές που θα αναπτύξουν σημαντικά τον τομέα της μεταποίησης σε αυτήν, με το μετασχηματισμό του σε βιομηχανία έντασης γνώσεων, μέσω ενίσχυσης βασικών σχετικών λειτουργιών, όπως στρατηγική πληροφόρηση, αφομοίωση τεχνολογίας και ανάπτυξη καινοτομίας. Ως κρίσιμο άξονα σχεδιασμού αναγνωρίζει την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Περιφέρειας, τα οποία εξειδικεύει στη σημαντική πρωτογενή παραγωγή, την υπάρχουσα μεταποιητική υποδομή και γνώση, την κομβική γεωγραφική θέση και το ακαδημαϊκό - ερευνητικό δυναμικό της. Ως άλλοι κρίσιμοι άξονες αξιολογούνται η στροφή στην παραγωγή ποιοτικών και εξειδικευμένων προϊόντων, η εξωστρέφεια, η τεχνολογική αναβάθμιση των παραγωγικών μέσων, η ενσωμάτωση καινοτομικών στοιχείων και διαδικασιών σχεδιασμού - παραγωγής και οι συνέργειες. Και αναγνωρίζει έξι κρίσιμους τομείς, που η συστηματική υποστήριξή τους θα επιφέρει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Αυτοί, κατά σειρά, περιλαμβάνουν τις Επιχειρήσεις:

1. Αγροτοδιατροφικού Τομέα
2. Κλωστοϋφαντουργίας - Ένδυσης
3. Χη μικών/Ενέργειας (Πετροχη μικών - Χη μικών - Πλαστικών)
4. Μη μεταλλικών Ορυκτών - Ξύλου - Επίπλου
5. Μετάλλου (Μεταλλουργίας - Προϊόντων από Μέταλλο - Μηχανών - Εξοπλισμού)
6. Ηλεκτρικών Μηχανών και Συσκευών - Ηλεκτρονικών Υπολογιστών - Επικοινωνιών - Πληροφορικής

Για τους τομείς αυτούς η Περιφέρεια προτείνει εξειδικευμένες στρατηγικές, που θα εστιάζουν στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας, παράγοντας και αξιοποιώντας τη νέα γνώση, θα ενισχύει και θα διατηρεί το ανθρώπινο δυναμικό και τις δεξιότητες καινοτομίας του κάθε τομέα, θα υποστηρίζει τις εθνικές και διεθνείς διασυνδέσεις και τις συνέργειες.

Η Περιφερειακή Ενότητα εξειδικεύει τις στρατηγικές στην Ημαθία. Η περιοχή εμφανίζει τους χαμηλότερους δείκτες και τα σημαντικότερα διαρθρωτικά προβλήματα, όχι μόνο στην Περιφέρεια, αλλά και στο Εθνικό επίπεδο. Ενδεικτικά, για την αρνητική οικονομική κατάσταση, η Ημαθία παρουσιάζει (Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, 2015):
• χαμηλό ΑΕΠ, που διαμορφώνεται στα 1.683 εκατ. ευρώ, δεύτερη μικρότερη τιμήστην Περιφέρεια
• μεγάλη μείωση του ΑΕΠ, -22,7%, για το διάστημα 2004-2012, δεύτερη αρνητικότερη τιμή για την περιφέρεια (Εθνικός Μ.Ο. -19,8%)
• χαμηλή ακαθάριστη προστιθέμενη αξία και σημαντικός περιορισμός το 2004-2008: -22,8%. Είναι η δεύτερη χειρότερη επίδοση της Περιφέρειας (Ελλάδα: -20%)
• Η προστιθέμενη αξία το διάστημα 2008-2012 χάνεται κυρίως από τον τομέα της Βιομηχανίας: -36,4%, μεγαλύτερη τιμή της Περιφέρειας (Μ.Ο.: -29,6%)
• Παρουσιάζει από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας του εργατικού δυναμικού, σε όλες τις κατηγορίες, σε Εθνικό Επίπεδο.

Εξειδικεύοντας στους τρεις Καλλικρατικούς Δήμους, με την αποδελτίωση τύπου των τοπικών εφημερίδων «Λαός Ημαθίας» (με έδρα στη Βέροια) και «Φωνή Νάουσας», τη μελέτη κειμένων σχετικών με το Στρατηγικό Προγραμματισμό τους που μας διέθεσαν οι υπηρεσίες των Δήμων, καθώς κ.α. σχετικό υλικό που συμπεριλαμβάνεται στη βιβλιογραφία, προσεγγίστηκαν τα βασικά χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν την Ταυτότητα του κάθε Τόπου.

Ιδιαίτερα στρατηγικός ο ρόλος της Νάουσας για τη βιομηχανική ανάπτυξη της Ημαθίας τις προηγούμενες δεκαετίες. Μια πόλη με 18.882 κατοίκους (ΕΛΣΤΑΤ, 2011), είναι το μεγαλύτερο σε πληθυσμό ορεινό αστικό κέντρο της Ελλάδας. Ο Καλλικρατικός Δήμος έχει πληθυσμό 32.494 ατόμων. Η θέση της πλεονεκτεί αρχικά ως προς το φυσικό της περιβάλλον: χτισμένη αμφιθεατρικά στους ανατολικούς πρόποδες του όρους Βέρμιο, οι ορεινοί όγκοι γύρω από τον οικισμό να καλύπτονται από πλούσια βλάστηση και την περιοχή του Αγίου Νικολάου -στα όρια του αστικού ιστού- να είναι ανακηρυγμένη ως «Τοπίο ιδιαιτέρου Φυσικού Κάλλους», τον πρώτο «μαγνήτη» για τη Νάουσα φαίνεται ότι της τον έχει δωρίσει απλόχερα η ίδια η φύση.

Στο εσωτερικό της έχουν διαμορφωθεί αρκετά και μεγάλα Πάρκα και Χώροι Αναψυχής. Το Δημοτικό Πάρκο δημιουργήθηκε την δεκαετία του 1950, είναι 30 στρέμματα, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ενδοαστικά πάρκα της χώρας, με επιβλητική θέα στον κάμπο, διαμορφωμένο ανθόκηπο και λίμνη 1,5 στρέμματος. Το γνωστότερο άλσος είναι του Αγίου Νικολάου, τρία χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης, στις πηγές του ποταμού της Αράπιστας σε μια πυκνή βλάστηση από πλατάνια. Στην τοπική βλάστηση υπάρχουν επίσης άγριο αυτοφυές πυξάρι, φλαμουριές και βελανιδιές.

Το δεύτερο μεγάλο συγκριτικό πλεονέκτημα το προσφέρει και αυτό η φύση και είναι ο ποταμός Αράπιτσα. Διασχίζει την πόλη και είναι ο σημαντικότερος υδροφορέας της περιοχής.

Παράλληλα, προσφέρει σημαντική υδροηλεκτρική ενέργεια, αποτελώντας την αιτία για τη χωροθέτηση σημαντικών εξωστρεφών βιομηχανιών τις περασμένες δεκαετίες, μέσα στην πόλη. Η σημαντική ανάπτυξη της βιομηχανίας, με βιώσιμο και ισόρροπο τρόπο, είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα που πρόσθεσε η ανθρώπινη δραστηριότητα στη Νάουσα.

Παρατηρείται μια ισορροπία ανθρώπινης δραστηριότητας, κατοικίας και ελεύθερων χώρων που εντυπωσιάζει αμέσως τον επισκέπτη. Τα βιομηχανικά κτίρια και οι κατοικίες βρίσκονται σε λειτουργική ισορροπία, με τρόπο φιλικό προς το περιβάλλον. Τα βιομηχανικά κτίρια χαρακτηρίζουν την αρχιτεκτονική της, βρίσκονται διάσπαρτα σε ολόκληρο τον οικιστικό ιστό και χρησιμοποιήθηκαν κατά τον 19ο και 20ο αιώνα κυρίως ως Κλωστοϋφαντουργεία. Από τη δεκαετία του 90 και μετά τα εργοστάσια, σταδιακά έπαψαν τη λειτουργία τους, εξαιτίας της αποβιομηχάνισης. Έτσι, παρέμειναν σήμερα στην πόλη ως κλειστές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, για να θυμίζουν τις παλαιότερες εποχές της ευημερίας της. Ορισμένα από αυτά περιήλθαν στον Δήμο και ξεκίνησε να τους αλλάζει χρήση. Ένα από αυτά στέγαζε, μέχρι πρόσφατα, το τμήμα Διοίκησης Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου Μακεδονίας ενώ άλλα έχουν γίνει Μουσεία και Πολυχώροι Πολιτισμού. Ωστόσο, τα περισσότερα βρίσκονται σε καλή κατάσταση, τα μηχανήματα είναι σχετικά πρόσφατης τεχνολογίας και καλοδιατηρημένα, επομένως θα μπορούσαν άμεσα να επαναχρησιμοποιηθούν για βιομηχανική χρήση.

Δεν ήταν όμως μόνο το συγκριτικό πλεονέκτημα της πόλης στην άφθονη και φτηνή ενέργεια που της πρόσφεραν τα νερά της που έφεραν την άνθιση της βιομηχανίας, αλλά και η ιδιαίτερα στρατηγική θέση της. 32 χλμ νότια από την Έδεσσα, 90 χλμ από τη Θεσσαλονίκη και 178 χλμ από τη Λάρισα.

Η Νάουσα είναι μία πόλη βιομηχανική, από την αρχή της βιομηχανικής επανάστασης και παραμένει μέχρι και σήμερα, στοιχείο που έχει αποτυπωθεί στη φυσιογνωμία της πόλης. Ο οικισμός ξαναδημιουργήθηκε τα χρόνια της Τουρκοκρατίας, με πρώτες βασικές δραστηριότητες την χειροτεχνεία: οπλουργία, χρυσοχοΐα, υφαντουργία, κ.ά. Το 1874-1875, τελευταία χρόνια της Τουρκοκρατίας, ξεκινά τη λειτουργία του η πρώτη βιομηχανία στο χώρο των Βαλκανίων, με την σύγχρονη έννοια του όρου. Ήταν το εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας «Λόγγου-Κίρτση- Τουρπάλη».
Σύντομα, θα άνοιγαν και άλλες κλωστοϋφαντουργίες. Οι βιομήχανοι επωφελήθηκαν από τη διεθνή πτώση της τιμής βαμβακιού, του φτηνού νερού ως ενέργεια και των χαμηλών μισθών και έτσι κατάφεραν να ανταγωνιστούν με επιτυχή τρόπο τις εισαγωγές βαμβακερών από το εξωτερικό. Δεν αργούν και οι εξαγωγές στις χώρες της Ευρώπης.

Η Νάουσα αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς. Σε ένα αιώνα ο πληθυσμός θα διπλασιαστεί, ενώ θα ο τόπος θα αποκτήσει επιπλέον φήμη για το κρασί και για τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Έτσι, το 1912 που εντάχθηκε στο Ελληνικό κράτος, η Νάουσα ήταν μία βιομηχανική πόλη των 9.000-12.000 κάτοικων, με 20% ήταν βιομηχανικοί εργάτες, στην πλειοψηφία ανύπαντρες γυναίκες.
Οι ψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης θα διατηρηθούν και στο Ελληνικό κράτος. Νέες βιομηχανικές μονάδες ιδρύονται, η γεωργία εκσυγχρονίζεται με την συστηματική δεντροκαλλιέργεια και το εξωτερικό εμπόριο εκτινάσσεται. Η κλωστοϋφαντουργία παραμένει η «ατμομηχανή» για την οικονομία της πόλης. Η συνεχής αναπτυξιακή πορεία, με βασικό πυλώνα τη βιομηχανία, διακόπτεται από την αποβιομηχάνιση, τη δεκαετία του 90.

Σήμερα, η πόλη βιώνει με ένα από τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στην Ελλάδα, που αγγίζει το 50%, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Εργατικού Κέντρου της πόλης: «Πολλά λουκέτα έχουν μπει στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, της επεξεργασίας ξύλου και της κονσερβοποιίας. Πριν από 15 χρόνια στην κλωστοϋφαντουργία απασχολούνταν 4.500 εργαζόμενοι, σήμερα δουλεύουν μόνο 200 άτομα. Στην επεξεργασία ξύλου δούλευαν 1.500 άτομα, φέτος μόλις 200» (Τσίτσης, 2012).

Από την παλιά σημαντική βιομηχανική παραγωγή της πόλης, παραμένει μόνο ένα μικρό ποσοστό της και αυτό περιορίζεται κυρίως στον Αγροτοδιατροφικό τομέα. Η οινοπαραγωγή στην περιοχή έχει αναπτυχθεί από την αρχή σε υγιείς και εξωστρεφείς βάσεις, μάλιστα είναι από τα πρώτα κρασιά στην Ελλάδα που κυκλοφόρησαν εμφιαλωμένα. Το όνομα της ιδιαίτερης ποικιλίας του κρασιού αυτού είναι το ξινόμαυρο, που αποτελεί Ονομασία Προέλευσης Ανωτάτης Ποιότητος.

Η ευρύτερη πεδινή περιοχή της Νάουσας παράγει υψηλής ποιότητας ροδάκινα, μήλα και κεράσια και διατίθενται σε εγχώριες και διεθνείς αγορές, ενώ ένα σημαντικό μέρος της αγροτικής παραγωγής συσκευάζεται ή/και επεξεργάζεται περαιτέρω, σε εργοστάσια της περιοχής. Η πόλη της Νάουσας είναι μία κλασική περίπτωση αποβιομηχάνισης, η οποία προκλήθηκε από εσωτερικούς και εξωτερικούς παράγοντες. Οι επιπτώσεις στην πόλη σημαντικές, αλλά δεν έχουν φτάσει σε σημείο απώλειας των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής.
Η Νάουσα δεν υστερεί ούτε στην ενότητα πολιτισμός, με σημαντικό αρχαιολογικό και πολιτιστικό πλούτο. Ξεχωρίζουν τα ερείπια της περίφημης Σχολής του Αριστοτέλη, στη θέση «Ισβόρια» Νάουσας. Ο χώρος αυτός αξιοποιήθηκε τουριστικά, με φιλικό στο περιβάλλον σχεδιασμό και χρηματοδότηση από το Πρόγραμμα LIFE Άλλοι σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι: το αρχαίο θέατρο της Μίεζας, ο μεγάλος Μακεδονικός τάφος «Κρίσεως», καθώς οι Μακεδονικοί τάφοι των Ανθεμίων και του «Kinch», ο Μακεδονικός τάφος των Λύσωνος και Καλλικλέους, κ.ά.

Έτσι, η πόλη συγκεντρώνει μεγάλο σχετικά αριθμό Μουσείων: το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, το Μουσείο Οίνου και Αμπέλου, το Λαογραφικό Μουσείο Βλάχων, την Εύξεινο Λέσχη Ποντίων Νάουσας και τη Συλλογή Σιμανίκα. Οι αρχαιολογικοί θησαυροί, ο πολιτισμικός πλούτος, το ιδιαίτερο φυσικό και κτισμένο περιβάλλον και η φιλοξενία των κατοίκων, σε συνδυασμό με σύγχρονες υποδομές που διαθέτει η Περιφερειακή Ενότητα, όπως τα κοντινά χιονοδρομικά κέντρα «Σελίου» και «3-5 Πηγάδια», από τα γνωστότερα της χώρας, αναδεικνύουν την περιοχή σε ξεχωριστό τουριστικό προορισμό.

Στα 22 χλμ από τη Νάουσα βρίσκεται η πρωτεύουσα, έδρα και μεγαλύτερη πόλη της Περιφερειακής Ενότητας, Βέροια. Κτισμένη και αυτή στους πρόποδες του Βερμίου, έχει 43.158 μόνιμους κατοίκους (ΕΛΣΤΑΤ, 2011). Ο Καλλικρατικός Δήμος έχει πληθυσμό 66.547.
Είναι μία πόλη που ξεχωρίζει για τον υψηλό πολιτιστικό πλούτο, τις μοναδικές αρχαιότητες και την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, συνθέτοντας ένα ξεχωριστό ανθρωπογενές περιβάλλον που αποτελεί πόλο έλξης και συγκριτικό πλεονέκτημα για την περιοχή.

Σημαντικότεροι αρχαιολογικοί της χώροι: η Βεργίνα, στη θέση των αρχαίων Αιγών, με τον τάφο του Βασιλιά Φιλίππου και το σύγχρονο υπόγειο μουσείο, το Βήμα του Αποστόλου Παύλου, ιστορικό μνημείο παγκοσμίου ενδιαφέροντος και πηγή θρησκευτικού τουρισμού, ο Αρχαιολογικός χώρος Αγίου Παταπίου, κέντρο της αρχαίας, αλλά και της παλαιοχριστιανικής Βέροιας κ.ά.

Η Βέροια είναι επίσης γνωστή για τις πολυάριθμες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες. Σήμερα σώζονται 48, γεγονός που της έδωσε το όνομα «μικρή Ιερουσαλήμ».Σημαντικά και τα Οθωμανικά μνημεία της πόλης, όπως η παλαιά Μητρόπολη, το Χουνκιάρ Τζασίμι, το Καζακτσί και Ορτά Τζαμί -μερικές από παλιές εκκλησίες που μετέτρεψαν οι Τούρκοι σε τζαμιά- το Μεντρεσέ τζαμί, ένα νεότερο μουσουλμανικό τέμενος, που χρονολογείται από τα μέσα του 19ου αιώνα και το μουσουλμανικό ιεροδιδασκαλείο. Η πόλη διατηρεί και προβάλλει το αξιόλογο ιστορικό, πνευματικό και εν γένει συμβολικό της κεφάλαιο με τα πολλά της μουσεία: το Βυζαντινό, το Αρχαιολογικό, το Μουσείο Εκπαίδευσης, το Μουσείο Νεότερης Ιστορίας και Τέχνης, το Λαογραφικό Μουσείο.

Παράλληλα, η πόλη έχει να παρουσιάσει ένα ιδιαίτερο οικιστικό σύνολο, με χαρακτηριστικά δείγματα της βεροιώτικης αρχιτεκτονικής και τους παραδοσιακούς οικισμούς Μπαρμπούτα και Κυριώτισσα, την εβραϊκή και τη χριστιανική συνοικία δηλαδή αντίστοιχα. Η Μπαρμπούτα χρονολογείται από τα ρωμαϊκά χρόνια (50 μ.Χ.). Ένα περίκλειστο και απομονωμένο «γκέτο», δίπλα στον ποταμό της πόλης, τον Τριπόταμο, με τη συναγωγή της και το θρησκευτικό λουτρώνα. Χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά της στοιχεία τα σαχνισιά (προεξοχές των κτιρίων), ο υπερυψωμένος της στέγης ηλιακός και οι ιδιαίτερες δίφυλλες βαριές εξώπορτες. Η χριστιανική συνοικία Κυριώτισσα χαρακτηρίζεται από τα στενά καλντερίμια, τα λιθόστρωτα σοκάκια, τις στέγες των σπιτιών και τις μικρές λιθόκτιστες εκκλησίες. Ακολουθεί το αρχιτεκτονικό στυλ της Μπαρμπούτας με τα σαχνισιά και τις βαριές πόρτες. Πολλά από τα διατηρητέα σπίτια αναπαλαιώθηκαν και λειτουργούν ως χώροι αναψυχής/διασκέδασης.

Ξεχωρίζουν ακόμα το εντυπωσιακής αρχιτεκτονικής κτίριο του 1905, που από το 1996 στεγάζει Δημαρχείο, το παλαιό δικαστικό μέγαρο, το νεόκτιστο Συνεδριακό κέντρο, το μεγάλο ανοικτό θέατρο «Μελίνα Μερκούρη» κ.ά. Χαρακτηριστικές και οι πάρα πολλές χτιστές με κόκκινο τουβλάκι δημόσιες βρύσες, με το νερό να τρέχει συνεχώς, διάσπαρτες στην πόλη.

Η Βέροια συνδυάζει τη σημαντική πολιτιστική παράδοση του παρελθόντος με την άνθιση του σήμερα, γεγονός που αποτελεί σταθερό πόρο και συντελεστή αστικής ανάπτυξης, δεδομένου ότι ήδη από χρόνια διαθέτει επαρκείς και εκσυγχρονισμένες υποδομές. Ξεχωρίζουν οι πολλές και σημαντικές πολιτιστικές εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα στην πόλη, στους χώρους γραμμάτων και τεχνών που διαθέτει, όπως η ευρωπαϊκών προδιαγραφών Δημοτική Βιβλιοθήκη -από τις κορυφαίες της χώρας- το Συνεδριακό Κέντρο, η Αντωνιαδείος Στέγη το Δημοτικό Ωδείο, η Σχολή Χορού, τα Εικαστικά Εργαστήρια και η Φιλαρμονική του Δήμου. Το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Βέροιας είναι από τα κορυφαία ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. στην Ελλάδα.
Στην πόλη στεγάζονταν μέχρι και το 2013 το Τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ενώ από το 2009 λειτουργεί το μεταπτυχιακό πρόγραμμα στην Επιστήμη του Διαδικτύου του Τμήματος Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ανεπτυγμένος, και σε ποικίλες μορφές, είναι και ο αθλητισμός, θεωρείται μάλιστα η μητρόπολη του ελληνικού χάντμπολ. Οι αθλητές της σημειώνουν σημαντικές επιτυχίες και στα χειμερινά σπορ, ιδιαίτερα στο σκι.

Γνωστή και για τη γαστρονομία της, με την τοπική κουζίνα περιλαμβάνει φαγητά με μαγειρεμένα κρέατα, κυνήγι από τα δάση του Βερμίου, παραδοσιακές πίτες και τον αλμυρό μπάτζο, ο οποίος είναι ένα είδος τυριού. Παραδοσιακό γλυκό της πόλης αποτελεί το ρεβανί που διατίθεται σε όλα σχεδόν τα ζαχαροπλαστεία της Βέροιας, αλλά και οι σιροπιαστοί λουκουμάδες.

Στα συγκριτικά της πλεονεκτήματα και το εξαιρετικό φυσικό περιβάλλον της. Ο ποταμός Τριπόταμος διασχίζει το δυτικό μέρος της πόλης και μπορεί κανείς να περπατήσει στα γεφυράκια και την κοίτη του. Η κεντρική πλατεία της πόλης, «Εληά», λέγεται και «μπαλκόνι της Βέροιας», λόγω της θέσης της, πάνω στην πλαγιά. Στα όρια του Δήμου βρίσκεται και το φράγμα του Αλιάκμονα, του μεγαλύτερου ποταμιού της χώρας, ένα άριστο δείγμα φυσικού κάλλους και μοναδικό θέαμα για τον κόσμο, όπου πραγματοποιούνται πολλές και σημαντικές εκδηλώσεις, κατά τη θερινή περίοδο. Αλλά και το τοπίο της Βέροιας είναι και αυτό μοναδικό, εξαιτίας κυρίως του καταπράσινου Βερμίου. Παρόλα τα εντυπωσιακά συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής, που θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ανάπτυξη του τουρισμού, οι βασικοί τομείς της οικονομίας της πόλης είναι ο παραγωγικός αγροτικός τομέας και οι διοικητικές υπηρεσίες.
Τα βασικά αγροτικά προϊόντα είναι τα φρούτα και τα λαχανικά. Ξεχωρίζουν οι καλλιέργειες ροδάκινων, επιτραπέζιων και βιομηχανικών. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σημαντική στροφή και σε νέες καλλιέργειες. Σχετική και η βιομηχανική της δραστηριότητα, εστιάζει στον αγροτοδιατροφικό τομέα, ιδιαίτερα στη συσκευασία - κονσερβοποιία αγροτικών προϊόντων και χυμών, με σημαντικές μάλιστα εξαγωγικές επιδόσεις.

Σημαντική και η θέση της περιοχής, καθώς και οι υποδομές που διαθέτει. Βρίσκεται δίπλα στην Εγνατία οδό, διαθέτει σιδηροδρομικό σταθμό και εξυπηρετείται από τη σιδηροδρομική γραμμή Θεσσαλονίκης - Φλωρίνης και από τον προαστιακό σιδηρόδρομο της Θεσσαλονίκης, από όπου απέχει 68 χλμ.
Η πόλη ως διοικητικό κέντρο της Περιφερειακής Ενότητας και εξαιτίας των πολλών και σε σημαντική διάχυση πολιτιστικών δραστηριοτήτων σε αυτήν, αλλά και της εύκολης πρόσβασης από τη Θεσσαλονίκη, συγκεντρώνει σημαντικές διοικητικές υπηρεσίες, ενώ πολιτιστικό κεφάλαιο αποτελεί και το σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της που ασχολείται με αυτόν τον τομέα, είναι σχετικά υψηλής τεχνογνωσίας και αποτελεί τη δημιουργική τάξη της περιοχής.

Η Αλεξάνδρεια είναι η τρίτη πόλη της περιοχής, μία παραδοσιακά αγροτική πόλη, στο κέντρο του μεγάλου κάμπου της κεντρικής Μακεδονίας, με πληθυσμό 14.821 κατοίκους. Παρουσιάζει μεγάλη ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, με έμφαση τις αγροτο-κτηνοτροφικές δραστηριότητες, σε άμεση διασύνδεση με τον αναπτυξιακό πόλο της Θεσσαλονίκης, από την οποία απέχει μόλις 50 χλμ ή 30 λεπτά με το τραίνο. Η πόλη διαθέτει μία δραστήρια δημοτική βιβλιοθήκη.

5. Συμπεράσματα
Η Ημαθία αποτελεί μία ευρύτερη χωρική ενότητα με σημαντικά, σήμερα, διαρθρωτικά προβλήματα, η οποία ωστόσο συγκεντρώνει κρίσιμα συγκριτικά πλεονεκτήματα, τα οποία θα μπορούσε να αξιοποιήσει ο στρατηγικός σχεδιασμός, στη βάση ενός συνολικού - εναλλακτικού μοντέλου, για να δημιουργήσει σταθερούς και ταχύτατους ρυθμούς ανάπτυξης.
Το μοντέλο αυτό θα εστιάζει στο τοπικό επίπεδο, θα αξιοποιεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τις δεξιότητες, τα προτερήματα, τις προτιμήσεις και τις επιλογές των μικρο-τόπων, συνθέτοντάς τες τελικά σε ένα ενιαίο, λειτουργικό σύνολο. Σε αυτό το σύνολο τοπικών στοιχείων θα προσδώσει τα απαραίτητα εκείνα χαρακτηριστικά, ώστε το τελικό σχέδιο:

1. Να ικανοποιεί τις επιθυμίες και το όραμα που θα σχηματοποιήσει η τοπική κοινωνία.
2. Να αναδεικνύει τις εσωτερικές συγκεντρώσεις και τις χωρικές εξειδικεύσεις.
3. Να αναγνωρίζει, να ενισχύει και να επικοινωνεί, εσωτερικά και εξωτερικά, τον ιδιαίτερο χαρακτήρα των μικρο-τόπων και την ενιαία ταυτότητα της περιοχής.
4. Να ενισχύει την προστιθέμενη αξία των τελικών προϊόντων/υπηρεσιών.
5. Να προετοιμάζει και να οργανώνει έγκαιρα δομές και μηχανισμούς στήριξης, ώστε να καταφέρνει να υποστηρίζεται αποτελεσματικά από τη διοίκηση στο τοπικό επίπεδο, κατά την υλοποίησή του.

Η εφαρμογή στην Ημαθία θα έχει πιλοτικό χαρακτήρα, οι επιλογές θα διαμορφώνονται σταδιακά, ο σχεδιασμός θα περιορίσει τον κίνδυνο αστοχιών και αρχικών αδυναμιών του πρωτοποριακού εγχειρήματος, διατυπώνοντας από την αρχή συμβουλευτικούς μηχανισμούς ελέγχου και παρακολούθησης.

Κατά την εφαρμογή θα εξεταστεί σε βάθος και θα εξειδικευτεί η διαφοροποίηση των χαρακτηριστικών της Ταυτότητας. Η αρχική προσέγγιση έδειξε:
• Νάουσα: Σημαντική βιομηχανική παράδοση, ιδιαίτερα στον Τομέα Κλωστοϋφαντουργία - Ένδυση, με μεγάλο αριθμό αργών σήμερα βιομηχανικών υποδομών και εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, που παραμένει στην περιοχή. Ιδιαίτερη βιομηχανική παράδοση και υψηλός βαθμός αφομοίωσης από τον πληθυσμό της βιομηχανικής κουλτούρας. Ευκαιρίες ταχείας ανάπτυξης της καινοτομίας. Συγκριτικά πλεονεκτήματα για την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού, ιδιαίτερα του συνεδριακού.
• Βέροια: Ύπαρξη σημαντικών διοικητικών υποδομών. Δυνατότητες ανάπτυξης της Μεταποίησης, με έμφαση στον Αγροτοδιατροφικό Τομέα, καθώς και των υπηρεσιών σε σχέση με την μεταποίηση. Δημιουργική πόλη. Ιδιαίτερες δυνατότητες για τη βελτίωση της επισκεψιμότητας της περιοχής, με αξιοποίηση του πολιτιστικού πλούτου και προϊόντος, καθώς και της κουλτούρας των κατοίκων της.
• Αλεξάνδρεια: Υψηλές δυνατότητες ανάπτυξης της αγροτικής παραγωγής και του αγροτοδιατροφικού τομέα, καθώς και σύγχρονων διαδικασιών logistics. Γειτνίαση με Θεσσαλονίκη και Λάρισα. Σημαντικές καλλιεργήσιμες - πεδινές εκτάσεις.
Η Ημαθία συνολικά έχει τη δυνατότητα να αναδείξει μία συνολική ταυτότητα που θα καταστήσει εφικτή την ισόρροπη ανάπτυξη των τομέων της. Έμφαση μπορεί να δοθεί στην ιδιαίτερη ανάπτυξη των κλάδων και των δραστηριοτήτων που αποτελούν την αλυσίδα αξίας «Βαμβάκι - Κλωστοϋφαντουργία - Ένδυση», στοχεύοντας στην ανάδειξη της περιοχής σε «Παγκόσμιο Κέντρο» ως προς τη συγκεκριμένη αλυσίδα. Παράλληλα, αποφεύγοντας τη «μονοκαλλιέργεια» υπάρχει η δυνατότητα να υποστηριχτεί η περαιτέρω ανάπτυξη του Αγροτοδιατροφικού Τομέα, καθώς και ο Τουρισμός, ιδιαίτερα οι ειδικές μορφές του που συνδέονται με καλύτερα αποτελέσματα για την περιοχή, όπως ο συνεδριακός ο πολιτιστικός, ο αρχαιολογικός κ.ά. Οι επιλογές αυτές εντάσσονται και στις προτεραιότητες του σχεδιασμού στο Περιφερειακό επίπεδο.

Για να υποστηριχτεί αποτελεσματικά αυτή η προοπτική, οφείλουν να ενεργοποιηθούν άμεσα και να το απαιτήσουν οι τοπικές κοινωνίες και οικονομίες, ώστε να ξεκινήσουν τις διαδικασίες διαβούλευσης που θα διατυπώσουν το όραμα για την περιοχή, θα συνεργαστούν για τη διατύπωση της ταυτότητας και θα συναποφασίσουν για τις κατάλληλες λύσεις και εφαρμογές, καταλήγοντας σε ένα συνολικό σχέδιο.

Η Ημαθία μπορεί και πρέπει να γίνει το πεδίο για την τεκμηρίωση ενός διαφορετικού αναπτυξιακού μοντέλου, με χωρική εξειδίκευση. Η παγκόσμια οικονομική αποδιοργάνωση και κατάρρευση αλλάζει τα δεδομένα του σχεδιασμού και υπάρχει πλέον η δυνατότητα να περάσουμε από τις «Ανταγωνιστικές Πόλεις» στα «Ευρύτερα Συνεργαζόμενα Χωρικά Συστήματα», συστήματα που θα ενισχύουν τοπικά την προστιθέμενη αξία του παρεχόμενου προϊόντος/υπηρεσίας τους, θα αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των περιοχών, θα επιτυγχάνουν σημαντικές οικονομίες συγκέντρωσης, θα αναδεικνύουν συνεργατικές νοοτροπίες και στρατηγικές. Για να μπορούν να έχουν αποτελεσματικότητα και διάρκεια οι πολιτικές αυτές, είναι αναγκαία η εξαρχής τεκμηρίωση ενός σχεδίου για την περιοχή, το οποίο θα ζητείται και θα αναπτύσσεται από το τοπικό επίπεδο, θα αναγνωρίζει και θα εξειδικεύει στην ταυτότητα της κάθε χωρικής ενότητας, θα υποστηρίζει τη συμμετοχή των μικρο-κοινωνιών ως δρώντα υποκείμενα του σχεδιασμού. Ένα σχέδιο που θα εκπορεύεται «από τα κάτω» και θα αποβλέπει στην ισόρροπη ανάπτυξη των «Χωρικών Συστημάτων».

Η ανάπτυξη αυτή στο τοπικό, θα μπορέσει να υποστηρίξει αποτελεσματικά και την Παραγωγική Ανασυγκρότηση στα μεγαλύτερα επίπεδα, αξιοποιώντας τα διαμορφούμενα δίκτυα και διασυνδέσεις, υποστηρίζοντας τις εξειδικεύσεις άλλων «Ευρύτερων Συνεργαζόμενων Χωρικών Συστημάτων», ούτως ώστε να λειτουργούν μεταξύ τους συμπληρωματικά, ενισχύοντας περαιτέρω την παραγόμενη αξία, προσβλέποντας σε οικονομίες κλίμακας, υποστηρίζοντας την εξωστρέφεια και ορθολογικοποιώντας τις διαδικασίες της αγοράς.

Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Adecco Ελλάς (2016), ‘Η Απασχολησιμότητα στην Ελλάδα, 2016’
Γ.Γ. Βιομηχανίας, ΥΠΑΠΕΝ (2015), ‘Πλαίσιο Στρατηγικών Επιλογών Βιομηχανικής Πολιτικής 2014¬2020’.
ΓΓ Έρευνας - Τεχνολογίας (2015), ‘Εθνική Στρατηγική Έρευνας και Καινοτομίας για την Έξυπνη Εξειδίκευση (RIS3) 2014-2020’
Γοσποδίνη Α. και Μπεριάτος Η. (2006), ‘Μετασχηματισμοί των Αστικών Τοπίων στις Συνθήκες της Παγκοσμιοποίησης, του Ανταγωνισμού των Πόλεων και των Μεταμοντέρνων Κοινωνιών’, στο Α. Γοσποδίνη και Η. Μπεριάτος (επ) Τα Νέα Αστικά Τοπία και η Ελληνική Πόλη, Αθήνα: Κριτική. Δέφνερ, Α. και Καραχάλης Ν. (επ.) (2012) Marketing και Branding Τόπου. Η Γιεθνής Εμπειρία και η Ελληνική Πραγματικότητα, Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας.
Δέφνερ Α., Καραχάλης Ν. και Μεταξάς, Θ. (2012), ‘Εισαγωγή: Το Marketing και Branding του Τόπου στην Ελλάδα: Η Θεωρία, η Πρακτική και η Διδασκαλία ενός Πολυπιστημονικού Αντικειμένου’, στο Δέφνερ και Καραχάλης (επ.), 17-37.
Δήμος Αλεξάνδρειας Ημαθίας (2016), ‘Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Αλεξάνδρειας Ημαθίας’. Διαθέσιμο στο: http:/Av\v\v.alexandria.gr/index.php?option=com content&vie\v=section&lavoiit=blog&id=112&lt emid=42&lang=el
Δήμος Βέροιας (2016), ‘Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Βέροιας’. Διαθέσιμο στο: http://www.veria.gr/new/
Δήμος Ηρωικής Πόλεως Νάουσας (2015), ‘Προτεινόμενα Έργα για την Ε' Προγραμματική Περίοδο.’ Δήμος Ηρωικής Πόλεως Νάουσας (2016), ‘Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Δήμου Νάουσας’. Διαθέσιμο στο: http://www.naoussa.gr/municipality/business-plan/index.htm Δήμος Ηρωικής Πόλεως Νάουσας (2016), ‘Δημοτικά Έργα που υλοποιεί ή ολοκλήρωσε ο Δήμος Νάουσας’. Διαθέσιμα στο: http://www.naoussa.gr/municipality/activities/projects.asp ΕΛΣΤΑΤ, ‘Απογραφή Πληθυσμού 2011’.
ΕΛΣΤΑΤ (2017), ‘Έρευνα Εργατικού Δυναμικού: 1981 - 2015’
Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2016), Βρυξέλλες: Πρακτικά 20/5/2016.
Ευρωπαϊκό Συμβούλιο (2016), Βρυξέλλες: Συμπεράσματα Συνεδρίασης 15/12/2016 Eurostat (2014), Ευρωπαϊκές Στατιστικές για την Απασχόληση.
Harvey, D. (2009), Η Κατάσταση της Μετανεωτερικότητας, Αθήνα: Μεταίχμιο.
Καθημερινή, Η (2001), ‘Βιομηχανική Νάουσα’, Επτά Μέρες, 11/3/2001
Καραμανώφ Μ. (2011), Τα Όρια των Ιδιωτικοποιήσεων: Βιώσιμο Κράτος και Αημόσια Κτήση, Αθήνα: Κυριακίδης
Κολέμπας Γ. (2009), Τοπικοποίηση: Από το Παγκόσμιο στο Τοπικό, Αθήνα: Αντιγόνη.
Λαπαβίτσας Κ. (2012), Ρήξη; Αιέξοδος από την Κρίση της Ευρωζώνης, Αθήνα: Λιβάνη.
Κούσουλας Κ. (2001), ‘Η Νάουσα και τα Κρασιά της’, Νιάουστα, 94, 32-35 Λαός Ημαθίας, Διαθέσιμος στο: http: //www.laosver.gr/arxiki-news -portal .html
Μάρκου Μ. (2014), ‘Από το Υλικό των Ονείρων: Ο Φαληρικός Όρμος σε μία Ακόμα Μεγάλη Αφήγηση’, Γεωγραφίες, 24, 25-38 Μόνιμη Ελληνική Αντιπροσωπεία στην Ε.Ε (2015), Τομεακή Ομάδα Εργασίας για την
Ανταγωνιστικότητα και Ανάπτυξη, Θεματική Ενότητα Βιομηχανία, ‘Αντικείμενο Αλυσίδες Αξίας’, Βρυξέλες: Πρακτικά 28/10/2015.
Μπούργος Μ. (2016), ‘Στρατηγικός Σχεδιασμός στη Βιομηχανία: Προτεραιότητα - Αναγκαιότητα και νέα Δεδομένα της Ανασυγκρότησης’, Εισήγηση στο Τριήμερο Διεθνές Επιστημονικό Συνέδριο του Μαρξιστικού Χώρου Μελετών, Εθνικό Νόμισμα, Αημόσιο Χρέος και Παραγωγική Ανασυγκρότηση, 15-17/1/2016.
Παλαιολόγος Γ. (2014), ‘Στερεύει από Βιομηχανίαες η Β. Ελλάδα’, H Καθημερινή, 15/2/2014. Διαθέσιμο στο:http://www.kathimerini.gr/753960/artide/epikairothta/ellada/stereyei-apo-viomhxanies-h-v-ellada
Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, Ειδική Υπηρεσία Διαχείρισης (2015), ‘Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας’.
Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (2016), ‘Η Στρατηγικής Ευφυούς Εξειδίκευσης (RIS3) στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας’.
Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας (2015), ‘Μελέτη Διάγνωσης των Αναγκών της Αγοράς Εργασίας στην Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας’, Θεσσαλονίκη: Acronym Business Consultans ΣΕΒ (2017), ‘Εβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική Οικονομία’, 86, 2/3/2017, 1
Σταμπουλής Γ. Μπατή Α. και Σκάγιαννης Π. (2012), ‘Υπάρχει χώρος για το Εσωτερικό Μάρκετινγκ στο Στρατηγικό Σχεδιασμό του Τόπου;’, στο Δέφνερ και Καραχάλης (επ.), 168-181.
Toussaint E., Fatorelli M., CADTM και South J. (2011), Ανοίγουμε τα Βιβλία του Χρέους, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
Τσίτης Α. (2012), Εργατικό Κέντρο Νάουσας
Φωνή Νάουσας, Διαθέσιμη στο http: //www.foninaousis.gr/
Wikipedia, ‘Ημαθία’, Διαθέσιμο στο

Ξενόγλωσση
Bell D. (1973), The Coming of Post-Industrial Society: A Venture in Social Forecasting, New York: Basic Books, 1973
Dicken P. και Tickel A. (1992), “Competitors or Collaborators? The Structure of Inward Investment Promotion in Northern England”, Regional Studies 26 99-114.
Kotler P, Halder D. και Rein I. (1993), Marketing Places: Attracting Investments, Industry and Tourism to Cities, States and Nations, New York: The Free Press.
Metaxas T. (2010), “Cities Competition, Place Marketing and Economic Development in South Europe: the Barcelona Case as FDI Destination”, Theoretical and Empirical Researches in Urban Management, 5(14), 5-19.

*Δεύτερο Πανελλήνιο Συνέδριο Marketing & Branding Τόπου, Λάρισα 31 Μαρτίου-2 Απριλίου 2017