Ο δήμος γιορτάζει η μνήμη του Αγγελή Γοβιού στην Λίμνητην 1η Κυριακή του Ιουλίου (06/07/2014) .Ο Αγγελής Γοβιός ή Γοβγίνας ήταν οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης.
Γεννήθηκε το 1780 στην Λίμνη Ευβοίας και πέθανε σε ενέδρα τη Μεγάλη Τρίτη 28 Μαρτίου 1822. Το πραγματικό επίθετο του Αγγελή κατά την προφορική παράδοση ήταν Τζουτζάς η Τζοτζάς, που υπάρχει και σήμερα στη Λίμνη. Το Γοβιός ήταν παρατσούκλι. Στη Λίμνη είναι συνηθισμένα τα παρατσούκλια που έχουν σχέση με τα ψάρια. Μαζί με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, το Αθανάσιο Διάκο και πολλούς ακόμη πρωτεργάτες της Επανάστασης του 1821, θήτευσε στην φρουρά του Αλή Πασά και σπούδασε πολεμικές τέχνες στη στρατιωτική σχολή του θρυλικού Αλβανού ηγέτη της Ηπείρου. H συμμετοχή του στη μάχη της Γραβιάς τον έκανε ξακουστό για τη γενναιότητα του και το θάρρος του. Ήταν ένας εκ των πρωτεργατών του ευβοϊκού ξεσηκωμού και επικεφαλής του οργανωμένου ένοπλου αγώνα.Ο Αγγελής Γοβιός ήταν αρχικά ναυτικός όπως ο πατέρας του και αργότερα πειρατής. Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος πρότεινε τον Αγγελή στον
Αλή Πασά, και όσο πολεμούσαν μαζί, ο Ανδρούτσος είχε τον Αγγελή Γοβιό υπασπιστή του, επειδή τον είχε διακρίνει για την ανδρεία του. Ο Αγγελής Γοβιός διακρίθηκε στη μάχη στο Χάνι της Γραβιάς, όπου πιάστηκε τρίτος στον χορό και λίγο μετά την έξοδο απ' το Χάνι της Γραβιάς, γύρισε πίσω για να πάρει την ξεχασμένη κάπα του. Με το ξεκίνημα της επανάστασης οι κάτοικοι της Εύβοιας ζήτησαν απ' τον Οδυσσέα Ανδρούτσο να γίνει αρχηγός τους. Ο Ανδρούτσος τους πρότεινε τον Αγγελή Γοβιό και στην επιστολή του έγραφε "Σας στέλνω τον αδελφό μου Αγγελή, ο οποίος είναι ξεφτέρι στον πόλεμο και στα ζιναέτια (σημ. στρατηγήματα) δεν έχει ταίρι..." Οι οπλαρχηγοί της Εύβοιας έκαναν συμβούλιο υπό τον Αλέξανδρο Κριεζή και αποφάσισαν να δώσουν την αρχηγία στον
Αγγελή Γοβιό
Κατάφερε πολλές νίκες κατά των Τούρκων. Κατατρόπωσε τους Οθωμανούς στην μάχη των Δύο Βουνών (1,5 χλμ βορειοανατολικά της Χαλκίδας), στη Μάνικα τον Μάιο του 1821 και στα Βρυσάκια στις 15 Ιουλίου του 1821,
Η μάχη στα Βρυσάκια
Ο Ομέρ Βρυώνης επικεφαλής, τουλάχιστον, 5000 ανδρών κατευθύνθηκε προς τα Βρυσάκια, θεωρώντας ότι θα αντιμετωπίσει "κλέφτες και χωριάτες". Ο στρατός του Αγγελή ήταν δεν ήταν 400 άτομα. Ο Θεόδωρος Μπούφης έφερε 4 κανόνια από το πλοίο του Αλεξάνδρου Κριεζή με τα οποία χτυπούσαν τους Τούρκους, και ο Αλέξανδρος Κριεζής είχε έτοιμο το πλοίο του για ναυμαχία. Οι Τούρκοι χτυπούσαν κι αυτοί με τα κανόνια τους και επιχείρησαν τρεις εφόδους στα ταμπούρια των Ελλήνων, οι οποίες αποκρούστηκαν με μεγάλη επιτυχία. Ο Ομέρ Βρυώνης βλέποντας ότι είχε χάσει
πολλούς άνδρες και ότι δεν κατάφερνε τίποτα με την επιμονή, οπισθοχώρησε στη Χαλκίδα. Οι "χωριάτες και κλέφτες" κυνήγησαν τους Τούρκους και ο Αλέξανδρος Κριεζής τους χτυπούσε με κανονιοβολισμούς και από το πλοίο. Σ' αυτήν τη μάχη ξεχώρισε για πρώτη φορά και ο Νικόλαος Κριεζώτης.
Ο Ομέρ Βρυώνης απαντώντας στις ερωτήσεις του Ομέρμπεη της Καρύστου για την μάχη έλεγε "προχτές πήγαμε και πολεμήσαμε, χάσαμε 70 και είχαμε 140 τραυματίες". Αποφάσισαν τελικά να συγκεντρώσουν όσους Τούρκους ζούσαν στη Χαλκίδα και μπορούσαν να πολεμήσουν. Κατάφεραν να απωθήσουν τους Έλληνες από τα Βρυσάκια στον Αίο και επέστρεψαν στη Χαλκίδα. Οι Τούρκοι
της Χαλκίδας παρακαλούσαν τον Ομέρ Βρυώνη να χτυπήσει ξανά τους Έλληνες στον Αίο και αυτός απάντησε οργισμένα "Εσείς μου λέγατε ότι είναι μερικοί χωριάτες και κλέφτες, εγώ πέρασα όλη τη Ρούμελη με πόλεμο, μα τέτοιο τουφέκι δεν είδα πουθενά, έχασα το καλύτερό μου στράτευμα στα Βρυσάκια και δεν μπόρεσα να τους χαλάσω (σημ. τους Έλληνες). Πώς θα μπορέσω να τους βγάλω απ' το Δερβένι; Αυτοί είναι όλο κλέφτικο τουφέκι διαλεγμένο κι όχι χωριάτες καθώς μου λέγατε. Καθίστε, φυλάξτε το κάστρο και μη βγαίνετε έξω μέχρι να σας έλθει άλλο μήνυμα". Κατόπιν ο Ομέρ Βρυώνης αναχώρησε στην Αθήνα και τον ακολούθησε μετά από δυο μέρες και ο Ομέρμπεης της
Καρυστίας. Οι Έλληνες τότε επανακατέλαβαν τα Βρυσάκια.
Ο Βερούσης, που παλιότερα είχε την οπλαρχηγία της Εύβοιας μα τον είχαν διώξει λόγω της ανικανότητάς του, είχε συγκεντρώσει στρατό και ήθελε να πυρπολήσει την Λίμνη, την πατρίδα του Αγγελή Γοβιού. Ο Αγγελής άφησε στον Κώτσα την αρχηγία του στρατοπέδου στα Βρυσάκια και πήγε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, όπου κατέστρεψε τον Βερούση.
Οι Τούρκοι όταν έμαθαν ότι ο Αγγελής, που είχε γίνει το φόβητρό τους, είχε αναχωρήσει απ' το στρατόπεδο, θέλησαν να χτυπήσουν τους Έλληνες κατά τη γιορτή του Δεκαπενταύγουστου. Ο καπετάν-Κώτσας και ο Χατζή Σωτήριος πήραν τα παλικάρια τους και έστησαν ενέδρα στους Τούρκους στα Χαμόμυλα.
Αφήσαν την εμπροσθοφυλακή των Τούρκων να περάσει, χτύπησαν το κυρίως σώμα τους και σκότωσαν 30. Πήραν μάλιστα πολλά λάφυρα και την πολύτιμη γούνα του Ιμάμπεη (γιου του Ρεσίτμπεη) που την έριξε όταν έτρεχε για να σωθεί. Οι υπόλοιποι Τούρκοι, απ' τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Τουρκαλβανοί, διασκορπίστηκαν κακήν κακώς. Οι κάτοικοι της Στενής τίμησαν
λαμπρά και δόξασαν την Παναγία και οι Έλληνες έστειλαν την γούνα του Ιμάμπεη δώρο στον Αλέξανδρο Κριεζή.
Σχέδια για Χαλκίδα και Κάρυστο - Επίλογος
Όταν επέστρεψε ο Αγγελής Γοβιός συζητούσε με τον Κώτσα πώς θα αποκλείσουν περισσότερο την Χαλκίδα και την Κάρυστο. Το πρώτο σχέδιο τους εκτελέστηκε στις αρχές Σεπτεμβρίου με τον διορισμό του Νικολάου Κριεζιώτη ως οπλαρχηγού της Καρυστίας. Η, όλο και αυξανόμενη, πείνα των
πολιορκούμενων Τούρκων στη Χαλκίδα ήταν ο νέος σύμμαχος των Ελλήνων. Τον Δεκέμβριο, μετά τη γιορτή του Αγίου Νικολάου, ο Νεόφυτος επίσκοπος Καρύστου ξεκίνησε από την Ερέτρια με λίγα παλικάρια για να συναντηθεί με τον Αγγελή Γοβιό. Ο Αγγελής βγήκε απ' το στρατόπεδο για να προϋπαντήσει τον επίσκοπο, όμως είτε από προδοσία είτε κατά τύχη, είχαν πληροφορηθεί και οι
Τούρκοι για το ταξίδι του επισκόπου Νεόφυτου. Αφού ο Αγγελής συναντήθηκε με τον δεσπότη, αντιλήφθηκε ότι τους παρακολουθούσαν οι Τούρκοι, οπότε τους επιτέθηκε και τους έστρεψε σε φυγή. Ο επίσκοπος Νεόφυτος έμεινε 3 μέρες στο στρατόπεδο και έμεινε άλλες 5 μέρες στην Ερέτρια, προετοιμάζοντας την δεύτερη εκστρατεία του κατά της Καρύστου. Ο Αγγελής είχε πολλές ελπίδες γι' αυτήν την εκστρατεία, μα ο Ηλίας Μαυρομιχάλης σκοτώθηκε και ο Οδυσσέας
Ανδρούτσος αναχώρησε άπρακτος.
Ο Αγγελής Γοβιός επικοινώνησε με τους Αρεοπαγίτες σχετικά με την Κάρυστο και τη Χαλκίδα, και έλαβε την διαταγή να επιτεθεί ο ίδιος στην Κάρυστο. Έγραψε επιστολές, τότε, στην Σκόπελο και στην Σκιάθο για να έλθουν τα Ολυμπιακά στρατεύματα και έστειλε τον Παπά-Σκιαδά να στρατολογήσει αλλού. Σκεπτόμενος ότι τα τρόφιμα των Τούρκων στην Χαλκίδα όλο και θα
λιγοστεύουν, αποφάσισε μόλις έρθουν οι ενισχύσεις, να οργανώσει το στράτευμα καλά, να μεταφέρει το στρατόπεδο στη Χαλκίδα, να φτιάξει τάφρους και να αφήσει οπλαρχηγό του στρατού στη Χαλκίδα τον Κώτσα και τον αδελφό του Αναγνώστη Γοβιού. Ο ίδιος ο Αγγελής θα πήγαινε με τον Γιαννάκη
Δημητρίου (τον αδελφό του Κώτσου) στην Κάρυστο, επειδή οι Τούρκοι στην Κάρυστο είχαν αποδειχτεί γενναιότεροι των Χαλκιδέων Τούρκων. Τα σχέδιά του σκόπευε να τα πραγματοποιήσει μετά το Πάσχα και οπλαρχηγό της εμπροσθοφυλακής θα είχε τον, πρόσφατα διορισμένο απ' τον ίδιο στην Καρυστία, Νικόλαο Κριεζώτη, με τον οποίο όρισε συνάντηση στη Μονή Κλιβάνου. Τα σχέδια αυτά όμως δεν θα γινόντουσαν πραγματικότητα επειδή ο Αγγελής Γώβιος, ο Κώτσας Αρβανίτης και ο Αναγνώστης Γοβιός θα πέθαιναν σε ενέδρα τη Μεγάλη Τρίτη 28 Μαρτίου 1822. Ο Ικνάναγας βγήκε τη νύχτα από την Χαλκίδα με πεζικό και ιππικό. Κατευθύνθηκε στην τοποθεσία Δυο Βουνά και την κατέλαβε και χτύπησε τους σκοπούς του Αγγελή λίγο πριν το χάραμα. Ο Κώτσας άκουσε τον πυροβολισμό και αμέσως υποψιάστηκε ότι κάτι συμβαίνει, βγήκε από την σκηνή του και είδε
40 ιππείς να μαζεύουν τα γιδοπρόβατα που είχαν βρει. Αμέσως πήγε στη σκηνή του Αγγελή, τον ξύπνησε και του διηγήθηκε όσα είχε δει. Ο Αγγελής άρπαξε το σπαθί του και επιτέθηκε χωρίς να σκεφθεί μήπως είχαν στήσει ενέδρα οι Τούρκοι. Ο Κώτσας που είχε καταλάβει το στρατήγημα των Τούρκων τον παρακάλεσε να αποφύγουν τη μάχη, μα ο Αγγελής δεν πείστηκε. Βλέποντας ο
Κώτσας τον Αγγελή να επιτίθεται στους Τούρκους, όρμισε κι αυτός και ο Αγγελής του είπε τότε "είδα όνειρο ότι η σημερινή ημέρα θα έχει μεγάλα επακόλουθα, της Τρίτης το όνειρο θέλει δείξει, αλλά ό,τι γίνει ας γίνει".
Η εμπροσθοφυλακή είχε προχωρήσει στα Δυο Βουνά και συνέχιζε μα τότε έπεσαν πυροβολισμοί από τα αριστερά και από τα δεξιά. Δεκαπέντε παλικάρια του Αγγελή έπεσαν νεκροί μα οι υπόλοιποι είδαν την ενέδρα και οπισθοδρόμησαν προς τον πύργο στην Τριάδα. Ο Αγγελής, ο αδελφός του ο Αναγνώστης και ο Κώτσας, πήραν άλλο δρόμο με 15 παλικάρια τους και βρεθήκαν περικυκλωμένοι από ιππικό και πεζικό. Στραφήκαν προς τα Βρυσάκια μα το ιππικό τους έκλεινε και τους εμπόδιζε. Ορμούσαν και άνοιγαν δρόμο με τα σπαθιά τους μέχρι που στην Καστέλα πληγώθηκε άσχημα ο Αγγελής στην δεξιά ωμοπλάτη, σύρθηκε σε ένα ποτάμι για να πιει νερό και ξεψύχησε.
Ο Κώτσας οδήγησε τους υπόλοιπους προς τα Βρυσάκια. Σκότωσαν έναν Τούρκο και πιάσαν το άλογό του. Μόλις ο Κώτσας έβαλε το πόδι του στον αναβολέα, κόπηκε το λουρί που συγκρατούσε τη σέλα και η σέλα έπεσε στο έδαφος. Αφήνοντας τότε το άλογο ξεκίνησε πεζός να καταλάβει τον λόφο. Αλλά μόλις έφτασαν στις παρυφές του λόφου έπεσαν νεκροί και ο Κώτσας και ο Αναγνώστης. Τα 15 παλικάρια τους έφτασαν σώοι στα Βρυσάκια. Μαζεύτηκαν περίπου 800 Τούρκοι, πήραν τα κεφάλια των τριών νεκρών οπλαρχηγών και τα περιφέρανε στη Χαλκίδα για 8 ημέρες. Οι Έλληνες πήραν την επόμενη μέρα τα ακέφαλα σώματα του Κώτσου, του Αγγελή και του Αναγνώστη Γοβιού και με
απαρηγόρητο θρήνο και οδυρμό τα ενταφίασαν στην παραλία των Βρυσακίων. Ήταν Μεγάλη Τετάρτη 29 Μαρτίου 1822.
Ο Γιαννάκης Δημητρίου (ή Αρβανίτης), αδελφός του Κώτσου, συνέχισε τον αγώνα. Διορίστηκε μαζί με τον Νικόλαο Τομαρά, οπλαρχηγός από τον Αλέξανδρο Κριεζή ο οποίος έσπευσε να τους εμψυχώσει και να τους ενθαρρύνει μετά τον χαμό των αδελφών Γοβιού και του Κώτσα. Ο Άρειος Πάγος όρισε ως οπλαρχηγό της Εύβοιας τον Διαμαντή Νικολάου, που δεν αναγνωρίστηκε από
τον Γιαννάκη, τον Τομαρά και τους προκρίτους της Εύβοιας. Στα Καμάρια τους χτύπησαν, μεγαλύτερες, δυνάμεις του Διαμαντή και αναγκάστηκαν να φύγουν από την Εύβοια. Πέρασαν στην Αταλάντη και πήγαν στην Αθήνα όπου συναντήθηκαν με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στον οποίο εξέθεσαν τα παράπονά τους για την αδικία του Αρείου Πάγου. Ο δε Διαμαντής αποφάσισε να χτυπήσει και τον Νικόλαο Κριεζώτη, για να εδραιώσει την πρωτοκαθεδρία του στην Εύβοια. Ο Γιαννάκης και ο Τομαράς επέστρεψαν και βοήθησαν τον Κριεζώτη. Τελικά η Χαλκίδα απελευθερώθηκε, παρά τις εμφύλιες συγκρούσεις, με το πρωτόκολλο του Λονδίνου το 1830 επί Καποδίστρια.
Η λαϊκή μούσα θρήνησε στον Γοβγίνα με τους ακόλουθους στίχους:
Για σένα, μωρ’ Αγγελή, κλαίει το Γριπονήσι
που χάθηκες κατακαμπής με όλο το γιουρούσι.
Εσύ δεν επολέμαγες μες στης Γραβιάς το χάνι
μ’ οχτώ χιλιάδες Γκέκηδες και βγήκες παλικάρι;
Μα οι Μπαλαλαίοι τα σκυλιά σούφαγαν το κεφάλι.
Σε κλαίει ούλ’ η Ρούμελη τ’ ήσουνα παλικάρι.
0 Σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
ΣΧΟΛΙΑΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ
Αν θέλετε να δημοσιεύσετε ένα βίντεο youtube ή μια εικόνα στο σχόλιό σας, χρησιμοποιήστε (με αντιγραφή/επικόληση, copy/paste) το κωδικό: [img] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΙΚΟΝΑΣ ΕΔΩ [/img] για την ανάρτηση εικόνων και [youtube] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ YouTube-VIDEO ΕΔΩ [/youtube] για τα βίντεο YouTube
ΣΗΜ. Οι διαχειριστές του ΕΒ δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη για τα σχόλια τρίτων σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 13 του ΠΔ 131/2003.