powered by Surfing Waves

Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2016

Ανάπτυξη συστήματος δεικτών αξιολόγησης του έξυπνου περιβάλλοντος με πιλοτική εφαρμογή στην πόλη της Κοζάνης


* Η εργασία αυτή συντάχθηκε στα πλαίσια εκπόνησης Διπλωματικής Εργασίας του Μεταπτυχιακού Προγράμματος «Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Έργων Υποδομής» της Σχολής Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου.


#ΞΑΝΘΟΥΛΗ ΣΤΕΡΓΙΑΝΗ, Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Έργων Υποδομής».Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο
#ΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ, Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα «Περιβαλλοντικός Σχεδιασμός Έργων Υποδομής».Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο


Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από την έντονη αστικοποίηση του πληθυσμού. Παρά τις αναμφισβήτητα σημαντικές ευκαιρίες που προσφέρουν οι αστικές συγκεντρώσεις, όπως η δημιουργία οικονομιών συγκέντρωσης, η επίτευξη μεγαλύτερης αποδοτικότητας όσον αφορά στην παροχή βασικών υπηρεσιών κ.ά., τα προβλήματα της αστικοποίησης είναι υπαρκτά, ενώ αναμένεται να παρουσιάσουν επιδείνωση εάν δεν αντιμετωπιστούν οι γενεσιουργές τους αιτίες.
Πρόκειται για προβλήματα που σχετίζονται με τη μείωση των διαθέσιμων φυσικών πόρων, την ανεπαρκή υποδομή, την ηλεκτροδότηση και την ενέργεια εν γένει, κλιματικές αλλαγές, θέματα ανθρώπινης υγείας αλλά και απαίτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης, κοινωνικών λειτουργιών και οικονομικών ευκαιριών (Washburn και Sindhu 2010). Η ανάπτυξη της «έξυπνης πόλης» τείνει να εδραιωθεί ως ένα από τα σπουδαιότερα μέσα για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων.
Η έννοια της έξυπνης πόλης είναι σχετικά νέα και καλύπτει ένα ευρύ φάσμα χαρακτηριστικών. Για τον ορισμό της έχουν υπάρξει πολλές αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους προσεγγίσεις και αρκετές προσπάθειες διατύπωσης ενός "οράματος". Ο κοινός παρονομαστής σε όλες είναι η χρήση σύγχρονων Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ). Παρ' όλο που δεν υπάρχει σαφής και κοινώς αποδεκτός ορισμός της έξυπνης πόλης, σχεδόν όλες οι πόλεις επιθυμούν ή θα επιθυμούσαν να χαρακτηριστούν ως «έξυπνες», καθώς γενικώς εκλαμβάνεται ως ένας θετικός προσδιορισμός των λειτουργιών και των υπηρεσιών που προσφέρει στους πολίτες της.
Στις περισσότερες σχετικές έρευνες, χρησιμοποιούνται τα εξής έξι χαρακτηριστικά για την περιγραφή της έξυπνης πόλης:

έξυπνη οικονομία,
έξυπνοι άνθρωποι,
έξυπνη διακυβέρνηση,
έξυπνες μεταφορές,
έξυπνο περιβάλλον και
έξυπνη διαβίωση.

Το δημοφιλέστερο ίσως χαρακτηριστικό έξυπνων πόλεων στην Ε.Ε. είναι αυτό του έξυπνου περιβάλλοντος.
Το έξυπνο περιβάλλον περιγράφεται συνήθως από τέσσερις παράγοντες: 1. Ελκυστικότητα φυσικών συνθηκών, 2. Παρακολούθηση και έλεγχος ρύπανσης, 3. Προστασία περιβάλλοντος και 4. Βιώσιμη διαχείριση πόρων.


Στην παρούσα εργασία παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της έξυπνης πόλης και του έξυπνου περιβάλλοντος, καθώς και των προσπαθειών κατάταξης και αξιολόγησης των έξυπνων πόλεων κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Λαμβάνοντας υπόψη υφιστάμενους δείκτες για την περιγραφή και αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μίας πόλης, αναπτύσσεται σύστημα δεικτών αξιολόγησης και γίνεται πιλοτική εφαρμογή του στην πόλη της Κοζάνης, κατασκευάζεται και υπολογίζεται και ένας Συνθετικός Δείκτης Έξυπνου Περιβάλλοντος της πόλης. Τέλος, προτείνονται ορισμένες γενικές στρατηγικές / κατευθύνσεις για τη βελτίωση της απόδοσης της πόλης, με βάση την προηγηθείσα μεθοδολογία.


1. Εισαγωγή
1.1 Ορισμός της έξυπνης πόλης


Οι τελευταίες δεκαετίες χαρακτηρίζονται από την έντονη αστικοποίηση του πληθυσμού. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι στην Ευρώπη, αλλά και όλον τον κόσμο, μετακινούνται και εγκαθίστανται σε πόλεις. Μάλιστα, η τάση αυτή δεν φαίνεται να ανακόπτεται στο άμεσο μέλλον. Αντιθέτως, εκτιμάται πως έως το 2050, το 66% των κατοίκων της Γης θα ζει και εργάζεται σε πόλεις, μεγαλύτερες ή μικρότερες (UN 2014).
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αυτό το ποσοστό είχε ήδη ξεπεραστεί το 2012, φτάνοντας στο 68% με σταθερά αυξητικές τάσεις (EIP-SCC 2013). Στην Ελλάδα, το ποσοστό των κατοίκων που ζει σε αστικές περιοχές το 2014 φτάνει το 78%, ενώ προβλέπεται η περαιτέρω αύξηση του ποσοστού, με πρόβλεψη το 2050 να φτάσει το συντριπτικό ποσοστό του 86% (UN 2014).
Παρά τις αναμφισβήτητα σημαντικές ευκαιρίες που προσφέρουν οι αστικές συγκεντρώσεις, όπως η δημιουργία οικονομιών συγκέντρωσης, η επίτευξη μεγαλύτερης αποδοτικότητας όσον αφορά στην παροχή βασικών υπηρεσιών κ.ά., τα προβλήματα της αστικοποίησης είναι υπαρκτά, ενώ αναμένεται να παρουσιάσουν επιδείνωση εάν δεν αντιμετωπιστούν οι γενεσιουργές τους αιτίες. Πρόκειται για προβλήματα που σχετίζονται με τη μείωση των διαθέσιμων φυσικών πόρων, ανεπαρκή υποδομή, την ηλεκτροδότηση και την ενέργεια εν γένει, κλιματικές αλλαγές, θέματα ανθρώπινης υγείας αλλά και απαίτηση καλύτερων συνθηκών διαβίωσης, κοινωνικών λειτουργιών και οικονομικών ευκαιριών (Washburn και Sindhu 2010). Η ανάπτυξη της «έξυπνης πόλης» τείνει να εδραιωθεί ως ένα από τα σπουδαιότερα μέσα για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών.


Η έννοια της έξυπνης πόλης μόλις τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει αρχίσει να αποτελεί αντικείμενο έρευνας. Μάλιστα, η έννοια αυτή δεν έχει οριστεί με σαφήνεια μέχρι και σήμερα. Αντίθετα, έχουν υπάρξει πολλές αρκετά διαφορετικές μεταξύ τους προτάσεις για τον ορισμό της. Ο κοινός παρονομαστής σε όλες είναι η χρήση σύγχρονων Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνίας (ΤΠΕ).


Οι πρώτοι ορισμοί που εμφανίστηκαν για την περιγραφή της έννοιας της έξυπνης πόλης εστίαζαν σχεδόν αποκλειστικά στη χρήση των ΤΠΕ. Με την πάροδο του χρόνου όμως, πολλοί ερευνητές διατύπωσαν την άποψη πως ο παραπάνω τρόπος περιγραφής είναι όχι μόνο ελλιπής, αλλά εν δυνάμει ακόμα και προβληματικός για την ισορροπημένη, βιώσιμη και ηθική ανάπτυξη της κοινωνίας των ανθρώπων (Soderstrom et al 2014).
Στο ανωτέρω πλαίσιο, ο όρος «έξυπνη πόλη» έχει δεχτεί σημαντική κριτική (Hollands 2008, Soderstrom et al 2014, Vanolo 2014). Η κριτική αυτή αφορά τόσο στον ίδιο τον όρο, ο οποίος μπορεί να είναι ελκυστικός αλλά ακόμα ασαφής, όσο και στον τρόπο με τον οποίο:
α) αποδίδεται ο χαρακτηρισμός στις πόλεις, οι οποίες πολλές φορές αυτο-ανακηρύσσονται ως έξυπνες, ενώ δεν υπάρχει κάποιος επίσημος, διαφανής φορέας που να αποδίδει τέτοιον τίτλο,
β) ερμηνεύεται και υλοποιούνται οι στόχοι του, συχνά με κίνδυνο η υλοποίηση της έξυπνης πόλης να πραγματοποιηθεί εις βάρος αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων και εις όφελος ιδιωτικών επιχειρήσεων,
γ) επιδρά στον ανταγωνισμό των πόλεων που θέλουν να θεωρούνται έξυπνες για να ελκύσουν κατοίκους και επενδύσεις, και
δ) εμπορευματοποιείται, καθώς για να καταστεί μία πόλη έξυπνη, απαιτείται επένδυση σε ΤΠΕ, τις οποίες παρέχουν ιδιωτικές εταιρίες.


Η Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) έχει ενσωματώσει την προώθηση των έξυπνων πόλεων σε διάφορες πολιτικές της, μία εκ των οποίων είναι και η Ευρωπαϊκή Σύμπραξη Καινοτομίας για τις Έξυπνες Πόλεις και Κοινότητες (European Innovation Partnership on Smart Cities and Communities / EIP-SCC).
Σύμφωνα με το Στρατηγικό Πλαίσιο Εφαρμογής της EIP-SCC «οι έξυπνες πόλεις θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως συστήματα ανθρώπων που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και χρησιμοποιούν ροές ενέργειας, υλικών αγαθών, υπηρεσιών και οικονομικών στοιχείων ώστε να γίνουν καταλύτες μιας βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης, ανθεκτικότητας και υψηλής ποιότητας ζωής. Αυτές οι ροές και αλληλεπιδράσεις γίνονται έξυπνες με τη στρατηγική χρήση της πληροφορίας και της υποδομής και υπηρεσιών επικοινωνίας μέσω μιας διαδικασίας διαφανούς πολεοδομικού σχεδιασμού και διαχείρισης που ανταποκρίνεται στις κοινωνικές και οικονομικές ανάγκες της κοινωνίας»» (EIP-SCC 2013: 5).


Μία από τις σημαντικότερες προσθήκες στον τομέα του ορισμού της έξυπνης πόλης θεωρείται αυτή των Giffinger et al. (2007), που έγινε στα πλαίσια της κατάταξης των Ευρωπαϊκών Πόλεων Μεσαίου Μεγέθους. Σύμφωνα με τους Giffinger et al (2007: 11) «μία έξυπνη πόλη θα πρέπει να επιτύχει σε έξι διακριτούς τομείς, οι οποίοι είναι οι εξής: 1. Έξυπνη Οικονομία, 2. Έξυπνοι Άνθρωποι, 3. Έξυπνη Διακυβέρνηση, 4. Έξυπνες Μεταφορές, 5. Έξυπνο Περιβάλλον και 6. Έξυπνη Διαβίωση.
Η πόλη αυτή, για να θεωρηθεί έξυπνη, θα πρέπει να προνοεί και να χτίζει επάνω σε έναν έξυπνο συνδυασμό των ικανοτήτων και δραστηριοτήτων των ενημερωμένων, ανεξάρτητων και αποφασιστικών πολιτών της»».
Στη συνέχεια, οι Manville et al (2014: 9), λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό των Giffinger et al (2007), διατυπώνουν έναν από τους πλέον πρόσφατους ορισμούς και αναφέρουν πως «έξυπνη είναι η πόλη εκείνη που επιδιώκει την ανταπόκριση σε κοινωνικά ζητήματα μέσω λύσεων βασισμένων στις ΤΠΔ, στηριζόμενη στη συνεργασία πολλαπλών ενδιαφερόμενων και τοπικών παραγόντων».


Μία πόλη λοιπόν δεν είναι έξυπνη απλώς επειδή επενδύει σε ΤΠΕ ή είναι προηγμένη ψηφιακά. Μία έξυπνη πόλη καταφέρνει να ενώσει και να συνδυάσει όλα τα πλεονεκτήματα που κατέχει, υλικά και κοινωνικά, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζει και αντιμετωπίζει προβλήματα και μειονεκτήματα με τη χρήση των ΤΠΕ. Η έξυπνη πόλη έχει την ικανότητα να αξιοποιήσει τα αποτελέσματα και τις πληροφορίες που αποκτά μέσω των ΤΠΕ, τόσο σε συλλογικό επίπεδο (π.χ. δημόσιες αρχές, επιχειρήσεις, ενώσεις πολιτών) όσο και σε επίπεδο ατομικό. Η αξιοποίηση αυτών των πληροφοριών θα πρέπει να έχει ως στόχο τη δημιουργία μίας περισσότερο έξυπνης πόλης και την ανάπτυξη εξυπνότερων υποδομών που θα υπηρετούν το κοινωνικό σύνολο.


1.2 Σκοπός και στόχοι
Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η ανάλυση της έννοιας της έξυπνης πόλης και ιδιαίτερα του έξυπνου περιβάλλοντος, όπως αυτή παρουσιάζεται στη διεθνή βιβλιογραφία, η διαμόρφωση μιας μεθοδολογικής προσέγγισης για την αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μίας πόλης και η πιλοτική εφαρμογή αυτής της μεθοδολογίας. Πιο συγκεκριμένα, στόχος αυτής της εργασίας είναι η κατασκευή ενός συστήματος δεικτών αξιολόγησης έξυπνου περιβάλλοντος και η εφαρμογή του σε μία χαρακτηριστική πόλη της Ελλάδος, ως παράδειγμα των δυνατοτήτων και ωφελειών από την αξιοποίηση ανάλογων εργαλείων.
Σημαντική πρόκληση αποτελεί η στάθμιση της βαρύτητας των δεικτών (με την έννοια του μεριδίου συμμετοχής έκαστου στη συνολική αξιολόγηση) και ο τρόπος αξιολόγησής τους, καθώς αυτή η διαδικασία σε αρκετές διαστάσεις της είναι υποκειμενική, ενώ ακόμα και η επιλογή των δεικτών (πόσο μάλλον ο εν τέλει υπολογισμός τους) εξαρτάται από το εάν υπάρχουν αξιόπιστα και επαρκή διαθέσιμα στοιχεία.
Για την κατασκευή του συστήματος δεικτών της παρούσας εργασίας, κεντρικό άξονα αποτέλεσε η επιλογή των δεικτών να μην βασίζεται μόνο στη διαθεσιμότητα των στοιχείων αλλά να αποτελέσει μια ολοκληρωμένη διαδικασία, ενσωματώνοντας όλες τις πτυχές του θέματος, ώστε το τελικό σύστημα αξιολόγησης να είναι πλήρες και ολοκληρωμένο. Επιπλέον, έχοντας ως στόχο την κατά το δυνατό αντικειμενικότερη διαδικασία αξιολόγησης, επιλέγονται διεθνή πρότυπα και επιδόσεις πόλεων σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.


1.3 Μεθοδολογία
Για τη συγγραφή της εργασίας έγινε αρχικά αναλυτική αναζήτηση της διεθνούς και της ελληνικής βιβλιογραφίας σχετικά με θέματα που αφορούν την έξυπνη πόλη, το έξυπνο περιβάλλον αλλά και τις διάφορες εκφάνσεις των πόλεων του μέλλοντος, όπως πράσινες πόλεις, βιώσιμες πόλεις, ψηφιακές πόλεις, πόλεις της γνώσης κλπ. Κατά τη διάρκεια συγγραφής της εργασίες δόθηκε βαρύτητα στον έναν από τους έξι τομείς της έξυπνης πόλης, αυτόν του έξυπνου περιβάλλοντος.
Στη συνέχεια καταγράφτηκαν τα βασικότερα χαρακτηριστικά των έξυπνων πόλεων και ιδιαίτερα του έξυπνου περιβάλλοντος, ενώ έγινε περιγραφή των μέχρι σήμερα προσπαθειών για την κατάταξη και αξιολόγηση των έξυπνων πόλεων.
Το επόμενο βήμα ήταν η κατασκευή ενός εξειδικευμένου συστήματος δεικτών για την αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος πόλεων της Ελλάδος αλλά και της Ευρώπης, αφού ως κριτήριο αξιολόγησης σε πολλές περιπτώσεις τέθηκαν μέσοι όροι απόδοσης, όρια και πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (π.χ. ηχορύπανση, ατμοσφαιρική ρύπανση κ.α.). Στο προτεινόμενο σύστημα δεικτών συμπεριλήφθηκαν εν τέλει 20 δείκτες έξυπνου περιβάλλοντος, των οποίων η αναλυτική περιγραφή γίνεται με τη δημιουργία δελτίων ταυτότητας.
Τελευταίο βήμα για την ολοκλήρωση της εργασίας αποτέλεσε η εφαρμογή του κατασκευασμένου συστήματος δεικτών έξυπνου περιβάλλοντος σε πόλη της Δυτικής Μακεδονίας και συγκεκριμένα της Κοζάνης. Για την εξεύρεση των απαιτούμενων δεδομένων έγινε αναζήτηση σε επίσημους ιστότοπους δημοσίων υπηρεσιών και φορέων, καθώς και σε υπάρχουσες μελέτες και προγράμματα, ενώ υπήρξε και προσωπική επικοινωνία με υπηρεσίες και φορείς.
Για την ολοκληρωμένη αξιολόγηση κατασκευάστηκε και υπολογίστηκε ο Συνθετικός Δείκτης Έξυπνου Περιβάλλοντος (ΣΔΕΠ) για την πόλη της Κοζάνης.


2. Έξυπνο περιβάλλον: Εννοιολογική προσέγγιση
Το δημοφιλέστερο ίσως χαρακτηριστικό έξυπνων πόλεων στην Ε.Ε. είναι αυτό του έξυπνου περιβάλλοντος, όπου έχει εντοπιστεί ο μεγαλύτερος αριθμός πρωτοβουλιών για τη βελτίωσή του (Manville et al 2014). Οι Chourabi et al (2012) θεωρούν πως κατά τη λήψη πρωτοβουλιών για την ανάπτυξη έξυπνων πόλεων, δίνεται ιδιαίτερη βαρύτητα σε περιβαλλοντικά θέματα και πως πολλές φορές κεντρική θέση κατέχει η χρήση της τεχνολογίας για την επίτευξη της βιωσιμότητας αλλά και της καλύτερης διαχείρισης και προστασίας των φυσικών πόρων. Γενικά, το έξυπνο περιβάλλον περιγράφεται από 4 παράγοντες (Giffinger et al 2007): 1. Ελκυστικότητα φυσικών συνθηκών, 2. Ρύπανση, 3. Προστασία Περιβάλλοντος, 4. Βιώσιμη διαχείριση πόρων.
Στην έννοια του έξυπνου περιβάλλοντος περιλαμβάνεται η έξυπνη ενέργεια, συμπεριλαμβάνοντας και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τα ενεργειακά δίκτυα μέσω ΤΠΕ, τον έλεγχο - παρακολούθηση της ρύπανσης, την ανακαίνιση κτιρίων και υποδομών, τα πράσινα κτήρια, την πράσινη αστική ανάπτυξη και σχεδιασμό, την αποδοτικότητα χρήσης πόρων, την ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση υλικών. Επίσης περιλαμβάνονται αστικές υπηρεσίες όπως ο φωτισμός δημόσιων χώρων, η διαχείριση απορριμμάτων, η διαχείριση όμβριων, η διαχείριση αποβλήτων και γενικότερα η διαχείριση υδάτινων πόρων (Manville et al 2014).


3. Κατάταξη και αξιολόγηση έξυπνων πόλεων
Με την ανάδειξη της έννοιας της έξυπνης πόλης, παρουσιάστηκε και η ανάγκη της σύγκρισης των πόλεων και της αξιολόγησης του κατά πόσο έξυπνη είναι τελικά μια πόλη. Η ανάγκη αυτή μόλις τα τελευταία έτη αρχίζει να αντιμετωπίζεται και εμφανίζονται σταδιακά προτάσεις για μοντέλα αξιολόγησης και συγκριτικής κατάταξης των πόλεων. Οι δυσκολίες για μία αξιοκρατική και αντικειμενική συγκριτική αξιολόγηση είναι πολλές. Ξεκινώντας από την έλλειψη ενός κοινώς αποδεκτού ορισμού της έξυπνης πόλης και φτάνοντας στην πληθώρα διαφορετικών χαρακτηριστικών αλλά και αναγκών που μπορεί να έχει μια πόλη, καταλήγει κανείς ότι είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη η διαδικασία αξιολόγησης.


H επιλογή των κατάλληλων δεικτών, αλλά και η επιλογή κατάλληλου συστήματος ποσοτικοποίησης των χαρακτηριστικών, οδηγεί ακόμη περισσότερο στο συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση μιας πόλης ως έξυπνης είναι ιδιαίτερα απαιτητική, πόσο μάλλον η κατάταξη διαφορετικών πόλεων. Ωστόσο, μία σωστή αξιολόγηση και κατάταξη είναι απαραίτητη και μπορεί να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για τις πόλεις, ώστε να κατανοήσουν τα δυνατά αλλά και τα αδύνατα σημεία τους και να βελτιωθούν. Έτσι, θα μπορέσουν να αναδειχθούν και να κατακτήσουν μια θέση στο ολοένα και ανταγωνιστικότερο αναπτυξιακό περιβάλλον, να ελκύσουν νέους κατοίκους και επενδύσεις, αλλά και να προστατέψουν και αξιοποιήσουν τους διαθέσιμους πόρους τους. Το στοίχημα που καλείται λοιπόν να κερδίσει μία πραγματικά έξυπνη πόλη, είναι να μπορέσει να αξιοποιήσει αυτές τις απόπειρες κατάταξης και αξιολόγησης προς όφελός της, βελτιώνοντας τον εαυτό της προς όφελος όλων των κατοίκων της, και να μην την εκλαμβάνει απλώς ως μία κριτική (Soderstrom et al 2014).


Μελετώντας τις υφιστάμενες προσπάθειες κατάταξης πόλεων, μπορεί να φτάσει κανείς στο συμπέρασμα πως κάθε κατάταξη έχει συνήθως διαφορετικούς στόχους και σημαντικές διαφορές στη μεθοδολογία αλλά και τα αποτελέσματα. Ειδικότερα για τις έξυπνες πόλεις, αυτό το πρόβλημα είναι ακόμα πιο εμφανές, αφού δεν υπάρχει ενιαία βάση δεικτών ή έστω κάποια γραμμή βάσης με τη χρήση της οποίας να γίνει μία αξιολόγηση ή κατάταξη έξυπνων πόλεων. Ακόμη και η υποκειμενική επιλογή της βαρύτητας κάθε δείκτη, αποτελεί πηγή διαφοροποιήσεων (Giffinger et al 2007).


Πρώτο βήμα σε όλες τις προσπάθειες κατάταξης ή/και αξιολόγησης έξυπνων πόλεων, αποτελεί η επιλογή των πόλεων που θα εξεταστούν. Για την επιλογή μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφορα κριτήρια, όπως χωρικά, πληθυσμιακά, οικονομικά, σημαντικότητα πόλης, ύπαρξη έστω και ενός έργου έξυπνης πόλης αλλά και σε πολλές περιπτώσεις και η διαθεσιμότητα επαρκών στοιχείων, δεδομένων και πληροφοριών.
Δεύτερο βήμα είναι η επιλογή παραγόντων που χαρακτηρίζουν μία έξυπνη πόλη. Οι Giffinger et al (2007) επέλεξαν έξι παράγοντες που χαρακτηρίζουν την έξυπνη πόλη, όπως ήδη έχει αναφερθεί στην παρ. 1.3., οι οποίοι και χρησιμοποιούνται μετέπειτα από αρκετούς ερευνητές.
Το αμέσως επόμενο βήμα είναι η επιλογή κατάλληλων δεικτών που περιγράφουν τους επιλεγέντες παράγοντες, καθώς και η στάθμισή τους, διαδικασία που είναι ιδιαίτερα σημαντική, αν και πολλές φορές υποκειμενική. Συχνά η επιλογή των δεικτών εξαρτάται και πάλι από τα διαθέσιμα, αξιόπιστα στοιχεία, αλλά και την επιλογή των ίδιων των δεδομένων που θα χρησιμοποιηθούν μέσα από μία πληθώρα δεδομένων που υπάρχουν σήμερα.
Μερικές προσπάθειες αξιολόγησης και συγκριτικής κατάταξης έξυπνων πόλεων παρουσιάζονται στον Πίνακα 1. Οι προσπάθειες αυτές είναι πολύ λίγες, καθώς γενικότερα δεν υπάρχει μεγάλος αριθμός κατατάξεων έξυπνων πόλεων. Μάλιστα, οι περιπτώσεις που οι κατατάξεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν αξιόπιστες και επιστημονικά τεκμηριωμένες είναι ακόμα λιγότερες (Giffinger και Haindlmaier 2010).





Η αναγνώριση των δυσκολιών που αντιμετωπίζονται κατά την αξιολόγηση ή/και κατάταξη των έξυπνων πόλεων, όπως αυτές περιγράφτηκαν παραπάνω, έχει οδηγήσει στην έναρξη συζητήσεων και συγκρότηση επιτροπών για τη δημιουργία πιστοποιήσεων, προδιαγραφών ή και τυποποίηση των παραμέτρων που αφορούν τις έξυπνες πόλεις, διεθνώς αναγνωρισμένων ιδρυμάτων πιστοποιήσεων ή και θεσμικών αρχών, όπως είναι
ο Διεθνής Οργανισμός Τυποποίησης (International Standards Organization -ISO),
το Γερμανικό Ινστιτούτο Τυποποίησης (German Institute for Standardization - DIN),
η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (European Committee for Standardization- CEN) αλλά και
η Διεθνής Επιτροπή Ηλεκτροτεχνολογίας/Ομάδα Αξιολόγησης Συστημάτων (International Electrotechnical Commission/ Systems Evaluation Group).


Ακόμη, έχουν αρχίσει διαδικασίες για τη δημιουργία γραμμών βάσεων (baselines), με βάση είτε τη χρονολογία (γραμμή βάσης χρονολογίας) είτε τους δείκτες (γραμμή βάσης δεικτών) (Smart Cities Stakeholder Platform, 2013), μια διαδικασία που κρίνεται απαραίτητη για την τεκμηριωμένη παρακολούθηση και αξιολόγηση των προσπαθειών μιας πόλης στην πορεία της για την εκπλήρωση των στόχων της έξυπνης πόλης.


4. Σκοπιμότητα και προκλήσεις της κατασκευής ενός συστήματος δεικτών αξιολόγησης έξυπνου περιβάλλοντος


Ένα λειτουργικό σύστημα δεικτών είναι ζωτικής σημασίας για μία αποτελεσματική αποτίμηση του βαθμού της «εξυπνάδας» μιας πόλης. Η ανάπτυξη και κατασκευή ενός συγκεκριμένου συστήματος δεικτών για την αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος είναι εξίσου σημαντική για τη συνολική αξιολόγηση μίας πόλης ως έξυπνης. Στόχος του συστήματος δεικτών έξυπνου περιβάλλοντος είναι να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για μία πόλη που θέλει να αναγνωρίσει τη θέση της, να εντοπίσει τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία της, αλλά και να βελτιώσει τις αποδόσεις της στο συγκεκριμένο τομέα. Με την ορθή εφαρμογή του συστήματος δεικτών, μία πόλη καθίσταται ικανή να εξάγει συμπεράσματα για την επιτυχία έργων και προγραμμάτων προώθησης του έξυπνου περιβάλλοντος, να λαμβάνει διορθωτικές αποφάσεις εγκαίρως, αλλά και να επιτυγχάνει τους σχετικούς στόχους της.
Επιπλέον, ένα σύστημα δεικτών έξυπνου περιβάλλοντος βοηθά καθοριστικά στην οργάνωση και συγκέντρωση της διαθέσιμης πληροφορίας, ώστε αυτή να μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο από το ενδιαφερόμενο κοινό όσο και από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, εύκολα και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, αρκεί να καθίσταται ευρέως διαθέσιμη.
Η επιτυχία του συστήματος δεικτών εξαρτάται σαφώς από την ορθή, τακτική και συστηματική εφαρμογή του, τόσο κατά την πρώτη φορά μέτρησης, οπότε και θα αναπτυχθεί ένα βασικό σετ πληροφοριών και μία γραμμή βάσης αυτών, όσο και κατά τις επόμενες φάσεις, οπότε και θα πρέπει να διατηρηθεί η ίδια ή βελτιωμένη μεθοδολογία με τρόπο που να είναι εφικτή η εξαγωγή συγκρίσιμων και ασφαλών συμπερασμάτων.
Κατά την κατασκευή του συστήματος δεικτών έξυπνου περιβάλλοντος, δυσκολία παρουσιάζει η συσχέτιση μεταξύ ενός έργου και της επίδρασής του στον κάθε δείκτη, αφού μία πόλη είναι ουσιαστικά ένας ζωντανός οργανισμός που δέχεται πολλαπλές επιδράσεις καθημερινά. Έτσι, η μείωση για παράδειγμα των εκπομπών CO2 σε μία πόλη μπορεί μεν να είναι αποτέλεσμα της εφαρμογής ενός προγράμματος που άπτεται του έξυπνου περιβάλλοντος, όπως π.χ. η εφαρμογή ΤΠΕ για τη ρύθμιση της λειτουργίας βιομηχανιών, ώστε να μειώνεται η λειτουργία τους κατά τη διάρκεια κυκλοφοριακής συμφόρησης, όμως ο δείκτης ταυτόχρονα θα μπορούσε να επηρεάζεται και από άλλες συνθήκες, όπως ατμοσφαιρικές ή από άλλα μέτρα μείωσης που ενδέχεται να εφαρμόζονται την ίδια περίοδο της μέτρησής του.
Βασικά εργαλεία για την αντιμετώπιση αυτής της πρόκλησης είναι η στάθμιση ενός δείκτη και η προσεχτική επιλογή των χρονικών στιγμών μέτρησής του. Έτσι, πέραν της τιμής της γραμμής βάσης, χρήσιμο είναι να υπάρξει μέτρηση του δείκτη που υπάρχει μεγάλη πιθανότητα επιρροής του από την εφαρμογή ενός έργου, πριν την έναρξη εφαρμογής του έργου, σε επόμενα ικανά χρονικά σημεία, καθώς και μετά το πέρας εφαρμογής του (εάν το έργο αυτό είναι πεπερασμένης χρονικής διάρκειας).
Επίσης, σημαντικό για την αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μίας πόλης και της συμβολής ενός σχετικού έργου είναι η πόλη να έχει θέσει συγκεκριμένους στόχους για τους δείκτες έξυπνου περιβάλλοντος που θέλει να επιτύχει. Η στοχοθεσία αυτή είναι διαφορετική για κάθε πόλη και εξαρτάται από την υφιστάμενή της κατάσταση, τις δυνατότητές της (οικονομικές και με βάση τις υφιστάμενες υποδομές της αλλά και το όραμά της. Έτσι, μία πόλη μπορεί π.χ. να δίνει ιδιαίτερη σημασία στην αειφόρο χρήση των υδάτινων πόρων της με τη χρήση ΤΠΕ, γιατί έχει υφιστάμενα προβλήματα διαχείρισης του νερού, ενώ δεν ενδιαφέρεται για τη μείωση των επιπέδων CO2, γιατί δεν έχει αντιμετωπίσει προβλήματα υπέρβασης των ορίων εκπομπής.
Με την εφαρμογή των παραπάνω, ο εκάστοτε μελετητής-ερευνητής θα μπορέσει να εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα τόσο για την κατάσταση της πόλης στον τομέα του έξυπνου περιβάλλοντος διαχρονικά, όσο και για την επίδραση της εφαρμογής ενός έργου, εφόσον αυτό είναι στοχευμένο. Με άλλα λόγια, το σύστημα δεικτών μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για την αξιολόγηση ενός μεμονωμένου έργου (χρησιμοποιώντας μόνο τους δείκτες που αναμένονται να επηρεαστούν από το έργο αυτό), αλλά και για την συνολική αξιολόγηση της κατάστασης της πόλης, εφόσον μετρηθούν όλοι οι δείκτες και γίνει εξαγωγή συμπερασμάτων.


5. Επιλογή και περιγραφή του συστήματος δεικτών αξιολόγησης έξυπνου περιβάλλοντος
Οι δείκτες που χρησιμοποιήθηκαν κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το θεματικό πεδίο που καλύπτουν και διακρίνονται σε δύο είδη ανάλογα με τη μονάδα μέτρησής τους: α) ποσοτικοί (απόλυτοι ή ποσοστιαίοι) και β) ποιοτικοί δείκτες.


Είναι προφανές πως οι διατυπώσεις των δεικτών αποτελούν απλώς έκφραση στόχων ή είναι πυλώνες πληροφόρησης. Η αληθινή αξία βρίσκεται στον υπολογισμό των δεικτών. Η ακρίβεια αλλά και η σταθερή επανάληψη των μετρήσεων του δείκτη θα είναι αυτή που θα προσδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ώστε να είναι δυνατή η εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων. Για το λόγο αυτό, οι δείκτες που επιλέγονται πρέπει να είναι «έξυπνοι», δηλαδή «S.M.A.R.T.»» από τα αρχικά γράμματα των λέξεων "Specific (συγκεκριμένοι)", "Measurable (μετρήσιμοι)", "Available/Achievable in a costeffective way (διαθέσιμοι/εφικτοί)", "Relevant for the programme (σχετικοί)", και "available in a Timely manner (διαθέσιμοι)" (Internet Site of European Network for Rural Development 2015).
Τελικώς, λαμβάνοντας υπόψη και τη σχετική βιβλιογραφία, επιλέχθηκαν συνολικά 17 κύριοι και 3 συμπληρωματικοί (οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην τελική βαθμολόγηση) S.M.A.R.T. δείκτες που ανήκουν στις εξής 8 βασικές κατηγορίες: Ενέργεια, Κτήρια, Ύδατα, Απορρίμματα, Ποιότητα ατμόσφαιρας, Διακυβέρνηση Έξυπνου περιβάλλοντος, Ποιότητα περιβάλλοντος και Χρήσεις γης. Σε έναν ή περισσότερους από τους δείκτες αυτούς, οι οποίοι παρουσιάζονται στον Πίνακα 2, μπορεί και πρέπει να έχει θετική και βελτιωτική επίδραση οποιαδήποτε δράση ή έργο ανάπτυξης ΤΠΕ, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί πως προωθεί το έξυπνο περιβάλλον και συνεπώς επιδρά στο αστικό περιβάλλον.
Δεν περιλαμβάνονται δείκτες που δεν μπορούν να επηρεαστούν από ενδεχόμενη εφαρμογή ΤΠΕ. Η επιλογή ορισμένων συμπληρωματικών δεικτών κρίθηκε αναγκαία για την πληρέστερη περιγραφή και αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μιας πόλης.





Για την καλύτερη περιγραφή των 17+3 δεικτών, συντάχθηκε για τον κάθε έναν ένα δελτίο ταυτότητας (factsheet), όπου περιλαμβάνονται οι εξής πληροφορίες: Κωδικός δείκτη, Κατηγορία δείκτη, Τίτλος δείκτη, Περιγραφή δείκτη, Σκοπιμότητα ένταξης δείκτη, Τύπος δείκτη, Μονάδα μέτρησης (ή τρόπος χαρακτηρισμού) δείκτη, Πηγές άντλησης πληροφοριών, Τρόπος υπολογισμού (ή ανάλυσης) δείκτη, Βαρύτητα επίδρασης δείκτη (στάθμιση) στην κατηγορία, Αξιολόγηση δείκτη. Τα δελτία αυτά ακολουθούν στις επόμενες σελίδες. Για την κατασκευή των δελτίων ταυτότητας ελήφθησαν υπόψη διάφορα δελτία δεικτών όπως του Παρατηρητήριου Εγνατίας Οδού (Internet Site of Egnatia Observatory 2015) και του Συστήματος δεικτών περιβάλλοντος και αειφορίας για τη Θεσσαλονίκη (Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Θεσσαλονίκης και ΑΠΘ 2008). Χαρακτηριστικό δελτίο ταυτότητας δείκτη δίνεται στο Παράρτημα της εργασίας.
Ειδικότερα όσον αφορά στη βαρύτητα του δείκτη, αυτή αναφέρεται στη σημασία που έχει ο δείκτης αυτός στην κατηγορία που ανήκει και είναι ιδιαίτερα σημαντική για την τελική αξιολόγηση της επίδοσης μιας πόλης στη συγκεκριμένη κατηγορία. Ένας δείκτης που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό την κατηγορία του θα έχει μεγαλύτερο ποσοστό βαρύτητας, από κάποιον άλλον δείκτη, ο οποίος δεν έχει την ίδια σημαντικότητα. Για τους συμπληρωματικούς δείκτες δεν υπάρχει εκτίμηση βαρύτητας, καθώς δε συμμετέχουν στην τελική αξιολόγηση (βλ. παρακάτω).
Όσον αφορά στη συχνότητα μέτρησης των δεικτών, αυτή θα πρέπει να γίνεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα, ικανής ωστόσο απόστασης η μία έως την επόμενη, ώστε να μπορεί να γίνει αισθητή η επίδραση ενός έργου που έχει εφαρμοστεί. Κατάλληλη θεωρείται η μέτρηση ανά έτος, ενώ μπορεί να γίνεται μέτρηση κάποιων δεικτών πριν και μετά την εφαρμογή ενός συγκεκριμένου έργου που αναμένεται να επηρεάσει το αστικό περιβάλλον.


Η αξιολόγηση του δείκτη γίνεται με βάση τετραβάθμια κλίμακα, όπου η μικρότερη τιμή είναι το μηδέν (0) και η μεγαλύτερη τιμή το τρία (3). Συγκεκριμένα, όσο μεγαλύτερη είναι η τιμή, τόσο θετικότερη είναι η αξιολόγηση του δείκτη. Σαφώς είναι αρκετά δύσκολο να φτάσει μία πόλη στο ιδανικό ή πολύ καλό επίπεδο (τιμή 3), ωστόσο και η αμέσως μικρότερη (τιμή 2) μπορεί να θεωρηθεί ως ικανοποιητικό ή καλό επίπεδο. Μέτρια μπορεί να θεωρηθεί η αξιολόγηση με τιμή 1, ενώ κακό είναι το επίπεδο ενός δείκτη εάν αξιολογηθεί με την τιμή 0. Χαρακτηριστικό παράδειγμα υπολογισμού και αξιολόγησης ενός δείκτη δίνεται στο Παράρτημα της εργασίας. Να σημειωθεί, πως όταν δεν υπάρχουν διαθέσιμα ή αξιόπιστα στοιχεία για κάποιον δείκτη, αυτός δεν αξιολογείται και δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στην τελική βαθμολογία.
Για την τελική αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μίας πόλης, αθροίζεται το σύνολο των τιμών αξιολόγησης κάθε δείκτη και γίνεται διαίρεση με τον συνολικό αριθμό των δεικτών που συμμετέχουν στην αξιολόγηση. Τονίζεται, πως δεν συμμετέχουν στην τελική αξιολόγηση οι συμπληρωματικοί δείκτες και όσοι δείκτες δεν στάθηκε δυνατόν να υπολογισθούν λόγω έλλειψης δεδομένων.


6. Αξιολόγηση του έξυπνου περιβάλλοντος μιας ελληνικής πόλης. Η περίπτωση της Κοζάνης
Η Κοζάνη είναι μία από τις μεγαλύτερες πόλεις της Δυτικής Μακεδονίας στη Βόρεια Ελλάδα και αποτελεί έδρα του ομώνυμου Δήμου Κοζάνης. Ο Δήμος Κοζάνης αποτελείται από πέντε δημοτικές ενότητες (Κοζάνης, Αιανής, Δημητρίου Υψηλάντη, Ελιμείας και Ελλησπόντου), ενώ διοικητικά εντάσσεται στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας (Περιφερειακή Ενότητα Κοζάνης) και στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση Ηπείρου - Δυτικής Μακεδονίας. Η δημοτική ενότητα Κοζάνης γεωγραφικά βρίσκεται μεταξύ των οροσειρών Βερμίου, Μπούρινου και Πιερίων. Το 2011 η δημοτική ενότητα Κοζάνης, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ είχε πληθυσμό 42.604 κατοίκους, ενώ στην ίδια την πόλη της Κοζάνης διέμεναν 41.066 κάτοικοι. Η περιοχή αποτελεί τόσο συγκοινωνιακό όσο και ενεργειακό κόμβο λόγω της ύπαρξης της Εγνατίας και των εργοστασίων της ΔΕΗ και των λιγνιτωρυχείων σε κοντινή απόσταση αντίστοιχα. Επιπλέον, η Κοζάνη αποτελεί διοικητικό και εμπορικό κέντρο της περιοχής, ενώ κατέχει και υψηλή θέση από άποψη παροχής υπηρεσιών υγείας και παιδείας.


Με βάση τα δελτία ταυτότητας των δεικτών, έγινε υπολογισμός αυτών χρησιμοποιώντας στοιχεία από μελέτες και έρευνες της περιοχής, αλλά και στοιχεία από ιδία επεξεργασία και επικοινωνία με φορείς.


Συγκεντρώνοντας και αναλύοντας τα ευρήματα, προκύπτει πως η τιμή του Συνθετικού Δείκτη Έξυπνου Περιβάλλοντος (ΣΔΕΠ) για την πόλη της Κοζάνης διαμορφώνεται στο 0,79, με μέγιστη δυνατή τιμή το 3 (βλ. και Πίνακα 3.) Σύμφωνα με τον ίδιο Πίνακα, οι καλύτερες επιδόσεις της πόλης υπάρχουν στην κατηγορία της Υδάτων (Συνθετικός Δείκτης 1,5) και ακολουθούν οι επιδόσεις στα απορρίμματα (Συνθετικός Δείκτης 1), στη Ποιότητα Ατμόσφαιρας (Συνθετικός Δείκτης 0,95) και στη Διακυβέρνηση Έξυπνου Περιβάλλοντος (Συνθετικός Δείκτης 0,9), όπου όμως υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια και ανάγκη βελτίωσης.
Σημαντική είναι βεβαίως η επίδραση στον ΣΔΕΠ από την έλλειψη συγκεκριμένων δεδομένων, όπως στην κατηγορία των Κτηρίων και της Ηχορύπανσης.

0 Σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΣΧΟΛΙΑΣΕ ΚΑΙ ΜΕ ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΒΙΝΤΕΟ
Αν θέλετε να δημοσιεύσετε ένα βίντεο youtube ή μια εικόνα στο σχόλιό σας, χρησιμοποιήστε (με αντιγραφή/επικόληση, copy/paste) το κωδικό: [img] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ ΕΙΚΟΝΑΣ ΕΔΩ [/img] για την ανάρτηση εικόνων και [youtube] ΒΑΛΕ ΣΥΝΔΕΣΜΟ YouTube-VIDEO ΕΔΩ [/youtube] για τα βίντεο YouTube
ΣΗΜ. Οι διαχειριστές του ΕΒ δεν φέρουν καμία απολύτως ευθύνη για τα σχόλια τρίτων σύμφωνα με όσα προβλέπονται στο άρθρο 13 του ΠΔ 131/2003.