powered by Surfing Waves

Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Ο Δήμος Καρύστου παραχώρησε σήμερα στο ΕΚΑΒ ένα πλήρως εξοπλισμένο ασθενοφόρο. Στο δικό μας ακόμη δεν έχουμε ζητήσει από τους καταχραστές να επιστρέψουν τα χρήματα


Λευτέρης Ραβιόλος (Δήμαρχος Καρύστου): Ο Δήμος Καρύστου παραχώρησε σήμερα στο ΕΚΑΒ ένα πλήρως εξοπλισμένο ασθενοφόρο για την εξυπηρέτηση των αναγκών του Δήμου Καρύστου, απο σήμερα στην περιοχή μας θα υπάρχουν πλέον 3 σύγχρονα ασθενοφόρα που θα εξυπηρετούν τις
ανάγκες των συνδημοτών μας στις ευρύτερες περιοχές των Στύρων , του Μαρμαρίου , της Καρύστου και του Καφηρέα!
Ευχαριστούμε θερμά την εταιρεία «le rêve Estates» που δραστηριοποιείται στο σύμπλεγμα των Πεταλιών για την πολύτιμη προσφορά του ασθενοφόρου στον Δήμο Καρύστου , το ΕΚΑΒ καθώς και τον υπεύθυνο του ΕΚΑΒ Ευβοίας Νικόλαο Κόκκο , για την άψογη συνεργασία. Ενώνοντας τις δυνάμεις μας , με θέληση και διάθεση συνεργασίας καταφέρνουμε να διαφυλάξουμε ότι πολυτιμότερο έχουμε, την υγεία μας !

Συστάθηκε η Μόνιμη Επιτροπή Ελέγχου Αρμοδιοτήτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης



Αντικείμενο της Επιτροπής ο διαρκής έλεγχος, η εποπτεία και η παροχή γνώμης για κάθε ζήτημα σχετικό με τη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου καθορισμού των αρμοδιοτήτων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης α’ και β’ βαθμού καθώς και η κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, της Κεντρικής Διοίκησης, και των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων.Συστάθηκε με απόφαση του υπουργού Εσωτερικών Αλέξη Χαρίτση η Μόνιμη Επιτροπή Ελέγχου Αρμοδιοτήτων Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Τα μέλη της Επιτροπής ορίζονται ως εξής:

Κωνσταντίνο-Νικόλαο Πουλάκη, Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Εσωτερικών, ως Πρόεδρο, αναπληρούμενο από τη Μαρία Μαυραγάνη, Γενική Διευθύντρια Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών.
Μαρία Μαυραγάνη, Γενική Διευθύντρια Αποκέντρωσης και Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενη από τη Μαρία Μωυσίδου, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Αποκεντρωμένων Διοικήσεων του Υπουργείου Εσωτερικών.
Κωνσταντίνο Θεοδωρόπουλο, Γενικό Διευθυντή Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Αναπτυξιακής Πολικής του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενο από τον Νικόλαο Χατζηεργάτη, προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών.
Μαρία Μωϋσίδου, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Αποκεντρωμένων Διοικήσεων του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενη από τον Θωμά Δουληγέρη, προϊστάμενο του Τμήματος Οργάνωσης Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της ιδίας Διεύθυνσης.
Ρεγγίνα Βασιλάτου, αναπληρώτρια προϊσταμένη της Διεύθυνσης Οργάνωσης και Λειτουργίας Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενη από την Σταματίνα Ντιντιούμη, προϊσταμένη του Τμήματος Νομικών Προσώπων της ιδίας Διεύθυνσης.
Αφροδίτη Διαμαντοπούλου, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Προσωπικού Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενη από την Άννα Παπαδάτου προϊσταμένη του Τμήματος Μόνιμου Προσωπικού της ιδίας Διεύθυνσης.
Νικόλαο Χατζηεργάτη, προϊστάμενο της Διεύθυνσης Οικονομικών Τοπικής Αυτοδιοίκησης του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενο από τον Κωνσταντίνο Ζαφειρίου, προϊστάμενο του Τμήματος Οικονομικής Διοίκησης και Προϋπολογισμού της ιδίας Διεύθυνσης.
Μαρία Νίκου, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Οικονομικής και Αναπτυξιακής Πολιτικής του Υπουργείου Εσωτερικών, αναπληρούμενη από τον Φώτη Κουτσιανά, προϊστάμενο του Τμήματος Επιχορηγήσεων της ιδίας Διεύθυνσης.
Ιωάννη Μουράτογλου, Γενικό Γραμματέα της Κ.Ε.Δ.Ε και Δημοτικό Σύμβουλο Έδεσσας ως εκπρόσωπο της Κ.Ε.Δ.Ε., αναπληρούμενο από τον Μιλτιάδη Καρπέτα, Δήμαρχο Μεταμόρφωσης.
Μιχαήλ Αγγελόπουλο, μέλος Δ.Σ. Κ.Ε.Δ.Ε. και Δήμαρχο Σάμου ως εκπρόσωπο της Κ.Ε.Δ.Ε., αναπληρούμενο από τον Ιωάννη Τσιάμη, μέλος Δ.Σ. Κ.Ε.Δ.Ε. και Δημοτικό Σύμβουλο Ορχομενού.
Κωνσταντίνο Αγοραστό, Πρόεδρο της ΕΝ.Π.Ε. και Περιφερειάρχη Θεσσαλίας ως εκπρόσωπο της ΕΝ.Π.Ε. αναπληρούμενο από τον Χρήστο Μιχαλάκη, μέλος της Ε.Ε. της ΕΝ.Π.Ε και Αντιπεριφερειάρχη Π.Ε. Τρικάλων.
Θεόδωρο Γαλιατσάτο, μέλος Δ.Σ. ΕΝ.Π.Ε. και Περιφερειάρχη Ιονίων Νήσων ως εκπρόσωπο της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας, αναπληρούμενο από τον Νικόλαο Στουπή, μέλος Δ.Σ. ΕΝ.Π.Ε. και Περιφερειακό Σύμβουλο Στερεάς Ελλάδας.
Έργο της Επιτροπής

Η Επιτροπή διατυπώνει γνώμη για κάθε σχέδιο νόμου που αποστέλλεται σε αυτή και το οποίο περιλαμβάνει διατάξεις σχετικές με την απονομή αρμοδιοτήτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, ή με τον ανακαθορισμό αρμοδιοτήτων μεταξύ των επιπέδων διοίκησης.

Επίσης, διατυπώνει γνώμη για κάθε τροπολογία, η οποία αποστέλλεται σε αυτή και περιλαμβάνει αντίστοιχες διατάξεις, καθώς και για κάθε κανονιστική πράξη αντίστοιχου περιεχομένου που προωθεί η διοίκηση, εφόσον τούτο ζητηθεί εγγράφως από τον αρμόδιο Υπουργό.


Υπουργική Απόφαση

Ο Γιώργος Τσαπουρνιώτης πιθανός υποψήφιος του ΚΙΝΑΛΛ στο Δήμο μας. Προς τα πού θα πάνε τα μέλη του ΚΙΝΑΛΛ που είναι σε άλλες παρατάξεις π. χ. Καντζούρας


Συνεδρίασε χθες το απόγευμα η Νομαρχιακή Επιτροπή Εύβοιας του Κινήματος Αλλαγής. Στη συνεδρίαση ορίστηκαν οι ημερομηνίες των περιοδειών των κλιμακίων στη Βόρεια και Κεντιρκή Εύβοια, οι οποίες εστάλησαν στα κεντρικά του Κινήματος για να δοθεί η τελική έγκριση.
Θα πραγματοποιηθεί επίσης μία κεντική συγκέντρωση στη Χαλκίδα, κατά πάσα πιθανότητα το Δεκέμβριο. Στη συνεδρίαση τέθηκε και θέμα για τους Δήμους στους οποίους δεν έχει υποψήφιο δήμαρχο το ΚΙΝΑΛΛ και συμφώνησαν να γίνουν συνελεύσεις με τοπικά στελέχη, ώστε να κατατεθούν προτάσεις, αφού το Κίνημα Αλλαγής επιθυμεί να έχει υποψηφίους δημάρχους σε όλους τους Καλλικρατικούς δήμους. Συγκεντρώσεις θα γίνου στα Ψαχνά, αφού στο Δήμο Διρφύων Μεσσαπίων δεν υπάρχει υποψήφιος δήμαρχος του ΚΙΝΑΛΛ και στο Δήμο Σκύρου. Στους υπόλοιπους δήμους της Εύβοιας, είτε υπάρχουν υποψήφιοι που προέρχονται από το Κίνημα Αλλαγής, όπως ο Χρήστος Παγώνης στο Δήμο Χαλκιδέων, ο Λευτέρης Ραβιόλος στο Δήμο Καρύστου, ο Θανάσης Μπουραντάς στο Δήμο Κύμης Αλιβερίου, ο Γιώργος Τσαπουρνιώτης στο Δήμο Μαντουδίου Λίμνης Αγίας Άννας, είτε άλλοι έχουν εκδηλώσει ένα ενδιαφέρον, όπως ο κ. Καραβάς στο Δήμο Ερέτριας και ο κ. Αγιαννιώτης στο Δήμο Ιστιαίας Αιδηψού. Κάποιοι βέβαια εξ αυτών θα κατέβουν στις εκλογές ως ανεξάρτητοι.

Διαβάστε επίσης


Ο Τάρλας με αναπληρωματικό τον Καντζούρα στην εφορευτική επιτροπή για τις εκλογες των Τοπικών Επιτροπών του Κινήματος Αλλαγής (νέου ΠΑΣΟΚ)

Ο Δήμος μας στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα “Επιχορήγηση μελετών ωρίμανσης και εκτέλεσης έργων υποδομής ή έργων γενικού συμφέροντος(Α΄ Δράση)”.



Το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων αποφάσισε να παρατείνει την προθεσμία υποβολής προτάσεων ένταξης μελετών Ο.Τ.Α. στο χρηματοδοτικό πρόγραμμα “Επιχορήγηση
μελετών ωρίμανσης και εκτέλεσης έργων υποδομής ή έργων γενικού συμφέροντος(Α΄ Δράση)”.
Η προθεσμία θα έληγε την 31η Οκτωβρίου και παρατάθηκε έως την 31ηΔεκεμβρίου 2018, προκειμένου να δοθεί η δυνατότητα και στους λοιπούς δικαιούχους Δήμους, που δεν έχουν ενταχθεί εν όλω ή εν μέρει, να συμμετάσχουν στο Πρόγραμμα.
Υπενθυμίζεται ότι με το αρ.73 του ν.4445/2016 θεσπίστηκε η δυνατότητα επιχορήγησης των Ο.Τ.Α. από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων με σκοπό την εκπόνηση μελετών για την ωρίμανση και εκτέλεση έργων υποδομής ή έργων γενικού ενδιαφέροντος σε αυτούς.
Εν συνεχεία, με Κ.Υ.Α. Οικονομικών - Εσωτερικών (Φ.Ε.Κ. 2049 Β΄/14.06.2017)καθορίστηκαν οι προϋποθέσεις με τις οποίες καθίστανται δικαιούχοι οι Δήμοι της Χώρας με μόνιμο πληθυσμό κάτω των 10.000 κατοίκων, καθώς και οι Ορεινοί Δήμοι (του αρ.1 του Καλλικράτη) άνω των 10.000 κατοίκων, ήτοι συνολικά 82 Δήμοι .
Να σημειωθεί ότι παράλληλαείναι εν εξελίξει και η Β’ Δράσηγια την επιχορήγηση μελετών ωρίμανσης έργων, με χρονικό διάστημα υποβολής προτάσεων από 2.4.2018 έως 31.3.2019, στην οποία δικαιούχοι έχουν οριστεί 51 Δήμοι

Με κούφιες δηλώσεις ήρθε και ο Συμεών στο Μαντούδι. Καθυστερημένος ψηφοσυλλεκτης


Ο πρώην Βουλευτής Εύβοιας του ΠΑΣΟΚ, Συμεών Κεδίκογλου, επισκέφθηκε τη Δευτέρα το Μαντούδι, ένα μήνα από το καταστροφικό πέρασμα του «Ζορμπά» και τις ανυπολόγιστες καταστροφές που προξένησε.
«Η επαφή μου με τους απογοητευμένους κατοίκους έδειξε ότι όχι μόνο κανείς δεν έχει αποζημιωθεί, αλλά το χειρότερο, δεν υπάρχει καμία ενημέρωση για το πότε και πώς αυτό θα γίνει, όπως έγινε σε αντίστοιχες περιπτώσεις (πχ Μάνδρα). Άλλωστε, κατά αυτά τα πρότυπα, το δημοτικό συμβούλιο είχε εκδώσει ψήφισμα για ενίσχυση 5000 ευρώ ανά πληγείσα κατοικία, 6000 αν η οικογένεια ήταν πολύτεκνη και 8000 αν αφορούσε επιχείρηση. Επίσης για την αποζημίωση γεωργών και κτηνοτρόφων. Τώρα που «η σκόνη έκατσε», τα ΜME αποτραβήχτηκαν όπως τα νερά αλλά οι ανάγκες των κατοίκων παραμένουν, καλό είναι να μάθουμε τις προθέσεις των ιθυνόντων.»

Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Η επιτροπή πλημμυροπαθών για τις κινητοποιήσεις των μαθητών


Εκφράζουμε τη συμπαράσταση Στηρίζουμε τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις των μαθητών του ΕΠΑΛ και του Ενιαίου Λυκείου Μαντουδίου, που διεκδικούν την άμεση αποκατάσταση των ζημιών που υπέστησαν τα σχολεία από την πλημμύρα στις 29 Σεπτέμβρη 2018, ώστε να ξεκινήσει η εύρυθμη
λειτουργία του σχολείου και η διδασκαλία όλων των μαθημάτων.
Θεωρούμε απαράδεκτο το γεγονός, ένα μήνα μετά τις καταστροφές, να μην έχουν ληφθεί από την κυβέρνηση και το Δήμο όλα τα απαραίτητα μέτρα για την απολύμανση του σχολείου, την αντικατάσταση των κατεστραμμένων υλικών (μηχανολογικός εξοπλισμός, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κλπ.), την εξασφάλιση όλων των βιβλίων, την αντικατάσταση τμήματος της περίφραξης που καταστράφηκε από την πλημμύρα, την εξασφάλιση το σχολείο να έχει θέρμανση μπροστά στο χειμώνα
Η αναβολή των μαθημάτων για ένα μήνα, δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στη διδασκαλία της ύλης των μαθημάτων και γι’ αυτό το λόγο με ευθύνη της κυβέρνησης και του δήμου απαιτείται η άμεση αποκατάσταση των ζημιών, η άμεση έναρξη των μαθημάτων και η πρόβλεψη ειδικών μέτρων για τους μαθητές των σχολείων της περιοχής μας.
Η κατάσταση στα σχολεία είναι ο καθρέφτης της γενικότερης πορείας των αναγκαίων μέτρων για την επιβίωσή μας. Στο Σπαθάρι και το Μετόχι ακόμα δεν υπάρχει πόσιμο νερό. Οι αποζημιώσεις από τις καταστροφές μετατίθενται για τις αρχές του επόμενου χρόνου και βλέπουμε… Το οδικό δίκτυο επισκευάζεται με «μπαλώματα» και η Περιφέρεια απέσυρε μηχανήματα απαραίτητα για την εκκαθάριση μπάζων. Οι αγροτικοί και δασικοί δρόμοι παραμένουν δύσβατοι. Τα αναγκαία έργα καθαρισμού και εμβάθυνσης των ποταμών και παραποτάμων στην ουσία δεν έχουν ξεκινήσει, με το χειμώνα να είναι μπροστά και τους κινδύνους ακόμα και από μικρότερης έντασης βροχής να παραμένουν μεγάλοι.
Την ίδια στιγμή που η Περιφέρεια αρνήθηκε να συγκαλέσει έκτακτο συμβούλιο για τα προβλήματά μας, ούτε καν απάντησε στο αίτημά μας για συνάντηση για να συζητηθεί η λύση των προβλημάτων μας. Ακόμα και τη συνεδρίαση του περιφερειακού συμβουλίου, ένα μήνα μετά τις καταστροφές, την κάνει στην Κύμη, 3 ώρες μακριά από το Μαντούδι. Γιατί δεν έρχονται οι κύριοι στην περιοχή μας που καταστράφηκε να δώσουν συγκεκριμένες απαντήσεις στα αιτήματά μας; Μάλλον γιατί η περιοχή μας στη σημερινή κατάσταση δεν προσφέρεται για φιέστες…
Τώρα όλοι μαζί αγρότες- κτηνοτρόφοι, επαγγελματίες- έμποροι, εργαζόμενοι, μαθητές, γονείς, όλοι οι κάτοικοι της περιοχής να πάρουμε την υπόθεση της προστασίας της ίδιας μας της ζωής, του βιος μας στα χέρια μας.

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ
ΕΚΤΑΚΤΟ ΕΠΙΔΟΜΑ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΛΗΓΕΝΤΕΣ
ΓΙΑ ΝΑ ΜΠΟΡΕΣΟΥΜΕ ΝΑ ΣΤΑΘΟΥΜΕ ΣΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΑΣ,
ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΑΜΕΣΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΕΙΣ ΣΤΟ 100%
ΓΙΑ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ

ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΑΜΕΣΑ ΝΑ ΚΙΝΗΘΟΥΝ ΟΛΑ ΤΑ ΜΕΣΑ
ΤΟΥ ΚΡΑΤΙΚΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ ΕΡΓΑ
ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ
ΓΙΑΤΙ ΟΣΑ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΔΕ ΛΥΝΟΥΝ ΚΑΝΕΝΑ
ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ
Η ΚΑΚΟΚΑΙΡΙΑ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΥΠΟΔΟΜΩΝ!

Τη Δευτέρα 5 Νοεμβρίου, στη συνάντηση που ορίστηκε με τον Υπουργό Εσωτερικών έπειτα από τις επίμονες προσπάθειές μας, διεκδικούμε να μας δοθούν απαντήσεις που να ικανοποιούν τα δίκαια αιτήματά μας.

Με την καθιερωμένη κωλυσιεργια βάζουν το Τεχνικό πρόγραμμα στο Δημοτικό Συμβούλιο στις 6 Νοεμβρίου. Ζητούν τροποποίηση της κατανομής των χρημάτων για τις πλημμύρες

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Σας καλούμε σε τακτική συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου που θα γίνει στην αίθουσα συνεδριάσεων του κτιρίου Μελά στην δημοτική κοινότητα Λίμνης, την Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018 και ώρα 18.00 , σύμφωνα με το άρθρο 74 του Ν. 4555/2018 για την συζήτηση και λήψη αποφάσεων για τα πιο κάτω θέμα:

1.Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης ΙΙ «Επισκευή, συντήρηση σχολικών κτιρίων & αύλειων χώρων και λοιπές δράσεις».

2.Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης Ι «Προμήθεια μηχανημάτων έργου, οχημάτων ή/και συνοδευτικού εξοπλισμού».

3.Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης ΙΙΙ «Προμήθεια – Τοποθέτηση εξοπλισμού για την αναβάθμιση παιδικών χαρών των δήμων της χώρας».
4.Τεχνικό Πρόγραμμα Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας έτους 2019.

5.Η αρίθμ. 126/2018 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισήγηση για τη 2η αναμόρφωση προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2018».

6.Αποδέσμευση του ποσοστού 12% από το σύνολο της ΣΑΤΑ σύμφωνα με το αρ.πρωτ.: Δ.Υ./04-10-2018 Υπηρεσιακό Σημείωμα του Προϊστάμενου Τμήματος Προϋπολογισμού, Λογιστηρίου & Προμηθειών.

7.Η αριθμ. 128/2018 απόφαση Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισήγηση για την αναπροσαρμογή των Δημοτικών Τελών έτους 2019».

8.Αίτημα της Δ.Ε.Υ.Α.Μ.Λ.Α.Α. για παραχώρηση προς ιδία χρήση βυτίων βοθρολυμάτων λόγω επιτακτικής και άμεσης ανάγκης.

9.Έγκριση πρακτικών ανάδειξης μελών και συγκρότηση επιτροπής προσωρινής παραλαβής του έργου «Ανάπλαση της κεντρικής πλατείας (πλατεία Ηρώου) και των γύρω κοινοχρήστων χώρων (Πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου, αδιαμόρφωτος χώρος δυτικά της κεντρικής πλατείας) διαμόρφωση χώρων στάθμευσης κοντά στην κεντρική πλατεία πεζοδρομήσεις τμημάτων οδών (Αγίου Κων/νου & Ελένης και 9ης Μαΐου) αναδιαμόρφωση του εμπορικού δρόμου (οδός Οσίου Ιωάννη Ρώσσου)».

10.Ανάκληση της υπ’ αριθμ. 101/2018 απόφασης Δ.Σ., έγκριση της υπ’ αριθμ. 2/2018 Τεχνικής Μελέτης της πράξης: «Βελτίωση και αναβάθμιση πλατειών και πεζοδρόμων του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας, με την τοποθέτηση υπόγειων συστημάτων κάδων διαλογής αποβλήτων και ανακύκλωσης στην πηγή» και καθορισμός του τρόπου εκτέλεσης.

11.Έγγραφο ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε. με θέμα: «Χρηματοδότηση δράσεων διαλογής στην πηγή».

12.Καθορισμός ετήσιας εισφοράς Δήμων – Μελών Περιφερειακού ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε. έτους 2018.

13.Συμμετοχή ή μη του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 245 του ν.4555/2018.

14.Αίτηση Πολιτιστικού Φυσιολατρικού Συλλόγου Δρυμώνα «Προφήτης Ηλίας» περί παραχώρησης χρήσης Δημοτικού Σχολείου Δρυμώνα για στέγαση των γραφείων του.

15.Η αριθμ. 119/2018 απόφαση Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισηγητική έκθεση εκτέλεσης προϋπολογισμού Β΄ τριμήνου οικονομικού έτους 2018».

16.Χορήγηση άδειας παραγωγού πωλητή υπαίθριου εμπορίου.

17.Ανανέωση επαγγελματικής άδειας υπαίθριου εμπορίου.

18.Αιτήσεις εγγραφής νηπίων στο δημοτικό παιδικό σταθμό Μαντουδίου.

19.Βεβαιώσεις καλής εκτέλεσης εργασιών - υπηρεσιών.
20.Εισήγηση Τμήματος Εσόδων, Περιουσίας & Ταμείου με θέμα: «Διαγραφή οφειλών».

21.Η αριθμ. 1/2018 απόφαση Δημοτικής Επιτροπής Παιδείας σχετικά με το αίτημα του Πολιτιστικού Συλλόγου Ροβιών για παραχώρηση αίθουσας πολλαπλών χρήσεων Δημοτικού Σχολείου Ροβιών.

22.Αίτημα εννέα(9) δημοτικών συμβούλων με θέμα “Μερική τροποποίηση-συμπλήρωση της αρ. 175/2018 απόφασης Δ.Σ με θέμα “Λήψη μέτρων για την αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν από την πρόσφατη θεομηνία και κατανομή της έκτακτης επιχορήγησης που έλαβε ο Δήμος Μαντουδίου-Λίμνης-Αγ. Άννας για το σκοπό αυτό”

23.Ένταξη του Διατηρητέου κτιρίου “Μεγάλη Οικία” Μαντουδίου στο πρόγραμμα ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΜΕΛΕΤΩΝ ΩΡΙΜΑΝΣΗΣ ΕΡΓΩΝ ΤΩΝ ΟΤΑ Β/ΔΡΑΣΗ

Ο Πρόεδρος
Δημοτικού Συμβουλίου
Χατζής Ανδρέας

Δευτέρα 29 Οκτωβρίου 2018

Από τις 23 Οκτώβρη, χωρίς ανταπόκριση, περιμένει άμεση σύγκλιση Δημοτικού Συμβουλίου ο Δήμαρχος για το προϋπολογισμό του 2019




Με το αρ. πρωτ. 9510/23-10-2018 έγγραφο Δημάρχου, το οποίο σας παρέχουμε συνημμένα, ζητήθηκε η άμεση σύγκλιση Δημοτικού Συμβουλίου για να συζητηθούν κρίσιμα και επείγοντα θέματα για τη λειτουργία του Δήμου.


O Δήμαρχος
Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας

Χρήστος Καλυβιώτη




Λίμνη, 23 Οκτωβρίου 2018
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΝΟΜΟΣ ΕΥΒΟΙΑΣ
ΔΗΜΟΣ Αρ.πρωτ.: 9510
ΜΑΝTΟΥΔΙΟΥ – ΛΙΜΝΗΣ - ΑΓΙΑΣ ΑΝΝΑΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΗΜΑΡΧΟΥ
Ταχ. Δ/νση : Λίμνη Εύβοιας
Τ.Κ. : 340 05 - ΛΙΜΝΗ
Πληροφορίες : Δήμαρχος
Τηλ. : 22270 31603
FAX : 22270 31012
email :dimos@malian.gov.gr

ΠΡΟΣ: Πρόεδρο Δημοτικού Συμβουλίου

Θέμα: «Αίτημα για άμεση σύγκλιση Δημοτικού Συμβουλίου και προτεινόμενα θέματα ημερήσιας διάταξης»


Κύριε Πρόεδρε,

Παρακαλώ, λαμβάνοντας υπόψη το άρθρο 67 του ν.3852/2010 και ιδιαιτέρως τις παρ. 2, 6 & 7, όπως συγκαλέσετε άμεσα Δημοτικό Συμβούλιο στην αίθουσα συνεδριάσεων του κτιρίου Μελά στη Δημοτική Κοινότητα Λίμνης και συμπεριλάβετε στην ημερήσια διάταξη τα κάτωθι κρίσιμα – επείγοντα θέματα για τη λειτουργία του Δήμου, που είναι σωρευμένα, καθώς επίσης και οποιαδήποτε άλλα θέματα έχετε υπόψη σας.


Θέμα 1: Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης ΙΙ «Επισκευή, συντήρηση σχολικών κτιρίων & αύλειων χώρων και λοιπές δράσεις».

Θέμα 2: Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης Ι «Προμήθεια μηχανημάτων έργου, οχημάτων ή/και συνοδευτικού εξοπλισμού».

Θέμα 3: Αποδοχή των όρων ένταξης και χρηματοδότησης πράξης του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο πρόγραμμα «ΦΙΛΟΔΗΜΟΣ ΙΙ», στο πλαίσιο της Πρόσκλησης ΙΙΙ «Προμήθεια – Τοποθέτηση εξοπλισμού για την αναβάθμιση παιδικών χαρών των δήμων της χώρας».

Θέμα 4: Τεχνικό Πρόγραμμα Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας έτους 2019.

Θέμα 5: Η αρίθμ. 126/2018 απόφαση της Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισήγηση για τη 2η αναμόρφωση προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2018».

Θέμα 6: Αποδέσμευση του ποσοστού 12% από το σύνολο της ΣΑΤΑ σύμφωνα με το αρ.πρωτ.: Δ.Υ./04-10-2018 Υπηρεσιακό Σημείωμα του Προϊστάμενου Τμήματος Προϋπολογισμού, Λογιστηρίου & Προμηθειών.

Θέμα 7: Η αριθμ. 128/2018 απόφαση Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισήγηση για την αναπροσαρμογή των Δημοτικών Τελών έτους 2019».

Θέμα 8: Αίτημα της Δ.Ε.Υ.Α.Μ.Λ.Α.Α. για παραχώρηση προς ιδία χρήση βυτίων βοθρολυμάτων λόγω επιτακτικής και άμεσης ανάγκης.


Θέμα 9: Έγκριση πρακτικών ανάδειξης μελών και συγκρότηση επιτροπής προσωρινής παραλαβής του έργου «Ανάπλαση της κεντρικής πλατείας (πλατεία Ηρώου) και των γύρω κοινοχρήστων χώρων (Πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου, αδιαμόρφωτος χώρος δυτικά της κεντρικής πλατείας) διαμόρφωση χώρων στάθμευσης κοντά στην κεντρική πλατεία πεζοδρομήσεις τμημάτων οδών (Αγίου Κων/νου & Ελένης και 9ης Μαΐου) αναδιαμόρφωση του εμπορικού δρόμου (οδός Οσίου Ιωάννη Ρώσσου)».

Θέμα 10: Ανάκληση της υπ’ αριθμ. 101/2018 απόφασης Δ.Σ., έγκριση της υπ’ αριθμ. 2/2018 Τεχνικής Μελέτης της πράξης: «Βελτίωση και αναβάθμιση πλατειών και πεζοδρόμων του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας, με την τοποθέτηση υπόγειων συστημάτων κάδων διαλογής αποβλήτων και ανακύκλωσης στην πηγή» και καθορισμός του τρόπου εκτέλεσης.

Θέμα 11: Έγγραφο ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε. με θέμα: «Χρηματοδότηση δράσεων διαλογής στην πηγή».

Θέμα 12: Καθορισμός ετήσιας εισφοράς Δήμων – Μελών Περιφερειακού ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε. έτους 2018.

Θέμα 13: Συμμετοχή ή μη του Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας στο ΦοΔΣΑ Στερεάς Ελλάδας Α.Ε., σύμφωνα με το άρθρο 245 του ν.4555/2018.

Θέμα 14: Διαβίβαση της αριθμ. 13/2018 ενιαίας μελέτης «Συντήρηση οδικού δικτύου Δήμου Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας (αγροτικού & δασικού) με χρήση ιδιωτικών μηχανημάτων στα πλαίσια πυροπροστασίας» έτους 2018.

Θέμα 15: Αίτηση Πολιτιστικού Φυσιολατρικού Συλλόγου Δρυμώνα «Προφήτης Ηλίας» περί παραχώρησης χρήσης Δημοτικού Σχολείου Δρυμώνα για στέγαση των γραφείων του.

Θέμα 16: Η αριθμ. 119/2018 απόφαση Οικονομικής Επιτροπής με θέμα: «Εισηγητική έκθεση εκτέλεσης προϋπολογισμού Β΄ τριμήνου οικονομικού έτους 2018».

Θέμα 17: Χορήγηση άδειας παραγωγού πωλητή υπαίθριου εμπορίου.

Θέμα 18: Ανανέωση επαγγελματικής άδειας υπαίθριου εμπορίου.

Θέμα 19: Αιτήσεις εγγραφής νηπίων στο δημοτικό παιδικό σταθμό Μαντουδίου.

Θέμα 20: Βεβαιώσεις καλής εκτέλεσης εργασιών - υπηρεσιών.

Θέμα 21: Εισήγηση Τμήματος Εσόδων, Περιουσίας & Ταμείου με θέμα: «Διαγραφή οφειλών».

Θέμα 22: Η αριθμ. 1/2018 απόφαση Δημοτικής Επιτροπής Παιδείας σχετικά με το αίτημα του Πολιτιστικού Συλλόγου Ροβιών για παραχώρηση αίθουσας πολλαπλών χρήσεων Δημοτικού Σχολείου Ροβιών.


Αμέσως μετά την ψήφιση του Τεχνικού Προγράμματος και το αργότερο μέχρι τέλος Οκτωβρίου 2018, όπως προβλέπεται από το νόμο, να συγκληθεί Δημοτικό Συμβούλιο με μοναδικό θέμα:
«Έγκριση Προϋπολογισμού έτους 2019, σύμφωνα με την αριθμ. 115/04-09-2018 απόφαση εισήγηση της Οικονομικής Επιτροπής».

Επίσης, σας υπενθυμίζουμε ότι πέραν των ανωτέρω θεμάτων εκκρεμούν προ διετίας, περισσότερα από (100) εκατό θέματα για συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο.



O Δήμαρχος
Μαντουδίου – Λίμνης – Αγίας Άννας

Χρήστος Καλυβιώτης

Δύο μέτρα στήριξης των πληγέντων από τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες

Δύο σημαντικές ενέργειες της κυβέρνησης για την στήριξη των πληγέντων από τις πρόσφατες καταστροφικές πλημμύρες στη Βόρεια Εύβοια, γνωστοποίησε στο δήμαρχο Μαντουδίου- Λίμνης- Αγίας Άννας κ.Καλυβιώτη και τους αντιδημάρχους των Δημοτικών Ενοτήτων Μαντουδίου
κ.Χαλιούλια, Λίμνης κ.Κατσουρα και Αγίας Άννας κ. Γεωργάκαινα, ο τέως υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και βουλευτής Ευβοίας Βαγγέλης Αποστόλου, σε συνάντηση που είχαν σήμερα στη Λίμνη.
Ο τέως υπουργός κατά τη συνάντηση αναφέρθηκε στις προσπάθειες της κυβέρνησης για να ανταποκριθεί σε όλες τις ανάγκες που προέκυψαν από τη συγκεκριμένη καταστροφή και δήλωσε για μια ακόμη φορά ότι θα παρακολουθεί από κοντά την υλοποίησή τους.

Το πρώτο θέμα αφορά απόφαση που υπέγραψε στις 26/10/2018 η υφυπουργός Οικονομικών Αικατερίνη Παπανάτσιου και θα δημοσιευθεί άμεσα στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, με την οποία παρατείνονται μέχρι και την 01.04.2019 οι προθεσμίες καταβολής των βεβαιωμένων στις ΔΟΥ/ Ελεγκτικά Κέντρα οφειλών των φυσικών και νομικών προσώπων και οντοτήτων με κύρια κατοικία ή κύρια εγκατάσταση (έδρα) στις Δ.Ε.Κηρέως , Ελυμνίων και Νηλέως του Δήμου Λίμνης- Μαντουδίου- Αγίας Άννας της Περιφερειακής Ενότητας Εύβοιας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας που λήγουν ή έληξαν από 29.09.2018 μέχρι και την 01.04.2019.Έως την ίδια ημερομηνία και για τις ίδιες οφειλές παρατείνονται και οι προθεσμίες καταβολής των δόσεων ρυθμίσεων /διευκολύνσεων τμηματικής καταβολής βεβαιωμένων οφειλών.

Με την ίδια απόφαση αναστέλλεται μέχρι και την 01.04.2019 η πληρωμή των βεβαιωμένων και ληξιπροθέσμων την 29.09.2018 οφειλών των ανωτέρω προσώπων και οντοτήτων.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά τις αποζημιώσεις των ζημιών στον αγροτικό χώρο. Συγκεκριμένα, καθώς έχουν ολοκληρωθεί οι εκτιμήσεις, εκτιμάται ότι οι ασφαλιστικά καλυπτόμενες ζημιές από τον ΕΛΓΑ στη φυτική παραγωγή ξεπερνούν τις 500.000 ευρώ και στη ζωική παραγωγή τις 250.000 ευρώ. Οι αποζημιώσεις αυτές υπολογίζεται ότι θα οριστικοποιηθούν αρχές της επόμενης χρονιάς και θα καταβληθούν άμεσα.
Όσον αφορά δε τις μη ασφαλιστικά καλυπτόμενες ζημιές σε φυτικό και ζωικό κεφάλαιο και σε αποθηκευμένα προϊόντα εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα 250.000 ευρώ, και αυτές μπορούν να πληρωθούν υπό την προϋπόθεση ότι θα ενταχθούν σε προγράμματα Κρατικών Οικονομικών Ενισχύσεων (γνωστά ως ΠΣΕΑ στους αγρότες).

ΠΗΓΗ ΑΠΕ ΜΠΕ

Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2018

Και σύλλογος Αρχαίας Κηρίνθου με ξεκάθαρες παραταξιακές προτιμήσεις



Το βράδυ του Σαββάτου  αυτοδιοικητικοί συμμετείχαν στην εκδήλωση του Συλλόγου Αρχαίας Κηρίνθου. Στην φωτογραφία διακρίνονται οι δημοτικοί σύμβουλοι Γιάννης Στεργίου και Γιάννης Κατζούρας. Παρών και ο αρχαιολόγος Άγγελος Ριτσώνης. Ως γνωστόν η παράταξη Στεργίου έχει παίξει το τοπικιστικο χαρτί με την ΤΚ Κηρίνθου (ονομαζόμενη Σκύλογιάννη πριν 90 χρόνια ) που θεωρεί ότι η Αρχαία Κηρίνθος τους ανήκει. Στην εκδήλωση συμμετείχε το χορευτικό της Αγίας Άννας  Νηλέας.


28η Οκτωβρίου 1940. Το όχι και ο Μεταξάς, από τον μύθο στην ιστορική αλήθεια

lesvosnews.net


φωτο: Ο Μεταξάς με τον Γκέμπαιλς στις 21/9/1936 στην Αθήνα


28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940.  Το ΟΧΙ και ο Μεταξάς, από τον μύθο στην ιστορική αλήθεια

Γράφει ο Θράσος Αβραάμ*

Η επέτειος του ΟΧΙ μνημονεύει την άρνηση της Ελλάδας στις ιταλικές αξιώσεις που περιείχε το τελεσίγραφο που επιδόθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1940 στον δικτάτορα που έφερε τίτλο Πρωθυπουργού, Ιωάννη Μεταξά. Συνέπεια της άρνησης αυτής ήταν η είσοδος της χώρας στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και η έναρξη του Ελληνοϊταλικού πολέμου του 1940.

Είναι αλήθεια, όμως, αυτό που έχουμε διδαχθεί ή ακούσει ότι ο Μεταξάς είπε «Όχι» το 1940; Το δικό του «Όχι» θα γιορτάσουμε την Κυριακή; Ή μήπως ήταν αλλιώς τα πράγματα; Ας δούμε ποια είναι η ιστορική αλήθεια για την περίοδο.

Ο Μεταξάς δεν συμβιβάστηκε ποτέ με την ιστορική συγκυρία που τον εμπόδιζε να εγκαταστήσει κλασικό φασιστικό καθεστώς στη χώρα. Διέλυσε τις προηγούμενες ελληνικές φασιστικές οργανώσεις (μεταξύ τους την «Τρία Έψιλον» και τα αιματοβαμμένα τάγματα εφόδου της, τους «Χαλυβδόκρανους») μόνο και μόνο για να δημιουργήσει από την αρχή ένα μαζικό φασιστικό κίνημα που θα του επέτρεπε να έχει το πάνω χέρι στη «συγκυβέρνηση» με τον Γεώργιο Β’.Πρόκειται για την ΕΟΝ – την Εθνική Οργάνωση Νεολαίας – η οποία ιδρύθηκε, στελεχώθηκε και οργανώθηκε στη βάση των πιο σκληρών φασιστικών νεολαιίστικων οργανώσεων. Οι στολές, η εκπαίδευση της ΕΟΝ ήταν παραστρατιωτικές και το πρόσχημα για την κατεπείγουσα δημιουργία της ήταν η ανάγκη προάσπισης του ελληνικού πολιτισμού απέναντι στην κομμουνιστική επιθετικότητα.

Διακήρυξε τη δημιουργία του «Γ’ Ελληνικού Πολιτισμού» - κατ’ απομίμηση του χιτλερικού Γ’ Ράιχ-. Κήρυττε την Fuhrerprinzip, την αρχή του αλάθητου και της παντοδυναμίας του αρχηγού. Όπως όμως και τα άλλα φασιστικά καθεστώτα των Βαλκανίων αλλά και ο Φράνκο, δεν χρησιμοποιούσε τους όρους “φασιστικός” και “εθνικοσοσιαλιστικός” αφενός λόγω της εμφανούς απέχθειας της κοινωνίας προς τα αντίστοιχα καθεστώτα του Μουσολίνι και του Χίτλερ, αλλά και για να μη δημιουργεί προστριβές με την “προστάτιδα” Αγγλία.

Στις 20 Σεπτέμβρη του 1936, η δικτατορία, που μετράει μόλις ενάμιση μήνα ζωής, προσκαλεί (δια του ανοικτά φιλοναζιστή έλληνα υπουργού Κοτζιά) τον Τζ. Γκέμπελς, τον διαβόητο υπουργό Προπαγάνδας των Ναζί, που είναι «η πιο ισχυρή προσωπικότητα του Γ’ Ράιχ μετά τον Φύρερ» όπως αναγράφει την ίδια μέρα στο άρθρο της μία από τις πλήρως ελεγχόμενες από το καθεστώς ελληνικές εφημερίδες. Είναι η αρχή μίας διαρκούς διπλωματικής προσέγγισης του Μεταξά προς τη Γερμανία. Άλλωστε το καθεστώς βρίθει από ανοικτά δηλωμένους λάτρεις του ναζισμού. Όχι μόνο οι υπουργοί (Κοτζιάς, Μανιαδάκης κ.α.), αλλά και αστυνομικές διευθύνσεις και άλλες υπηρεσίες κοσμούν τα γραφεία τους με κάδρα του Χίτλερ. Ο στρατός, αφού έχει εκκαθαριστεί από κάθε δημοκρατικό και βενιζελικό στοιχείο, αποτελείται κατά βάση από στρατιωτικούς-θαυμαστές των SS και της Βέρμαχτ. Η ΕΟΝ, όπως αναφέρθηκε,κατά τα πρότυπα της χιτλερικής νεολαίας, διαδίδει τις αξίες της μοναρχίας και την λατρεία του «ηγέτη Μεταξά». Ο Γ’ Ελληνικός Πολιτισμός λοιπόν κλείνει το μάτι στο Γ’ Ράιχ.

Οι υπόγειες επικοινωνιακές και ιδεολογικές διασυνδέσεις του καθεστώτος προς το Γ’ Ράιχ θα είναι μόνιμες, ακόμη και κατά το ξέσπασμα του πολέμου στην Ελλάδα. Οι ισορροπίες διαρκώς θα δοκιμάζονται: το 1938, ο δικτάτορας παροτρύνει επισήμως τον βασιλιά του να επισκεφθεί τον Χίτλερ στη Γερμανία και ο Γεώργιος αρνείται. Το απόλυτο αδιέξοδο και την απελπισία του γι αυτή την «προδοσία» των ομοϊδεατών του Χίτλερ και Μουσολίνι καταγράφει ο ίδιος ο Μεταξάς στο Τετράδιο των Σκέψεων του, λίγες μέρες πριν από τον θάνατό του (2.1.1941),: «Η Ελλάς έγινε από της 4ης Αυγούστου Κράτος αντικομμουνιστικό, Κράτος αντικοινοβουλευτικό, Κράτος ολοκληρωτικό, Κράτος με βάση αγροτική και εργατική, και κατά συνέπεια αντιπλουτοκρατικό. Δεν έχει βέβαια κόμμα ιδιαίτερο να κυβερνά. Αλλά κόμμα ήτανε όλος ο λαός, εκτός από τους αδιόρθωτους κομμουνιστάς και τους αντιδραστικούς παλαιοκομματικούς. Επομένως, αν ο Χίτλερ και ο Μουσολίνι αγωνιζότανε πραγματικά για την ιδεολογία που υψώνανε για σημαία, έπρεπε να υποστηρίζουν παντού την Ελλάδα με όλη τους τη δύναμη. Λοιπόν και ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ απέναντι της Ελλάδος δεν ωδηγηθήκανε από κανένα από τα ιδεολογικά ελατήρια που υψώνανε ως σημαία του αγώνα των. Το εναντίον, κτυπώντας την Ελλάδα, κτυπούσανε τη σημαία αυτή».

Το καταπληκτικό αυτό κείμενο δεν αφήνει καμιά αμφιβολία για το πώς σκεπτόταν ο Μεταξάς μέχρι το τέλος της ζωής του και κάτω από ποιες συνθήκες οδηγήθηκε η χώρα στον πόλεμο. Εξηγεί ακόμα την φαινομενική τυφλότητα των σύγχρονων εθνικοσοσιαλιστών μπροστά στα πασίγνωστα εγκλήματα του ναζισμού στην Ελλάδα.

Για να επανέλθουμε όμως, ο ηγέτης του «Εθνικού Κράτους» και του «Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού», δεν κυβερνούσε μόνος του αλλά υπήρχε ένα ακόμα κέντρο εξουσίας που ήταν το Παλάτι και το «βαθύ κράτος», που υπάκουε πρωτίστως στο βασιλιά. Και ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στη Βρετανία, τη «θετή και πνευματική του πατρίδα», σύμφωνα με τον Άγγλο πρεσβευτή Ρέτζιναλντ Λίπερ.

Για να αντιληφθεί κανείς τα τεράστια οικονομικά συμφέροντα που παίζονταν στην Ελλάδα και το μέγεθος της οικονομικής επιρροής της Αγγλίας στη χώρα είναι ενδεικτικό το εξής στοιχείο.Το εξωτερικό χρέος της χώρας το 1932 έφτανε τα 1,022 δισεκατομμύρια χρυσά φράγκα, ενώ το εσωτερικό χρέος ήταν 144 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Βασικοί δανειστές της χώρας και κάτοχοι των ελληνικών χρεογράφων ήταν ο οίκος «Hambro» του Λονδίνου, το συγκρότημα «Speyer and Co» της Ν. Υόρκης και η Εθνική Τράπεζα Αθηνών. Το 67,42% του εξωτερικού χρέους ήταν αγγλικά κεφάλαια, το 9,88% ήταν κεφάλαια των ΗΠΑ, το 7,52% ήταν γαλλικά κεφάλαια, το 5,40% σουηδικά, το 3,44% βελγικά. Μόλις το 1,7% ήταν γερμανικά και μόλις το 1,65% ήταν ιταλικά. Επομένως, ήταν τέτοια η πρόσδεση της Ελλάδας στην Αγγλία, που το Μεταξικό καθεστώς δεν θα μπορούσε ποτέ να διανοηθεί να σταθεί απέναντί της. Εξάλλου, όπως εξήγησε ο Μεταξάς στους δημοσιογράφους αμέσως μετά την ιταλική επίθεση (30.10.1940), ήταν υποχρεωμένος να απορρίψει το ιταλικό τελεσίγραφο για στρατιωτική κατάληψη κάποιων (μη προσδιορισμένων) στρατηγικών σημείων της χώρας απ’ τον ιταλικό στρατό, καθώς στην αντίθετη περίπτωση θα επενέβαινε στρατιωτικά η Αγγλία, με αποτέλεσμα τη διχοτόμηση της Ελλάδας και τη μετατροπή του συνόλου της ελληνικής επικράτειας σε πεδίο μάχης.



«Λίγες τουφεκιές…»

Ούτε ο ίδιος ο Μεταξάς, ούτε ο στρατάρχης Παπάγος πίστευαν σε μια επιτυχή απόκρουση της ιταλικής επίθεσης. Ο Παπάγος δήλωνε σε υφισταμένους του (συγκεκριμένα στον επιτελάρχη του Τμήματος Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας συνταγματάρχη Γεωργούλη) ότι «θα ρίξωμεν μερικές τουφεκιές διά την τιμήν των όπλων», ο δε Μεταξάς σημείωνε στις 29 Οκτωβρίου 1940 στο ημερολόγιό του ότι «τον ανησυχεί η υπεραισιόδοξος κοινή γνώμη» που είχε πάρει τον πόλεμο στα σοβαρά»! Το πραγματικό κλίμα εκείνου του βραδιού του τελεσιγράφου αποτυπώνει ο υπουργός Ναυτιλίας του Μεταξά Αμβρόσιος Τζίφος, ο οποίος μετείχε στην πρώτη κυβερνητική σύσκεψη το ξημέρωμα εκείνης της ιστορικής νύχτας: «Εξάλλου η προθεσμία του τελεσιγράφου ήτο τρίωρος, ήτοι ώς τας 6 το πρωί, ώστε δεν εδίδετο καν καιρός διά οιανδήποτε ενέργειαν, έστω και αν υπήρχε η παραμικρά διάθεσις» (ανέκδοτες «Αναμνήσεις», περιλαμβάνονται σε παράρτημα του Ημερολόγιου Μεταξά εκδόσεις Γκοβόστης, τόμος Δ’).

Τα ίδια πίστευε και ο Υφυπουργός των Στρατιωτικών Παπαδήμας. Οταν επισκέφτηκε στον «Ευαγγελισμό» που νοσηλευόταν ο Συν/χης Δαβάκης του είπε: «Εμείς περιμέναμε να τελειώσει ο πόλεμος σε τρεις μέρες. Αυτό που καταφέρατε σεις είναι ένα θαύμα». Έτσι εκφράζονταν οι ποιο υπεύθυνοι στρατιωτικοί Αρχηγοί που είχαν τοποθετηθεί στην κορυφή της στρατιωτικής ηγεσίας του έθνους. Οι δηλώσεις αυτές είναι ιστορικά ντοκουμέντα που δείχνουν καθαρά τις προθέσεις της δικτατορίας. Δεν είχαν στο vου τους παρά να πολεμήσουν τρεις μέρες και να παραδώσουν χωρίς πόλεμο το λαό μας στην πιο επαίσχυντη δουλεία και καταστροφή, ενώ αυτοί ετοιμάζονταν να φύγουν.





Η στρατιωτική προετοιμασία

Ο ελληνικός στρατός βρέθηκε στοιχειωδώς μόνο προετοιμασμένος, παρ’ όλες τις υπέρογκες στρατιωτικές δαπάνες της δικτατορίας. Τα αποθέματά του σε πυρομαχικά, καύσιμα και τρόφιμα δεν υπερέβαιναν (σύμφωνα με την επίσημη ιστορία του ΓΕΣ) τους 1-2 μήνες κατά περίπτωση, κάλυπτε μόλις το 8% των αναγκών του σε αυτοκίνητα (600 αντί για 7.000), ενώ η αεροπορία, για την οποία είχαν γίνει άπειροι έρανοι και κατασχεθεί οι τραπεζικές καταθέσεις χιλιάδων μικροαποταμιευτών, διέθετε μόνο κάποια δευτεροκλασάτα και ψιλοαπαρχαιωμένα αεροσκάφη PZL πολωνικής κατασκευής.

Αν μη τι άλλο, θα περίμενε κανείς από μία δικτατορία ενός πρώην στρατιωτικού με μακρά θητεία να έχει τουλάχιστον μία κάποια έφεση στη στρατιωτική οργάνωση και πυγμή. Κι όμως, η ηθική και επιχειρησιακή κατάσταση του στρατιωτικού μηχανισμού κατά την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο είναι επιεικώς απαράδεκτη για ένα καθεστώς που αυτοπροβάλλεται ως εθνοσωτήριο. Η σαρωτική επιτυχία του ελληνικού στρατού οφειλόταν αμιγώς στην ασυγκράτητη ορμή της ανοργάνωτα επιστρατευμένης ελληνικής κοινωνίας και επουδενί στο μεταξικό καθεστώς, το οποίο, ακόμα και την περίοδο της σφοδρής ελληνικής αντεπίθεσης εναντίον των Ιταλών, έκανε ό,τι μπορούσε για να σταματήσει το «Βατερλώ» του Άξονα. Το καθεστώς, το οποίο σύμφωνα με τη Λευκή Βίβλο του ελληνικού υπουργείου εξωτερικών, γνώριζε από τον Ιούνιο για την επικείμενη επίθεση της Ιταλίας, εισήγαγε την Ελλάδα στον πόλεμο ως εξής:Ελλιπέστατη εδαφική οχύρωση, αποθέματα τροφίμων και ένα απίστευτα μικρό και πεπαλαιωμένο πολεμικό υλικό καθ’ ομολογίαν των ίδιων των ηγετών του στρατού (Παπάγος, Ναύαρχος Σακελλαρίου κ.α.). Οι οχυρώσεις της περιβόητης «γραμμής Μεταξά» στα βουλγαρικά σύνορα ήταν μισοτελειωμένες (σταματούν 70 χλμ ανατολικά του Αξιού) και άχρηστες, καθώς η κακή σχεδίασή τους δεν εμποδίζει ικανοποιητικά την διέλευση των αντίπαλων στρατευμάτων. Στην Ήπειρο, όπου διεξάγεται ο πόλεμος αρχικά, το ελληνικό κράτος έχει προνοήσει για δύο κακοφτιαγμένους δρόμους, ενώ δεν υπάρχει καμία σιδηροδρομική γραμμή, τα Γιάννενα έχουν ένα μόνο αεροδρόμιο σε κακή κατάσταση. Η Ελλάδα έμπαινε στον πόλεμο με λιγοστά αντιαρματικά και αντιαεροπορικά όπλα. Δεν διέθετε ούτε μία μονάδα αρμάτων ούτε καν μια θωρακισμένη μονάδα. «Τουφέκια, όλμοι, κανόνια που έπρεπε να είναι τελευταίου τύπου… σκάζουν στα πρόσωπα των στρατιωτών μόλις επιχειρούν να τα χρησιμοποιήσουν. Τα πυρομαχικά που υποτίθεται πως είναι σε μεγάλη ποσότητα, δεν είναι καθόλου» (Floyd Spenser, “War and postwar Greece”).





Η 28η Οκτωβρίου 1940


Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας τα χαράματα της 28ης Οκτώβρη 1940 ήταν ένας θαυμαστής του Μουσολίνι, του Χίτλερ και αυλόδουλος. Ως τέτοιος έπρεπε με μισή καρδιά να πολεμήσει τα ινδάλματά του γιατί ο βασιλιάς ήταν σύμμαχος των Άγγλων. Ο αγουροξυπνημένος Μεταξάς έχει λιγότερο από 3 νυκτερινές ώρες να ενημερώσει τον βασιλιά του, την κυβέρνησή του και τον στρατό του και συνάμα να απαντήσει θετικά ή αρνητικά μπροστά σε μία κατάληψη μη προσδιορισμένων εδαφών σε έναν πρέσβη ανίκανο να προβεί σε διευκρινήσεις, ο οποίος με τη σειρά του θα χρειαστεί λίγο χρόνο για να μεταφέρει την απάντηση με τα μέσα επικοινωνίας του 1940. Με λίγα λόγια, η ιταλική διακοίνωση είναι προσχεδιασμένη ώστε να κάνει εντελώς αδύνατη ακόμα και την άνευ όρων παράδοση, δηλαδή τον ανώτατο αντικειμενικό στόχο ενός τελεσιγράφου. Ο Μεταξάς, πρώην στρατιωτικός και νυν δικτάτορας, κάνει ενώπιον του Γκράτσι μία λογική διαπίστωση, την οποία ο ιστορικός μύθος μετέτρεψε σε αποφασιστική άρνηση. Δεν υπήρξε καμία ερώτηση και κανένα εκβιαστικό τελεσίγραφο, παρά μόνο η ωμή κήρυξη του πολέμου της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας. Έτσι εκείνα τα χαράματα και όταν ο Γκράτσι του επέδωσε το τελεσίγραφο του απάντησε στην γαλλική γλώσσα, γιατί δεν ήξερε Αγγλικά και γιατί η Γαλλική ήταν η γλώσσα της διπλωματίας. Δεν είπε «ΟΧΙ», πρώτον γιατί η λέξη «ΟΧΙ» δεν υπάρχει στην διπλωματία και δεύτερο γιατί έγραψε ο ίδιος ο Μεταξάς τι του απάντησε στο περίφημο «Ημερολόγιό» του. Η απάντηση ήταν ερώτηση και ήταν η ακόλουθη: Alors est que c’est la guerre; «Δηλαδή έχουμε πόλεμο;».

Πού βρέθηκε το «Οχι»; Ηταν μια εύστοχη δημοσιογραφική έμπνευση (εφημ. «Ελληνικό Μέλλον», 30.10.1940), η οποία μετατράπηκε γρήγορα σε βασικό προπαγανδιστικό σλόγκαν ενός καθεστώτος, το οποίο ήδη λειτουργούσε με ολοκληρωτικές μεθόδους χρησιμοποιώντας κάθε λογής ύμνους για τον «Εθνικό Κυβερνήτη». Το δεδομένο ήταν ότι το καθεστώς της 4ης Αυγούστου μπαίνει με το ζόρι σε έναν πόλεμο εναντίον ομοϊδεατών του. Ο πόλεμος ξεκίνησε και ο ελληνικός λαός έγραψε στα βουνά της Πίνδου μερικές απ’ τις πιο λαμπρές σελίδες στην ιστορία του.

Η ευκαιρία όμως για οριστική ματαίωση των επιδιώξεων του Μουσολίνι χάνεται καθώς οι έλληνες στρατιωτικοί διευθυντές των επιχειρήσεων της Αλβανίας και της Ηπείρου ακολουθούν μία εντελώς αδικαιολόγητη –στρατιωτικά- μετριοπάθεια, που δίνει τον χρόνο στους Ιταλούς να ανασυνταχθούν, δίνει βορά τις ελληνικές δυνάμεις στο κρύο του χειμώνα και την πείνα καθώς επίσης και τα περιθώρια στους Γερμανούς να οργανώσουν τις δυνάμεις τους για τη συμμετοχή τους στη μάχη εναντίον της Ελλάδας. Σύμφωνα με μελέτη της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης το 1941 αναφέρει: «Το καθεστώς Μεταξά και η ελληνική Ανώτατη Διοίκηση κυριαρχούνταν από παθητική και αμυντική νοοτροπία κι από άτολμη και χωρίς φαντασία στρατηγική, σε σημείο που δύσκολα μπορεί να τους αναγνωρίσει έστω και μία επιθετική διαταγή σ’ όλο το διάστημα του πολέμου. Με δύο λόγια,…, δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ τις νίκες που κέρδισε το ελληνικό πεζικό».

Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως και η οικονομική ελίτ της Ελλάδας ήταν όχι μόνο φιλοναζιστική αλλά έπαιρνε και πρωτοβουλίες δυναμώματος της ναζιστικής κυριαρχίας μόλις αυτή εγκαθιδρύθηκε στην Ελλάδα με την Κατοχή. Ο αντιπρόσωπος της εταιρείας Siemens στην Ελλάδα, Ιωάννης Βουλπιώτης, ήταν ένας από τους ιδρυτές των «Ταγμάτων Ασφαλείας», της χειρότερης ελληνικής ναζιστικής οργάνωσης την περίοδο της Κατοχής.Μετά την Κατοχή το μετεμφυλιακό Κράτος που θέσπισε την 28η Οκτωβρίου σαν γιορτή στελεχώθηκε από αυτούς ακριβώς τους συνεργάτες των Ναζί. Η χώρα μας γιορτάζει μια επέτειο έναρξης πολέμου. Ενός πολέμου στον οποίο η ηγεσία της χώρας σύρθηκε από τη μύτη εξαιτίας συμμαχικών υποχρεώσεων. Άλλωστε μετά την ήττα αυτές οι ελίτ της επιχειρηματικής και κοινωνικής ζωής συνεργάστηκαν ολόθερμα με τους Ναζί και η ίδια χώρα ποτέ δεν τιμώρησε τους συνεργάτες αυτούς και ποτέ δεν θα γιορτάσει το τέλος του πολέμου και τη στρατιωτική ήττα του Ναζισμού.Εν κατακλείδι η απάντηση στο αρχικό ερώτημα για το ποιος είπε το ΟΧΙ προκύπτει αβίαστα. Το ΟΧΙ το είπε ο ελληνικός λαός, ένας λαός που δεν συμβιβάστηκε με την ήττα, αλλά αντιστάθηκε σε βουνά και πόλεις μέχρι που έδιωξε τους ναζί κατακτητές. Τα ΟΧΙ τα λένε και τα υποστηρίζουν οι λαοί και όχι Μεταξάδες.



*Ο Θράσος Αβραάμ είναι πρώην εκδότης, δημοσιογράφος, πτυχιούχος του Τμήματος Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου

Επέτειος του Ελληνοϊταλικού πολέμου




Έλληνες στρατιώτες στο Αλβανικό μέτωπο γιορτάζουν την Πρωτοχρονιά του 1941




Ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940-41




Ελληνοϊταλικός Πόλεμος
Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος του 1940-41 (στην Ελλάδα αναφέρεται και ως Πόλεμος του '40 ή Έπος του '40) ήταν η πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και συνασπισμού Ιταλίας και Αλβανίας, η οποία διήρκεσε από τις 28 Οκτωβρίου 1940 μέχρι τις 31 Μαΐου 1941, όταν και ολοκληρώθηκε η κατάληψη της χώρας από τις Γερμανικές δυνάμεις, οι οποίες επιτέθηκαν στην Ελλάδα στις 6 Απριλίου 1941. Τη στιγμή της γερμανικής εισβολής, ο Ελληνικός στρατός είχε προελάσει στα Αλβανικά εδάφη, ως αποτέλεσμα της μέχρι τότε αποτελεσματικής αντιμετώπισης των Ιταλο-Αλβανικών δυνάμεων. Η ιταλική κυβέρνηση απέστειλε στην Ελλάδα τελεσίγραφο με το οποίο και απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία της Ελλάδος. Η άρνηση της Ελλάδας εορτάζεται στην Επέτειο του Όχι.

Ο πόλεμος αυτός ήταν προϊόν της επεκτατικής πολιτικής του φασιστικού καθεστώτος του Μπενίτο Μουσολίνι που είχε εγκαθιδρύσει στην Ιταλία και που άρχισε να εκδηλώνεται με την έναρξη του Β' Π.Π. και ειδικότερα μετά τη συνομολόγηση του Χαλύβδινου Συμφώνου. Στα μέσα του 1940, ο Μπενίτο Μουσολίνι, έχοντας ως πρότυπο τις κατακτήσεις του Αδόλφου Χίτλερ, θέλησε να αποδείξει στους Γερμανούς συμμάχους του Άξονα ότι μπορεί και ο ίδιος να οδηγήσει την Ιταλία σε ανάλογες στρατιωτικές επιτυχίες. Η Ιταλία είχε ήδη κατακτήσει την Αλβανία από την άνοιξη του 1939, καθώς και πολλές βρετανικές βάσεις στην Αφρική, όπως τη Σομαλιλάνδη, το καλοκαίρι του 1940, αλλά αυτές δεν ήταν επιτυχίες ανάλογες αυτών της ναζιστικής Γερμανίας. Ταυτόχρονα ο Μουσολίνι επιθυμούσε να ισχυροποιήσει τα συμφέροντα της Ιταλίας στα Βαλκάνια, που ένιωθε ότι απειλούνταν από τη γερμανική πολιτική από την στιγμή που η Ρουμανία είχε δεχθεί την γερμανική προστασία για τα πετρελαϊκά της κοιτάσματα.

Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, ο Ιταλός Πρέσβης στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι επέδωσε ιδιόχειρα στον Έλληνα δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά, στην οικία του δεύτερου, στην Κηφισιά, τελεσίγραφο, με το οποίο απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Ελληνικού Βασιλείου, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για τις ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του για τη μετέπειτα προώθησή του στην Αφρική. Μετά την άρνηση του δικτάτορα (το γνωστό «όχι»), ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις άρχισαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εισβολής στην Ελλάδα μέσω των Ελληνο-αλβανικών συνόρων.

Ο Ελληνικός Στρατός αντεπιτέθηκε και ανάγκασε τον ιταλικό σε υποχώρηση. Μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου οι Ελληνικές δυνάμεις είχαν προωθηθεί στο ένα τέταρτο σχεδόν του εδάφους της Αλβανίας, καταλαμβάνοντας κατά σειρά τις πόλεις: Κορυτσά, Πόγραδετς, Άγιοι Σαράντα, Αργυρόκαστρο και Χειμάρρα. Η αντεπίθεση των Ιταλών, το Μάρτιο του 1941, απέτυχε, με κέρδος μόνο μικρές εδαφικές εκτάσεις στην περιοχή βόρεια της Χειμάρρας[4]. Τις πρώτες μέρες του Απριλίου, με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, οι Ιταλοί ξεκίνησαν και αυτοί νέα αντεπίθεση. Από τις 12 Απριλίου, ο Ελληνικός Στρατός άρχισε να υποχωρεί από την Αλβανία, για να μην περικυκλωθεί από τους προελαύνοντες Γερμανούς. Ακολούθησε η συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς, στις 20 Απριλίου και με τους Ιταλούς, τρεις μέρες αργότερα, οι οποίες περαίωσαν τυπικά τον ελληνοϊταλικόγερμανικό πόλεμο.

Η απόκρουση της ιταλικής εισβολής αποτέλεσε την πρώτη νίκη των Συμμάχων κατά των δυνάμεων του Άξονα στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και ανύψωσε το ηθικό των λαών στη σκλαβωμένη Ευρώπη. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η νίκη των Ελλήνων επηρέασε την έκβαση ολόκληρου του πολέμου, καθώς υποχρέωσε τους Γερμανούς να αναβάλουν την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης, προκειμένου να βοηθήσουν τους συμμάχους τους Ιταλούς που έχαναν τον πόλεμο με την Ελλάδα. Η καθυστερημένη επίθεση τον Ιούνιο του 1941, ενέπλεξε τις γερμανικές δυνάμεις στις σκληρές συνθήκες του ρωσικού χειμώνα, με αποτέλεσμα την ήττα τους στη διάρκεια της Μάχης της Μόσχας.


Ιστορικό υπόβαθρο
Οι ελληνοϊταλικές σχέσεις στις αρχές του 20ού αιώνα
Δεν θα πρέπει να λησμονείται ότι η Ιταλία υπήρξε μία από τις Μεγάλες Δυνάμεις παλαιότερα, που προσπαθούσε να αποκτήσει ηγεμονικό ρόλο στη Μεσόγειο. Το δε φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι είχε συχνά διακηρύξει ή υπονοήσει την πρόθεσή του να δημιουργήσει μια νέα «Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», στο δόγμα "Mare Nostrum" που θα περιελάμβανε και την Ελλάδα[5].


Η απόφαση του Μπενίτο Μουσολίνι να επιτεθεί στην Ελλάδα χωρίς τις απαραίτητες δυνάμεις είχε δύο αιτίες: την βαθιά περιφρόνηση για τους Έλληνες και την εμμονή του να αποδείξει στον Χίτλερ ότι και αυτός μπορούσε να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα[6].
Ήδη από τη δεκαετία του 1910, τα ελληνικά και ιταλικά συμφέροντα συγκρούονταν, τόσο στην Αλβανία, με το θέμα της Βορείου Ηπείρου, όσο και στα Δωδεκάνησα, τα οποία αποτελούσαν μέρος της ιταλικής επικράτειας. Η Αλβανία ήταν από τη δημιουργία της ένα προτεκτοράτο της Ιταλίας, έναντι του οποίου η Ελλάδα προέβαλε το θέμα των εδαφών της Βορείου Ηπείρου (Νότιας Αλβανίας), τα οποία δεν είχε καταφέρει να αποκτήσει στα πλαίσια της Μεγάλης Ιδέας, παρά την ύπαρξη εκεί συμπαγούς ελληνικής μειονότητας. Περαιτέρω, η Ιταλία κατείχε τα Δωδεκάνησα από το τέλος του ιταλο-τουρκικού πολέμου, το 1912, και παρότι το 1919 είχε υποσχεθεί την παραχώρησή τους στην Ελλάδα (συμφωνία Βενιζέλου - Τιττόνι), εντούτοις αργότερα υπαναχώρησε από την υπόσχεση αυτή[7]. Μικροεπεισόδια μεταξύ των στρατευμάτων των δύο κρατών είχαν σημειωθεί και μετά τη Συνθήκη των Σεβρών, όταν μέρος της Μικράς Ασίας περί την πόλη της Σμύρνης είχε αποδοθεί στην Ελλάδα, ενώ ιταλικές δυνάμεις βοηθούσαν τους Τούρκους εθνικιστές στον αγώνα τους κατά της ελληνικής κατοχής των εδαφών αυτών[8]. Πέραν αυτών, η φασιστική Κυβέρνηση Μουσολίνι χρησιμοποίησε το συμβάν της δολοφονίας του Ιταλού στρατηγού Ενρίκο Τελίνι στα ελληνοαλβανικά σύνορα για να βομβαρδίσει και να καταλάβει την Κέρκυρα[9], από τα Ιόνια νησιά. Τα Ιόνια νησιά αποτελούσαν άλλοτε (ως το 1797) βενετική κτήση και παρέμεναν ακόμη στόχος του ιταλικού ιμπεριαλισμού. Ακολούθησε μια περίοδος ομαλοποίησης των σχέσεων των δύο χωρών, ιδίως κατά τη διακυβέρνηση Βενιζέλου (1928-1932), κατά τη διάρκεια της οποίας υπογράφτηκε και το Σύμφωνο Φιλίας Ρώμης (1928), (γνωστό και ως Συμφωνία Βενιζέλου - Μουσολίνι), μεταξύ των δύο κρατών στις (23 Σεπτεμβρίου 1928)[10].

Ο Ελευθέριος Βενιζέλος έκανε σημαντικές προσπάθειες για την ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων της Ελλάδας με όλους τους γείτονές της. Μετά την υπογραφή του Συμφώνου Ελληνοτουρκικής Φιλίας (1930) και του Βαλκανικού Συμφώνου του 1934, η απειλή της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας θεωρείτο ότι είχε εξαλειφθεί. Η Αλβανία ήταν εξαιρετικά αδύναμη για να αποτελεί απειλή, ενώ το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας δεν προέβαλε σοβαρές αξιώσεις επί της Μακεδονίας. Για τους λόγους αυτούς, μόνη πραγματική απειλή για την ελληνική εθνική ασφάλεια κατά τη δεκαετία του 1930 θεωρούνταν η Βουλγαρία και οι αξιώσεις που έτρεφε, ήδη από την εποχή της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου έναντι της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης. Έτσι, όταν ο Ιωάννης Μεταξάς ανήλθε στην εξουσία το 1936, τέθηκε σε εφαρμογή σχέδιο αναδιοργάνωσης των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων και της δημιουργίας ισχυρής αμυντικής γραμμής κατά μήκος των ελληνοβουλγαρικών συνόρων[11]. Η αμυντική γραμμή κατασκευάστηκε και ονομάστηκε «Γραμμή Μεταξά».

Τα χρόνια που ακολούθησαν, η Κυβέρνηση Μεταξά έκανε μεγάλες επενδύσεις για την αναδιοργάνωση του στρατού. Αγοράστηκαν νέα όπλα και για τα τρία σώματα, ο στρατός αναβαθμίστηκε τεχνολογικά και οργανωτικά και τις παραμονές του πολέμου δεν είχε καμία σχέση με την εικόνα διάλυσης που παρουσίαζε στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Τέλος, έγιναν σημαντικές προετοιμασίες για το ενδεχόμενο πολέμου, όπως η αποθήκευση πολεμοφοδίων σε διάφορα σημεία της χώρας. Την περίοδο 1935-1939 παραγγέλθηκαν σημαντικές ποσότητες όπλων, τα οποία όμως παραδόθηκαν μόνο εν μέρει ή δεν πρόλαβαν να παραδοθούν ποτέ[12].

Παρόλα αυτά, το 1940 ο Ελληνικός Στρατός είχε σοβαρές ελλείψεις σε όλμους, μεταφορικά μέσα, αντιαεροπορικό και αντιαρματικό πυροβολικό[13]. Στο Ναυτικό και στην Αεροπορία, εκτός του πεπαλαιωμένου υλικού, η έλλειψη εξοπλισμού ήταν ακόμα μεγαλύτερη. Επίσης, το στελεχιακό δυναμικό του στρατεύματος είχε αποδυναμωθεί από την απόταξη των αξιωματικών που υποστήριζαν τον Βενιζέλο. Αυτοί οι αξιωματικοί θα μπορούσαν να προσφέρουν στον αγώνα κατά της ιταλικής εισβολής, όπως αποδείχθηκε από την μετέπειτα δράση τους στην Κατοχή. Όμως οι ελλείψεις αυτές δεν επηρέασαν το αποτέλεσμα της αναμέτρησης στο βαθμό που θα περίμενε η ιταλική ηγεσία, καθώς οι συνεχείς κλήσεις και ασκήσεις εφέδρων μετά το 1937 για τη στελέχωση στρατιωτικών μονάδων, η βρετανική συνδρομή σε αεροπορικά μέσα (έστω και μικρή) και η επίταξη 150.000 κτηνών, όπως και αυτοθυσία των χωρικών της Ηπείρου, για την μεταφορά στρατιωτικού υλικού, έλυσαν πολλά από τα προβλήματα[14].

Οχυρωματικές εργασίες από τον Ελληνικό Στρατό στην γραμμή Ελαίας - Καλαμά, Μάρτιος 1939



Διπλωματικές και στρατιωτικές εξελίξεις μεταξύ των ετών 1935-1940

Οχυρωματικές εργασίες από τον Ελληνικό Στρατό στην γραμμή Ελαίας - Καλαμά, Μάρτιος 1939
Η πρώτη σοβαρή αντιπαράθεση μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας ήταν όταν η Ελλάδα ψήφισε τις οικονομικές κυρώσεις στην Κ.Τ.Ε(1935) εναντίον της Ιταλίας λόγω της Αβησσυνιακής εκστρατείας στην Αφρική. [15]Λίγο αργότερα η Αγγλία στις 6 Δεκεμβρίου 1935, έθεσε το ερώτημα στις βαλκανικές χώρες και την Τουρκία, αν επρόκειτο να υποστηρίξουν την Αγγλία σε περίπτωση Αγγλο-ιταλικής σύρραξης λόγω των κυρώσεων στην Κ.Τ.Ε. Η Ελλάδα, η Γιουγκοσλαυία και η Τουρκία εξέφρασαν την υποστήριξή τους.[16] Οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας άρχισαν να ψυχραίνονται μετά την απόρριψη της ανανέωσης της 10ετούς Ελληνοιταλικής συμφωνίας Βενιζέλου - Μουσολίνι το 1938. Τον Ιούνιο του 1937, ο Μεταξάς δήλωνε στην Sunday Times, σε συνέντευξή του στην Αθήνα, ότι τα ελληνικά συμφέροντα συνδέονται με την Αγγλία.[17] Όπως επίσης τον Μάιο του 1940, ο Ιωάννης Μεταξάς σε συνέντευξή του στην Ντέιλι Τέλεγκραφ ανέφερε έιμεθα ουδέτεροι εφ΄όσον χρόνον θέλει η Αγγλία να είμεθα ουδέτεροι αναζωπυρώνοντας τις σχέσεις μεταξύ Ελλάδος και Ιταλίας.[18] Στις 7 Απριλίου 1939 ιταλικές δυνάμεις κατέλαβαν την Αλβανία. Έτσι η Ιταλία απέκτησε ουσιαστικά κοινά χερσαία σύνορα με την Ελλάδα. Η πράξη αυτή οδήγησε το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία να εγγυηθούν για την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας[19]. Ο Μεταξάς προσπάθησε να κρατήσει την ουδετερότητα της Ελλάδας παρά την ιδεολογική του συγγένεια με το φασισμό και το ναζισμό και τις οικονομικές σχέσεις που είχαν οικοδομηθεί με τη Ναζιστική Γερμανία.

Μετά την κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς ο Μεταξάς, άλλαξε το αμυντικό σχέδιο και δημιούργήθηκε ένα καινούριο από τους στρατιωτικούς επιτελείς του. Αυτό ονομαζόταν ΙΒ (Ιταλία - Βουλγαρία) και προέβλεπε δυο σενάρια. Το πρώτο σενάριο προέβλεπε, επίθεση της Ιταλίας ενώ το δεύτερο επίθεση της Ιταλίας συνεπικουρούμενη από τις ένοπλες δυνάμεις της Βουλγαρίας.[20] Ήδη από τον Μάρτιο του 1939 η ελληνική διπλωματία συγκέντρωνε πληροφορίες για τις προθέσεις των δύο δικτατόρων στα Βαλκάνια και τον Αύγουστο του 1939 γίνεται γνωστό ότι οι προθέσεις για την Ελλάδα του 'Χαλύβδινου Συμφώνου' Ιταλίας - Γερμανίας ήταν η κατάληψη και ο διαχωρισμός: το ανατολικό τμήμα η Γερμανία το προόριζε ως δώρο στην Βουλγαρία εάν της επέτρεπε την ελεύθερη διάβαση στο Αιγαίο και το Δυτικό στην Αλβανία η οποία θα χρησιμοποιόταν από τους Ιταλούς σαν κατοχική αστυνομική δύναμη. (Βλέπε βιβλίο: The British Labour Government and the Greek Civil War, Θανάσης Σφήκας, Αγγλία 1994). Τα γεγονότα επαληθεύτηκαν απολύτως μετακατοχικά. Έτσι ο Μεταξάς αποφάσισε να στραφεί ολοκληρωτικά προς το Αγγλικό στρατόπεδο το οποίο ευνοούσε εξάλλου και ο αγγλόφιλος Βασιλιάς Γεώργιος Β΄, ο οποίος παρείχε μεν στήριξη στο «καθεστώς της 4ης Αυγούστου» αλλά οι σχέσεις του με τον Μεταξά είχαν ψυχρανθεί σημαντικά όταν ο δικτάτωρ προσπαθούσε να βρει τρόπο να εξασφαλίσει μια ουδετερότητα την οποία για ένα διάστημα όντως διαπραγματεύτηκε με τους Γερμανούς μέσω της ελληνικής πρεσβείας στη Μαδρίτη και τον αρχηγό της Γερμανικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών Βίλχελμ φον Κανάρις, σημαντικού φίλου του φρανκικού καθεστώτος που σύχναζε στην Ισπανία. Ο φον Κανάρις, πάντως, παρέθετε πολύ αόριστες εγγυήσεις που δεν έπεισαν τελικά τον Μεταξά,[21] παρόλο που μερίδα των Ελλήνων διπλωματών του πρότειναν να τις αποδεχτεί. Ο ποιητής και τότε διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης αναφέρει ότι μερικοί από αυτούς τους διπλωμάτες ήταν έτοιμοι να πιστέψουν οτιδήποτε προκειμένου να αποφύγουν την εμπλοκή της Ελλάδας στον πόλεμο και ότι οι γερμανικές εκείνες "εγγυήσεις" δεν μιλούσαν καν για ουδετερότητα της Ελλάδας (Βλέπε αναφορά στο προηγούμενο βιβλίο του Θανάση Σφήκα)

Ο Χίτλερ με προσωπικές του διπλωματικές κινήσεις μεταξύ Μάη και Ιουλίου 1939, στις οποίες δεν συμμετείχε καν η Ιταλία, εξασφάλισε την συμμαχία Ουγγαρίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Ο Μουσολίνι είχε θεωρήσει αρχικά τα ρουμανικά πετρέλαια σαν δικό του μελλοντικό λάφυρο στα Βαλκάνια και εξοργίστηκε από τις εξελίξεις. Ετοιμάζοντας λοιπόν τις δικές του κινήσεις πήρε απόφαση να επέμβει στα Βαλκάνια ήδη απ τις 11 Αυγούστου και η απόφαση για πόλεμο είχε παρθεί: «Ο Μουσολίνι συνεχίζει να μιλά για επίθεση-αστραπή κατά της Ελλάδας στα τέλη Σεπτεμβρίου»[22]. Στο μεταξύ, το αρχικό πλάνο για επίθεση στη Γιουγκοσλαβία μπήκε στο αρχείο, λόγω της γερμανικής αντίθεσης και της έλλειψης των αναγκαίων μεταφορικών μέσων.[23]

Όταν ο Χίτλερ την 1η Σεπτεμβρίου 1939 επιτίθεται στην Πολωνία, σε μια σαφή κίνηση για τις επιδιώξεις του στα ανατολικά, ο Μουσολίνι έμαθε τα γεγονότα εκ των υστέρων και όχι σαν συνεργαζόμενος - σύμμαχος με την Γερμανία, κάτι τον οποίο τον εξόργισε έντονα. Στις 12 Οκτωβρίου 1940 οι Γερμανοί κατέλαβαν τις πετρελαιοπηγές της Πράχοβα της Ρουμανίας. Το γεγονός αυτό, το οποίο και πάλι δεν είχε πληροφορηθεί από πριν, εξόργισε τον Μουσολίνι, ο οποίος το θεώρησε ως «επέμβαση» των συμμάχων του Γερμανών στη νοτιοανατολική Ευρώπη, μια περιοχή που η Ιταλία ήταν, μαζί με την Γερμανία, συνεγγυητής της εδαφικής ακεραιότητας[24]. Τρεις μέρες αργότερα συνεκάλεσε σύσκεψη στη Ρώμη για να συζητηθεί, όχι μόνο η κατάληψη της Ηπείρου, της Κέρκυρας, της Κεφαλλονιάς και της Ζακύνθου (σε πρώτη φάση), όπως προέβλεπε το σχέδιο πολέμου Emergenza G, αλλά η κατάκτηση ολόκληρης της Ελλάδας (σε δεύτερη φάση ή ταυτόχρονα). Μόνον ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, στρατηγός Πιέτρο Μπαντόλιο, προέβαλλε αντιρρήσεις, σημειώνοντας την ανάγκη να συγκεντρωθεί δύναμη τουλάχιστον 20 μεραρχιών πριν την εισβολή, καθώς εκείνη την περίοδο μόνο εννέα μεραρχίες βρίσκονταν στην Αλβανία. Όμως, ο Διοικητής των δυνάμεων στην Αλβανία, Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα (άτομο πάντως που χρωστούσε την θέση του στην υποταγή του στο κόμμα ), υποστήριξε ότι μόνο 3 μεραρχίες αρκούσαν, και αυτές μάλιστα αφού θα έχει ήδη ολοκληρωθεί η πρώτη φάση του σχεδίου, δηλαδή η κατάληψη της Ηπείρου. Ο Μουσολίνι καθόρισε ως ημερομηνία έναρξης της εισβολής την 26η Οκτωβρίου και ήλπιζε πως η εκκαθάριση της Ηπείρου θα γινόταν ως τις 10 με 15 Νοεμβρίου[25]. Ο Υπουργός Εξωτερικών Γκαλεάτσο Τσιάνο, ο οποίος υποστήριξε ότι θα μπορέσουν να βασιστούν και στην υποστήριξη προσωπικοτήτων της Ελλάδας, οι οποίοι θα εξαγοράζονταν εύκολα, ανέλαβε να βρει ένα «casus belli»[26] (αιτία πολέμου)α[›]. Την επόμενη εβδομάδα, ο βασιλιάς της Βουλγαρίας Βόρις Γ' προσεκλήθη να λάβει μέρος στην επιχείρηση ενάντια στην Ελλάδα, αλλά εκείνος αρνήθηκε, επειδή η Γερμανία εκείνη την στιγμή δεν ευνοούσε καθόλου ένα Βαλκανικό μέτωπο.

Στην Ιταλία είχε ήδη ξεκινήσει από νωρίς μια επιχείρηση προπαγάνδας κατά της Ελλάδας, ενώ παράλληλα είχε μπει σε εφαρμογή σχέδιο προκλητικών ενεργειών εις βάρος της Ελλάδας, όπως η πτήση ιταλικών αεροσκαφών εντός του ελληνικού εναέριου χώρου, επιθέσεις αεροσκαφών σε ελληνικά πλοία, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό και βύθιση του καταδρομικού "Έλλη" στο λιμάνι της Τήνου, κατά τη διάρκεια του εορτασμού του Δεκαπενταύγουστου από ιταλικό υποβρύχιο. Παρά την αδιαμφισβήτητη ενοχή των Ιταλών, η Ελληνική Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι το πλοίο βυθίστηκε από πλοίο «αγνώστου εθνικότητας». Παρά το ότι με αυτό τον τρόπο διατηρήθηκε τύποις η ουδετερότητα, εντούτοις ο ελληνικός λαός είχε αρχίσει ήδη να υποψιάζεται τους πραγματικούς ενόχους[27].

Συνεπώς ο πόλεμος αυτός δεν ήταν ολότελα αιφνίδιος. Η επίδοση του τελεσιγράφου αναμενόταν ήδη από ημέρα σε ημέρα, η δε ημερομηνία αυτή της επίδοσης θεωρούνταν η πλέον πιθανή δεδομένου ότι αποτελούσε εθνική επέτειο του φασισμού στην Ιταλία από το 1925 (βλ. 28 Οκτωβρίου) Αλλά και από ένα δίκτυο πληροφοριών που είχε αναπτυχθεί τότε, σε συνδυασμό με διάφορα γεγονότα (βλ. ιταλικές προκλήσεις παρακάτω) προμήνυαν με βεβαιότητα σχεδόν την επερχόμενη πολεμική σύγκρουση, κι έτσι η Ελλάδα βρέθηκε έτοιμη τουλάχιστον να προβάλει αξιόλογη αντίσταση[28].

Το ιταλικό τελεσίγραφο και η ελληνική αντίδραση

Εφημερίδα της εποχής, την 28η Οκτωβρίου 1940, αναγγέλλει τον πόλεμο.
Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα, Εμανουέλε Γκράτσι, παρέδωσε στον Ιωάννη Μεταξά τελεσίγραφο του Μουσολίνι. Με αυτό, ο Ντούτσε ζητούσε να επιτραπεί η ελεύθερη διέλευση ιταλικών στρατευμάτων, τα οποία θα κατελάμβαναν απροσδιόριστα «στρατηγικά σημεία» εντός της ελληνικής επικράτειας. Ο Μεταξάς αρνήθηκε το τελεσίγραφο με τα λόγια: «Alors, c'est la guerre» (γαλλικά:«Λοιπόν, έχουμε πόλεμο»)β[›]. Η απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς αποτέλεσμα πίεσης της κοινής γνώμης, κατ' άλλους προσωπική ενέργεια και απόφαση. Ορισμένοι πάλι σύγχρονοι ιστορικοί πιστεύουν ότι η απόφαση του Μεταξά ήταν αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, αφού η Ελλάδα προετοιμαζόταν χρόνια για επικείμενη επίθεση εχθρικών δυνάμεων.[29] Τίποτα φυσικά δεν αποκλείει την συνύπαρξη και των τριών εξηγήσεων.

Εντός ολίγων ωρών, ξεκίνησε η ιταλική επίθεση, ενώ ο Μεταξάς απηύθυνε διάγγελμα[30] προς τον ελληνικό λαό[31], στο οποίο κατέληγε με τα εξής λόγια: « Ὅλον τό Ἔθνος ἄς ἐγερθῆ σύσσωμον. Ἀγωνισθῆτε διά τήν Πατρίδα, τάς γυναίκας, τά παιδιά σας καί τάς ἱεράς μας παραδόσεις. Νύν ὑπέρ πάντων ὁ ἀγών. » Κατόπιν αυτού, ο κόσμος ξεχύθηκε στους δρόμους τραγουδώντας πατριωτικά τραγούδια και αντι-ιταλικά συνθήματα, ενώ διαδηλώσεις νέων εισέβαλαν σε ιταλικά γραφεία και επιχειρήσεις. Εκατοντάδες εθελοντές σε ολόκληρη την επικράτεια, άνδρες και γυναίκες, έσπευδαν στα στρατολογικά γραφεία για να καταταγούν[32]. Ολόκληρο το έθνος ενώθηκε ενάντια στην ιταλική επιθετικότητα. Ακόμη και ο φυλακισμένος ηγέτης του παράνομου Κομμουνιστικού Κόμματος, ο Νίκος Ζαχαριάδης, έγραψε ανοικτή επιστολή, ζητώντας από το λαό να αντισταθεί, παρότι εξακολουθούσε να ισχύει το Σύμφωνο Μολότωφ - Ρίμπεντροπ (περί μη επίθεσης μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Γερμανίας), παραβαίνοντας έτσι την εκ Μόσχας κομματική γραμμή. Εντούτοις, σε δύο μεταγενέστερα γράμματά του κατηγορούσε το Μεταξά ότι έβαζε τη χώρα σε έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο και καλούσε τους Έλληνες στρατιώτες να λιποτακτήσουν και να ανατρέψουν το καθεστώς Μεταξά.

Επίσης, εξόριστοι δημοκράτες των νησιών των Κυκλάδων (Φολέγανδρος, Κίμωλος, Ανάφη) με αίτησή τους, ζήτησαν από το Υπουργείο Ασφαλείας να σταλούν στο μέτωπο, οι μεν άνδρες στην πρώτη γραμμή, οι δε γυναίκες ως νοσοκόμες σε προωθημένα ιατρεία, όπως στην Κίμωλο με πρωτοστάτες την Φούλα Χατζιδάκη και τον Μιλτιάδη Πορφυρογένη. Μετά την αρνητική απάντηση των κρατούντων και μπροστά στον κίνδυνο να τους παραδώσουν στους ναζί, οι εξόριστοι συνεδριάσαν και αποφάσισαν δραπέτευση.[33][34][35]

Όταν τελικά ο πόλεμος είχε ξεσπάσει στα Ελληνο-αλβανικά σύνορα, στο Βερολίνο επικράτησε οργή για την ακατανόητη και λανθασμένη πράξη απο πλευράς στρατηγικής του Μουσολίνι. Ειδοποίησαν τον Μεταξά ότι η παρουσία μικρών Βρετανικών αεροπορικών μονάδων δεν αποτελούσε αιτία κήρυξης πολέμου μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας εφόσον βέβαια τους απαγορευόταν η χρήση αεροδρομίων στην Βόρεια Ελλάδα.[36][37]
Εφημερίδα της εποχής, την 28η Οκτωβρίου 1940, αναγγέλλει τον πόλεμο


Οι δυνάμεις και τα σχέδια των αντιπάλων
Οι δυνάμεις των Ιταλών και το σχέδιο επίθεσης
Το ιταλικό σχέδιο πολέμου, το επονομαζόμενο Emergenza G («Επείγουσα Ελλάς»), προέβλεπε την κατάληψη της χώρας σε τρεις φάσεις. Η πρώτη ήταν η κατάληψη της Ηπείρου και των Ιονίων Νήσων. Στη δεύτερη φάση θα καταλαμβάνονταν η Δυτική Μακεδονία. Με την ενίσχυση νέων δυνάμεων που θα αποβιβάζονταν στην Ήπειρο και στα νησιά, θα ακολουθούσε η προέλαση προς την Θεσσαλονίκη και την Αθήνα με σκοπό την κατάκτηση της χώρας. Το σχέδιο είχε συνταχθεί με την ελπίδα της ουδετερότητας της Γιουγκοσλαβίας[38].

Το μέτωπο στην Νότια Αλβανία είχε μήκος περίπου 150 χιλιομέτρων και βρισκόταν σε μια εξ ολοκλήρου ορεινή περιοχή, η οποία επιπροσθέτως ήταν εξαιρετικά δύσβατη, λόγω του φτωχού οδικού δικτύου της. Η οροσειρά της Πίνδου χώριζε το θέατρο επιχειρήσεων στα δύο: αυτό της Ηπείρου και εκείνο της Δυτικής Μακεδονίας.

Την παραμονή της επίθεσης στην Ελλάδα στην Ανώτατη Στρατιωτική Διοίκηση Αλβανίας, υπό τον στρατηγό Βισκόντι Πράσκα, υπάγονταν οι εξής ιταλικές δυνάμεις[39]:

Στην Ήπειρο, το XXV Σώμα Στρατού «Τσαμουριά» (Ciamuria) υπό τον στρατηγό Κάρλο Ρόσσι (Carlo Rossi) που διέθετε,
- την 23η Μεραρχία Πεζικού «Φερράρα» (Ferrara) υπό τον στρατηγό Τζαννίνι (Zannini), ανεπτυγμένη στις περιοχές Μέρτζανη-Πρεμέτη και Γεωργουτσάδες- Αργυρόκαστρο και με δύναμη 21.000 ανδρών.
- την 51η Μεραρχία Πεζικού «Σιένα» (Siena) υπό τον στρατηγό Γκαμπούτι (Gabutti), ανεπτυγμένη στις περιοχές Κονίσπολη-Δέλβινο-Άγιοι Σαράντα και με δύναμη 12.500 ανδρών
- την 131 Τεθωρακισμένη Μεραρχία «Κένταυρος» (Centauro), μειωμένης δύναμης, υπό τον στρατηγό Μάλλι (Magli) ανεπτυγμένη στις περιοχές Τεπελένι- Αργυρόκαστρο με δύναμη 2.200 ανδρών και 40 αρμάτων.
- την Μεραρχία Ιππικού, ενισχυμένη με μονάδες πυροβολικού και πεζικού, υπό τον στρατηγό Ριβόλτα (Rivolta) ανεπτυγμένη στην περιοχή Κονισπόλεως.
Η συνολική δύναμη του XXV Σώματος έφτανε τους 42.000 άνδρες και περιλάμβανε 22 τάγματα πεζικού, 61 πυροβολαρχίες (18 βαριές), 90 άρματα,
3 συντάγματα και μία επιλαρχία ιππικού και 2 τάγματα όλμων.
Στην Βορειοδυτική Μακεδονία και τη γιουγκοσλαβική μεθόριο, το XXVI Σώμα Στρατού «Κορυτσά» (Corizza) υπό τον στρατηγό Γαβριήλ Νάσσι (Gabrielle Nasci) που διέθετε
- την 29η Μεραρχία Πεζικού «Πιεμόντε» (Piemonte) υπό τον στρατηγό Γκραττορόλα (Grattorola) ανεπτυγμένη ανατολικά της Κορυτσάς και δύναμης 12.500 ανδρών.
- την 49η Μεραρχία Πεζικού «Πάρμα» (Parma) υπό τον στρατηγό Νάλντι (Naldi) ανεπτυγμένη δυτικά της Κορυτσάς και με δύναμη 9.300 ανδρών
- την 19η Μεραρχία Πεζικού «Βενέτσια» (Venezia) υπό τον στρατηγό Μπονίνι (Bonini) ανεπτυγμένη από την λίμνη Πρέσπα εως το Ελβασάν και είχε δύναμη 10.000 ανδρών.
- την 53η Μεραρχία Πεζικού «Αρέτζο» (Arezzo) υπο τον στρατηγό Φερόνε (Ferone) ανεπτυγμένη στην περιοχή της Σκόδρας, με δύναμη 12.000 ανδρών.
- ως εφεδρεία του Σώματος υπήρχε ένα Τάγμα Βερσαλλιέρων της 131ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας με 50 άρματα στην περιοχή της Ερσέκας.
Συνολικά το XXVI Σώμα διέθετε 44.000 άνδρες και περιλάμβανε 32 τάγματα, 47 πυροβολαρχίες (οι 5 βαριές), 60 άρματα, ένα σύνταγμα ιππικού,
μία ίλη και 4 τάγματα όλμων.

Η διάταξη του Ιταλικού και του Ελληνικού στρατού τον Οκτώβριο του 1940
Ανάμεσα στα δύο Σώματα Στρατού, στην περιοχή Ερσέκα- Λεσκοβίκι, την 3η Μεραρχία Αλπινιστών «Γιούλια» (Julia) υπό τον στρατηγό Τζιρότι (Girotti), η οποία είχε δύναμη 10.800 ανδρών και σύνθεση 5 τάγματα, 6 ορειβατικές πυροβολαρχίες και μια ίλη ιππικού.
Τις παραπάνω δυνάμεις συνέδραμε η Ιταλική Βασιλική Πολεμική Αεροπορία (Regia Aeronautica), η οποία διέθεσε στο μέτωπο της Αλβανίας 179 καταδιωκτικά, 225 βομβαρδιστικά και 59 αναγνωριστικά, συνολικά δηλαδή 463 αεροσκάφη[40].

Η επιτυχής εφαρμογή του σχεδίου στηρίζονταν στην αιφνιδιαστική εισβολή με ταχυκίνητα μέσα, με σκοπό να προλάβει την επιστράτευση και συγκέντρωση του Ελληνικού Στρατού. Ο Υφυπουργός των Στρατιωτικών Στρατηγός Σοντού, διαβεβαίωσε τον Μουσολίνι ότι σε μια βδομάδα ο Ιταλικός Στρατός θα ήταν στα Ιωάννινα και σε 15 με 20 μέρες θα ήταν στην Πρέβεζα[41].

Σύμφωνα λοιπόν με το σχέδιο των Ιταλών από τις 9 Μεραρχίες που διέθεταν στην Αλβανία 2 διατέθηκαν για προκάλυψη προς την Γιουγκοσλαβία, 2 στην περιοχή της Κορυτσάς για ενεργητική άμυνα, 3 για την κύρια ενέργεια κατά της Ηπείρου και 2 για την κάλυψη της κύριας ενέργειας. Οι δυνάμεις της κύριας ενέργειας ήταν ισχυρότερες έναντι των ελληνικών, σε πυροβολικό, πεζικό και τεθωρακισμένα, όμως το ορεινό έδαφος της Ηπείρου, οι αντιαρματικές οχυρώσεις και οι στενοί δρόμοι μείωναν την ιταλική υπεροχή. Ενώ λοιπόν οι κατευθύνσεις ενέργειας του ιταλικού στρατού, και ιδιαίτερα προς το τομέα Ηπείρου, ήταν ορθές, οι δυνάμεις που διατέθηκαν για αυτό τον σκοπό ήταν ανεπαρκείς. Πιθανόν, δύο παράγοντες συνέβαλαν σε αυτό, η υποτίμηση του αντιπάλου από απόψεως υλικής ισχύς και ηθικού και η υπερτίμηση της ικανότητας της αεροπορίας και των αρμάτων μάχης [42].

Οι ελληνικές δυνάμεις και το σχέδιο άμυνας
Μετά την κατάληψη της Αλβανίας από τους Ιταλούς, το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο κατάρτισε το σχέδιο «ΙΒ» («Ιταλία-Βουλγαρία», για την αντιμετώπιση μιας ταυτόχρονης συνδυασμένης επίθεσης από Ιταλία και Βουλγαρία. Το σχέδιο προέβλεπε επιβραδυντικές αμυντικές ενέργειες στην περιοχή της Ηπείρου, με βαθμιαία υποχώρηση στη φυσικά οχυρή γραμμή Άραχθος - Μέτσοβο - Αλιάκμονας - Βέρμιο, διατηρώντας την πιθανότητα μιας περιορισμένης επίθεσης στη Δυτική Μακεδονία. Το σχέδιο αναθεωρήθηκε δύο φορές στη συνέχεια, το «ΙΒα», προέβλεπε την άμυνα στη γραμμή των συνόρων και το «ΙΒβ», το οποίο προέβλεπε άμυνα κάπου ενδιάμεσα, μεταξύ συνόρων και γραμμής υποχώρησης. Στον υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο, διοικητή της VIII Μεραρχίας, παραχωρήθηκε ελευθερία κινήσεων και αποφάσεων ανάλογα με την κατάσταση που θα διαμορφωνόταν στο πεδίο της μάχης.

Ο διοικητής της VIII Μεραρχίας αποφάσισε ότι δεν θα παραχωρούσε αμαχητί εθνικό έδαφος και οργάνωσε την κύρια αμυντική τοποθεσία βόρεια των Ιωαννίνων στην περιοχή Ελαίας - Καλπακίου και κατά μήκος του ποταμού Καλαμά, παρά τις διαταγές του Γενικού Επιτελείου, που υπογράμμιζαν ότι κύρια αποστολή των δυνάμεων του ήταν η κάλυψη της Δυτικής Μακεδονίας και η φρούρηση της διάβασης του Μετσόβου και των οδών προς Αιτωλοακαρνανία.

Οι κύριες ελληνικές δυνάμεις στην περιοχή όπου εκδηλώθηκε η ιταλική επίθεση, αριθμούσαν συνολικά περίπου 35.000 άνδρες και ήταν[43]:

Στην Ήπειρο η VIIIη Μεραρχία Πεζικού, υπό τον υποστράτηγο Χαράλαμπο Κατσιμήτρο, είχε προεπιστρατευθεί και ενισχυθεί με το στρατηγείο της III Ταξιαρχίας, υπό τον Συνταγματάρχη Δημήτριο Γιατζή και με μερικές ακόμη μονάδες πεζικού και πυροβολικού. Συνολικά διέθετε 4 διοικήσεις συνταγμάτων Πεζικού, 15 τάγματα Πεζικου, 16 πυροβολαρχίες, 5 ουλαμούς Πυροβολικού Συνοδείας, 2 τάγματα Πολυβόλων Κινήσεως, 1 πολυβολαρχία Βαρέων Πολυβόλων και 1 μεραρχιακή μονάδα Αναγνωρίσεως. Επιπλέον το 39ο Σύνταγμα Ευζώνων της III Μεραρχίας είχε επιστρατευθεί και στις 27 Οκτωβρίου κινούταν προς την Ήπειρο.
Στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας (ΤΣΔΜ), υπό τον αντιστράτηγο Ιωάννη Πιτσίκα, που σε αυτό υπάγονταν
- Το Β΄ Σώμα Στρατού, υπό τον αντιστράτηγο Δημήτριο Παπαδόπουλο, που αποτελούνταν από τις I (υποστράτηγος Δημήτριος Βραχνός) και IX (υποστράτηγος Χρήστος Ζυγούρης) Μεραρχίες Πεζικού, την V Ταξιαρχία Πεζικού και το ΙΧα Συνοριακό Τομέα.
- Το Γ΄ Σώμα Στρατού, υπό τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου, που αποτελούνταν από τις X (υποστράτηγος Χρήστος Κίτσος) και XI (συνταγματάρχης ΠΒ Γεώργιος Κώτσαλος) Μεραρχίες Πεζικού, την IV Ταξιαρχία Πεζικού και τους IX, X και XI Συνοριακοί Τομείς.
Το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεων τις X Μεραρχίας ήταν στην Βέροια, στην Έδεσσα και τα Γιαννιτσά, ενώ της XI Μεραρχίας στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Την παραμονή της ιταλικής επίθεσης το ΤΣΔΜ ανέπτυξε στα αλβανικά σύνορα 22 τάγματα πεζικού και 22 και 1/2 πυροβολαρχίες.
Στην περιοχή της Πίνδου, ανάμεσα στο ΤΣΔΜ και την VIII Μεραρχία, το «Απόσπασμα Πίνδου», υπό τον συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη, που διέθετε το 51ο Σύνταγμα Πεζικού (2 τάγματα),μια ορειβατική πυροβολαρχία των 75 χιλ., έναν ουλαμό Πυροβολικού Συνοδείας των 65 χιλ. και έναν ουλαμό ιππικού.
Οι Έλληνες είχαν μικρό πλεονέκτημα στο ότι οι μεγάλες μονάδες τους (μεραρχίες) περιελάμβαναν 30% περισσότερο πεζικό (τρεις σχηματισμούς συνταγμάτων έναντι δύο ιταλικών) και ελαφρώς περισσότερο πυροβολικό και τουφέκια έναντι των ιταλικών [44], αλλά δεν είχαν καθόλου άρματα μάχης, ενώ οι Ιταλοί μπορούσαν να βασιστούν και στην απόλυτη υπεροπλία τους στον αέρα έναντι της μικρής τότε Ελληνικής Βασιλικής Αεροπορίας.Επίσης ο Ελληνικός Στρατός δεν ήταν μηχανοκίνητος και βασιζόταν σε μεταγωγικά ζώα ως επί το πλείστον γιά τις μεταφορές του,ουσιαστικά λοιπόν,περιλαμβάνοντας άλογα και μουλάρια,οι μονάδες του ήταν ορεινές και προσαρμοσμένες γιά επιχειρήσεις σε περιοχές με φτωχό ή ανύπαρκτο οδικό δίκτυο,όπως η Αλβανία. Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος του οπλισμού του Ελληνικού Στρατού αναγόταν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ή προερχόταν από χώρες όπως η Γερμανία (σύμμαχος της Ιταλίας) αλλά και το Βέλγιο, η Αυστρία ή η Γαλλία, οι οποίες βρίσκονταν υπό κατοχή, πράγμα το οποίο είχε αρνητικές επιπτώσεις στην προμήθεια ανταλλακτικών και πολεμοφοδίων. Παρά ταύτα, πολλοί Έλληνες αξιωματικοί ήταν βετεράνοι μιας δεκαετίας συνεχών, σχεδόν, πολεμικών συγκρούσεων (Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-13, Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, Μικρασιατική Εκστρατεία 1919-22) και ο Ελληνικός Στρατός, παρά τα περιορισμένα μέσα του, είχε αναδιοργανωθεί σε μεγάλο βαθμό κατά τη δεκαετία του 1930. Τέλος, το ηθικό των Ελληνικού Στρατού, αντίθετα με τις προσδοκίες των Ιταλών, ήταν υψηλότατο, με τους άνδρες έτοιμους να αποκρούσουν την ιταλική επίθεση και να «πάρουν εκδίκηση για την Τήνο».
Η διάταξη του Ιταλικού και του Ελληνικού στρατού τον Οκτώβριο του 1940


Μετά τον Πόλεμο, πολλοί Ιταλοί αξιωματικοί παρομοίαζαν την ελληνική αντίσταση στην Ήπειρο με αυτή των Τούρκων στα Δαρδανέλια στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και κάποιοι μάλιστα έφτασαν στο σημείο να την αποδώσουν και στη συμμετοχή προσφύγων (περίπου 25%) από την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923[45][46].

Φάσεις επιχειρήσεων

Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 27/10/2012.
Αρχική ιταλική επίθεση (28 Οκτωβρίου 1940 - 13 Νοεμβρίου 1940)
Κύρια λήμματα: Μάχη της Πίνδου και Μάχη Ελαίας - Καλαμά

Η αρχική ιταλική επίθεση.
Οι Ιταλοί επιτέθηκαν το πρωί της 28ης Οκτωβρίου και τα τμήματα προκάλυψης στη γραμμή των συνόρων συμπτύχθηκαν και κατέλαβαν νέες θέσεις άμυνας στα μετόπισθεν στα πλαίσια του επιβραδυντικού αγώνα. Οι μεραρχίες «Φερράρα» και «Κένταυρος» κινήθηκαν προς την περιοχή του Καλπακίου (στη θέση Ελαία), το «Παραλιακό Συγκρότημα» προωθήθηκε κατά μήκος της ακτής και η Μεραρχία «Σιένα» κινήθηκε στα νοτιοανατολικά του Καλπακίου προκειμένου να διαβεί τον ποταμό Καλαμά. Οι Ιταλοί συνάντησαν σημαντικές δυσκολίες στην προώθηση τους λόγω των καταστροφών στο οδικό δίκτυο και στις γέφυρες και των συνεχών βροχοπτώσεων που είχαν μετατρέψει τις ημιονικές οδούς σε βούρκο και τα ρυάκια σε ορμητικούς χειμάρρους.

Η σύμπτυξη των τμημάτων προκάλυψης ολοκληρώθηκε τη νύκτα της 29ης προς 30η Οκτωβρίου και στις 31 Οκτωβρίου όταν το ιταλικό Γενικό Επιτελείο ανακοίνωνε ότι: «οι μονάδες μας συνεχίζουν να προελαύνουν στην Ήπειρο και έφτασαν στον ποταμό Καλαμά, σε πολλά σημεία. Αντίξοες καιρικές συνθήκες και ενέργειες των υποχωρούντων εχθρών δεν επιβραδύνουν την προέλαση των δυνάμεών μας», οι δυνάμεις των Μεραρχιών «Φερράρα» και «Κένταυρος» άρχισαν να συγκεντρώνονται στην περιοχή της κύριας αμυντικής τοποθεσίας στο Καλπάκι. Οι αντίξοες καιρικές συνθήκες στη θάλασσα δεν επέτρεψαν την προσχεδιασμένη απόβαση στην Κέρκυρα[27].

Την 1η Νοεμβρίου, το ιταλικό Γενικό Επιτελείο έδινε προτεραιότητα στο μέτωπο της Αλβανίας έναντι αυτού της Αφρικής[47] αλλά στο χρονικό διάστημα από 2 μέχρι 9 Νοεμβρίου οι επανειλημμένες προσπάθειες να διασπαστεί η κύρια αμυντική τοποθεσία συνετρίβησαν από τις δυνάμεις της 8ης Μεραρχίας, οπότε στις 9 Νοεμβρίου οι επιθέσεις διακόπηκαν και οι ιταλικές δυνάμεις στην Ήπειρο υποχώρησαν και έλαβαν θέσεις άμυνας, απειλούμενες από την αντεπίθεση των ελληνικών δυνάμεων από την περιοχή της Πίνδου.

Η αρχική ιταλική επίθεση


Η μεγαλύτερη απειλή για τις ελληνικές θέσεις διαγράφηκε από την διείσδυση των 11.000 ανδρών της Μεραρχίας Αλπινιστών «Τζούλια» στην Πίνδο με κατεύθυνση το Μέτσοβο και τη διάβαση της Κατάρας, η οποία απειλούσε να διαχωρίσει τις ελληνικές δυνάμεις της Ηπείρου από εκείνες της Δυτικής Μακεδονίας. Η «Τζούλια» αρχικά σημείωσε επιτυχίες, καθώς κατάφερε να απωθήσει τις λιγοστές δυνάμεις του Αποσπάσματος Πίνδου του συνταγματάρχη Δαβάκη, που είχε την ευθύνη για την άμυνα της περιοχής. Οι ολιγομελείς φρουρές στα φυλάκια κατά μήκος των συνόρων γρήγορα ανατράπηκαν από τους αλπινιστές και το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου, το σύνολο των δυνάμεων του Δαβάκη αναγκάστηκαν να συμπτυχθούν υπό το βάρος της ιταλικής επίθεσης. Οι αλπινιστές συνέχισαν τις επιθέσεις τους την επόμενη μέρα και η κατάσταση για τις ελληνικές δυνάμεις έγινε απελπιστική. Το σύνολο των ανδρών του Αποσπάσματος Πίνδου είχαν προωθηθεί στην πρώτη γραμμή και ο Δαβάκης αναγκάστηκε να ζητήσει την βοήθεια των κατοίκων της περιοχής για τον ανεφοδιασμό τους. Μέσα από δύσβατα, ολισθηρά και ανεμοδαρμένα μονοπάτια, γέροντες, γυναίκες και παιδιά, μέσα στη νύχτα, στο τσουχτερό κρύο, στο χιόνι και στη λάσπη μετέφεραν στους μαχητές που κρατούσαν τις κορυφές των υψωμάτων πυρομαχικά, εφόδια και τρόφιμα και βοηθούσαν στη μεταφορά των τραυματιών στα μετόπισθεν. Ήταν η συμμετοχή του άμαχου πληθυσμού της περιοχής στο «Έπος της Πίνδου».

Το Ελληνικό Γενικό Επιτελείο διέγνωσε έγκαιρα την απειλή και κατηύθηνε αμέσως όλες τις μονάδες που επιστρατεύονταν στην απειλούμενη περιοχή. Στις 31 Οκτωβρίου εκδηλώθηκε η πρώτη αντεπίθεση των Ελλήνων, η οποία σημείωσε μικρή επιτυχία. Οι Ιταλοί κατόρθωσαν στις 3 Νοεμβρίου να καταλάβουν τη Βοβούσα, ένα χωριό 20 χιλιόμετρα βόρεια του Μετσόβου, αλλά οι δυνάμεις τους δεν ήταν αρκετές για να διαφυλάξουν το αριστερό άκρο της προώθησης τους, στο οποίο αντεπιτέθηκαν οι ελληνικές δυνάμεις που είχαν σπεύσει στην περιοχή.


Ο συνταγματάρχης Δαβάκης δεν είχε την τύχη να συμμετέχει στην ελληνική αντεπίθεση, μια και στις 2 Νοεμβρίου, εκτελώντας προσωπικά αναγνώριση στην περιοχή του υψώματος του Προφήτη Ηλία Φούρκας τραυματίστηκε σοβαρά από εχθρικά πυρά και διακομίστηκε στο νοσοκομείο Κοζάνης και στην συνέχεια στην Αθήνα. Οι ελληνικές δυνάμεις περικύκλωσαν αυτές της «Τζούλια» που εγκατέλειψαν τη Βοβούσα, στις 4 Νοεμβρίου. Μέχρι την 7η Νοεμβρίου διεξήχθησαν ανηλεείς μάχες στην περιοχή μέσα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες και οι αλπινιστές της «Τζούλια», που είχαν αποκοπεί από τα μετόπισθεν τους, πολέμησαν σκληρά για την επιβίωσή τους. Στις 8 Νοεμβρίου ο διοικητής της «Τζούλια», στρατηγός Μάριο Τζιρότι, διέταξε να υποχωρήσουν νότια του όρους Σμόλικα κατά μήκος της βόρειας όχθης του Αώου προς την Κόνιτσα, όπου είχε προωθηθεί η 47η Μεραρχία «Μπάρι», η οποία αρχικά προοριζόταν για την απόβαση στην Κέρκυρα. Μέχρι τις 13 Νοεμβρίου οι ελληνικές δυνάμεις είχαν ανακαταλάβει τις συνοριακές διαβάσεις της Πίνδου, με εξαίρεση την περιοχή της Κόνιτσας, που κατείχε η μεραρχία «Μπάρι» μέχρι την 16η Νοεμβρίου. Αυτό ήταν και το τέλος της «Μάχης της Πίνδου».

Στη Δυτική Μακεδονία, ενόψει της έλλειψης δραστηριότητας από ιταλικής πλευράς και προκειμένου να ανακουφιστεί το μέτωπο της Πίνδου, το ελληνικό Γενικό Επιτελείο στις 31 Οκτωβρίου προώθησε στην περιοχή το Γ' Σώμα Στρατού (10η και 11η Μεραρχία Πεζικού και Ταξιαρχία Ιππικού) υπό τον αντιστράτηγο Γεώργιο Τσολάκογλου με την εντολή να επιτεθεί στην Αλβανία, επίθεση η οποία λόγω προβλημάτων ανεφοδιασμού αναβλήθηκε για τις 14 Νοεμβρίου.

Η απροσδόκητη ελληνική αντίσταση κατέλαβε εξ απήνης το ιταλικό Γενικό Επιτελείο, το οποίο περίμενε ένα «στρατιωτικό πικ-νικ». Αρκετές μονάδες στάλθηκαν εσπευσμένα στην Αλβανία, ενώ τα αρχικά σχέδια για επικουρικές επιθέσεις σε ελληνικά νησιά ματαιώθηκαν. Εξοργισμένος από την αποτελμάτωση της επιχείρησης, ο Μουσολίνι στις 9 Νοεμβρίου ανασχημάτισε τη Διοίκηση Αλβανίας, αντικαθιστώντας τον Πράσκα με τον Ουμπάλντο Σόντου (Ubaldo Soddu), τέως υφυπουργό Πολέμου. Ο νέος διοικητής, αμέσως μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, διέταξε τις δυνάμεις του να διακόψουν κάθε επιθετική ενέργεια και να λάβουν θέσεις άμυνας. Ήταν πλέον ξεκάθαρο ότι η ιταλική εισβολή είχε αποτύχει.

Ελληνική αντεπίθεση και ακινητοποίηση (14 Νοεμβρίου 1940 - 8 Μαρτίου 1941)

Η ελληνική προέλαση και η αποτυχημένη ιταλική εαρινή επίθεση (3 Νοεμβρίου- 1940-7 Απριλίου 1941).


Πυροβολικό του Ελληνικού Στρατού βάλλει κατά του υψώματος Ιβάν, κοντά στην Κορυτσά.
Οι ελληνικές εφεδρείες άρχισαν να φτάνουν στο μέτωπο στις αρχές Νοεμβρίου, ενώ η αδράνεια της Βουλγαρίας επέτρεψε στο ελληνικό Γενικό Επιτελείο να μεταφέρει την πλειονότητα των μονάδων από τα ελληνοβουλγαρικά σύνορα και να τις αναπτύξει στο αλβανικό μέτωπο. Έτσι, ο Αρχιστράτηγος Αλέξανδρος Παπάγος κατόρθωσε να πετύχει αριθμητική υπεροχή έναντι των Ιταλών ως τα μέσα Νοεμβρίου, πριν εξαπολύσει αντεπίθεση. Έντεκα μεραρχίες πεζικού, δύο Ταξιαρχίες Πεζικού και η Μεραρχία Ιππικού υπό τον Υποστράτηγο Γεώργιο Στανωτά αντιμετώπιζαν δεκαπέντε ιταλικές μεραρχίες πεζικού και μια τεθωρακισμένη μεραρχία.[48]

Το Τμήμα Στρατιάς Δυτικής Μακεδονίας και το Γ' Σώμα Στρατού, ενισχυμένα με μονάδες από ολόκληρη τη Βόρειο Ελλάδα, εξαπέλυσαν επίθεση στις 14 Νοεμβρίου, με κατεύθυνση την Κορυτσά. Μετά από σκληρή μάχη στην οχυρωμένη μεθόριο, οι Έλληνες τη διέσπασαν στις 17 Νοεμβρίου και μπήκαν στην Κορυτσά στις 22. Λόγω της αναποφασιστικότητας του ελληνικού Γενικού Επιτελείου, οι Ιταλοί βρήκαν χρόνο να αναδιοργανωθούν και να μην καταρρεύσουν τελείως παρόλο που στο στράτευμά τους είχε ήδη ξεσπάσει κρίση με παραιτήσεις υψηλόβαθμων στρατιωτικών.[49]

Η ελληνική προέλαση και η αποτυχημένη ιταλική εαρινή επίθεση (3 Νοεμβρίου- 1940-7 Απριλίου 1941)

Η επίθεση από τη Δυτική Μακεδονία συνδυάστηκε με γενική επίθεση σε ολόκληρο το μήκος του Μετώπου. Το Α' και Β' Σώμα Στρατού προέλασαν στην Ήπειρο, και μετά από σκληρή μάχη κατόρθωσαν να καταλάβουν τους Αγίους Σαράντα, το Πόγραδετς και το Αργυρόκαστρο ως τις αρχές Δεκεμβρίου και τη Χειμάρρα την παραμονή των Χριστουγέννων. Είχε πλέον καταληφθεί ουσιαστικά ολόκληρη η Βόρεια Ήπειρος. Στις 10 Ιανουαρίου 1941, πριν την έλευση της βαρυχειμωνιάς, καταλήφθηκε και το στρατηγικής σημασίας οχυρωμένο πέρασμα της Κλεισούρας. Αλλά οι Έλληνες δεν κατόρθωσαν να προωθηθούν προς το Βεράτιο, ενώ απέτυχε και η επίθεσή τους προς την Αυλώνα. Στη μάχη για την Αυλώνα, οι Ιταλικές μεραρχίες «Λύκοι της Τοσκάνης», «Τζούλια», «Πινερόλο» και «Πουστέρια» υπέστησαν μεγάλες απώλειες, αλλά στα τέλη Ιανουαρίου η ελληνική προέλαση σταμάτησε. Οι Έλληνες σταμάτησαν λόγω αριθμητικής υπεροχής, πλέον, των Ιταλών, και λόγω της απομάκρυνσής τους από τα κέντρα ανεφοδιασμού.

Στο μεταξύ, ο στρατηγός Σοντού αντικαταστάθηκε στα μέσα Δεκεμβρίου από τον Ούγκο Καβαλλέρο (Ugo Cavallero). Στις 4 Μαρτίου, με την απειλή της γερμανικής επέμβασης έκδηλη, οι Βρετανοί έστειλαν τις πρώτες τους ενισχύσεις και πολεμοφόδια στους Έλληνες. Συγκεκριμένα, έστειλαν τέσσερις μεραρχίες, εκ των οποίων δύο τεθωρακισμένες, που αριθμούσαν 60.000 στρατιώτες υπό τις διαταγές του στρατηγού Χένρι Ουίλσον (Henry Wilson).[50]

Πυροβολικό του Ελληνικού Στρατού βάλλει κατά του υψώματος Ιβάν, κοντά στην Κορυτσά.


Εαρινή ιταλική επίθεση (9 Μαρτίου 1941 - 23 Απριλίου 1941)

Η στασιμότητα συνεχίστηκε, παρά τις επιμέρους εχθροπραξίες, καθώς και οι δυο αντίπαλοι ήταν πολύ αδύναμοι για να ξεκινήσουν νέα μεγάλη έφοδο. Οι Έλληνες ήταν σε ακόμη μειονεκτικότερη θέση καθώς, έχοντας απογυμνώσει τα βόρεια σύνορά τους από όπλα και άνδρες για να κρατήσουν το αλβανικό μέτωπο, ήταν υπερβολικά ευάλωτοι σε μια πιθανή γερμανική επίθεση μέσω Βουλγαρίας.

Οι Ιταλοί, από την άλλη πλευρά, θέλοντας να πετύχουν μια νίκη στο αλβανικό μέτωπο πριν την επιβεβλημένη, πλέον, γερμανική εμπλοκή, συγκέντρωσαν τις δυνάμεις τους για μια νέα επίθεση με την κωδική ονομασία «Primavera» (Άνοιξη). Συγκέντρωσαν δεκαεπτά μεραρχίες έναντι των δεκατριών ελληνικών και υπό την επίβλεψη του Μουσολίνι προσωπικά, επιτέθηκαν ενάντια στο στενό της Κλεισούρας. Η επίθεση διήρκεσε από τις 9 ως τις 20 Μαρτίου, αλλά απέτυχε να απωθήσει τους Έλληνες, κερδίζοντας περιορισμένες μόνο περιοχές, όπως βόρεια της Χειμάρρας και μικρές εκτάσεις περί το Μπεράτι[51]. Έκτοτε και μέχρι τη γερμανική επίθεση στις 6 Απριλίου, οι επιχειρήσεις αποκλιμακώθηκαν. Η σημαντικότερη μάχη της "εαρινής επίθεσης" ήταν η μάχη του υψώματος 731.

Γερμανική επίθεση


Η γερμανική επίθεση του 1941
Bundesarchiv Bild 101I-165-0419-19A, Athen, Hissen der Hakenkreuzflagge.jpg
Προβλέποντας τη γερμανική επίθεση, οι Βρετανοί και μερικοί Έλληνες ζητούσαν την υποχώρηση από την Ήπειρο, ώστε να εξοικονομηθούν δυνάμεις που θα μπορούσαν να αποκρούσουν του Γερμανούς. Παρά ταύτα, το εθνικό συναίσθημα δεν επέτρεπε να εγκαταλειφθούν ευαίσθητες εθνικά περιοχές που κατακτήθηκαν με τόσο κόπο. Έτσι, παρά τη στρατιωτική λογική, απορρίφθηκε η ιδέα οπισθοχώρησης έναντι των «ηττημένων» Ιταλών και ο μεγαλύτερος όγκος των ελληνικών δυνάμεων παρέμενε βαθιά στην Αλβανία, ενώ οι Γερμανοί πλησίαζαν. Ο στρατηγός Ουίλσον χλεύασε αυτό το «φετιχιστικό δόγμα του να μη δοθεί ούτε μια σπιθαμή γης στους Ιταλούς» και που οδήγησε στο να μείνουν μόνο έξι από τις εικοσιμία ελληνικές μεραρχίες να αντιμετωπίσουν τη γερμανική επίθεση[52].



Από τις 6 Απριλίου, οι Ιταλοί ξεκίνησαν εκ νέου την επίθεσή τους στην Αλβανία, μαζί με την επιχείρηση «Μαρίτα» των Γερμανών. Οι αρχικές επιθέσεις είχαν μικρό αποτέλεσμα, αλλά στις 12 Απριλίου το ελληνικό Γενικό Επιτελείο, θορυβημένο από την ταχύτατη προέλαση των Γερμανών, διέταξε την οπισθοχώρηση από την Αλβανία. Οι Ιταλοί κατέλαβαν την Κορυτσά στις 14 Απριλίου και έφτασαν στις λίμνες Πρέσπες στις 19. Στις 22 Απριλίου έφτασαν στα ελληνο-αλβανικά σύνορα στο χωριό Περάτη και πέρασαν σε ελληνικό έδαφος την επόμενη μέρα.

Στο μεταξύ, στις 18 Απριλίου η μηχανοκίνητη γερμανική μεραρχία (Leibstandarte "Adolf Hitler") κάμπτοντας την τοπική αντίσταση, κατέλαβε το πέρασμα του Μετσόβου, αποκόπτοντας έτσι τον Ελληνικό Στρατό Ηπείρου από τα μετόπισθεν. Την επόμενη μέρα οι Γερμανοί κατέλαβαν τα Ιωάννινα, ολοκληρώνοντας την απομόνωση του ελληνικού στρατού που υποχωρούσε από την Αλβανία. Έχοντας επίγνωση της κρίσιμης κατάστασης, ο αντιστράτηγος Γεώργιος Τσολάκογλου, σε συμφωνία με άλλους στρατηγούς, αλλά χωρίς την εξουσιοδότηση του Στρατάρχη Παπάγου, αντικατέστησε τον Αντιστράτηγο Πιτσίκα και προσέφερε συνθηκολόγηση στον Ζεπ Ντίτριχ (Sepp Dietrich) στις 20 Απριλίου, κυρίως για να αποφύγει ατιμωτική παράδοση στους Ιταλούς[53]. Οι όροι της παράδοσης θεωρήθηκαν τιμητικοί, καθώς ο ελληνικός στρατός δε θα αιχμαλωτιζόταν, ενώ οι αξιωματικοί θα επιτρεπόταν να διατηρήσουν το ξίφος τους. Ο Μουσολίνι εξοργίστηκε από τη μονομερή αυτή παράδοση και μετά από πολλές διαμαρτυρίες στον Χίτλερ, η τελετή συνθηκολόγησης επαναλήφθηκε στις 23 Απριλίου, για να παρευρεθούν και εκπρόσωποι της ιταλικής πλευράς.

Στις 24 Απριλίου τα ιταλικά στρατεύματα επιτέθηκαν μαζί με τα γερμανικά στην Αττική, κοντά στην Αθήνα, ενώ οι ηττημένοι Βρετανοί ξεκίνησαν την αποχώρησή τους. Παράλληλα, η Βουλγαρία εισέβαλε στην Θράκη και κατέλαβε μια περιοχή γύρω από την Ξάνθη. Στις 3 Μαΐου, μετά την κατάληψη και της Κρήτης, έγινε μια θεαματική ιταλο-γερμανική παρέλαση στην Αθήνα για να εορταστεί η νίκη του Άξονα. Μετά τη νίκη επί της Ελλάδας και της Γιουγκοσλαβίας, ο Μουσολίνι ξεκίνησε να κομπάζει για τη νέα ιταλική Mare Nostrum («η θάλασσά μας», αναφερόμενος στη Μεσόγειο).


Ναυτικές επιχειρήσεις

Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 27/10/2012.
Ναυτικές δυνάμεις των εμπολέμων[54]
Ελληνικά σκάφη
1 βαρύ καταδρομικό
6 αντιτορπιλλικά στόλου
8 αντιτορπιλλικά συνοδείας
8 τορπιλλοβόλα
6 υποβρύχια
4 ναρκαλιευτικά - ναρκοβόλα
Σύνολο: 33 (εκτόπισμα: 29.330 τόνοι)
Ιταλικά σκάφη
8 θωρηκτά μάχης
8 βαρέα καταδρομικά
26 ελαφρά καταδρομικά
24 αντιτορπιλλικά στόλου
40 αντιτορπιλλικά συνοδείας
66 τορπιλοβόλα
119 υποβρύχια
Σύνολο: 291 (εκτόπισμα: 658.395 τόνοι)
Κατά την έναρξη των εχθροπραξιών, το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό αποτελούνταν από το ήδη παλαιό θωρηκτό «Αβέρωφ», 10 αντιτορπιλικά (εκ των οποίων 4 παλαιά), αρκετές τορπιλακάτους και 6 παλαιά υποβρύχια.

Στις αρχές του πολέμου περιορίστηκε στην προστασία των θαλάσσιων μεταφορών στο Αιγαίο πέλαγος, τόσο για την ολοκλήρωση της επιστράτευσης της χώρας, όσο και για τον ανεφοδιασμό της. Τα ελληνικά σκάφη αντιμετώπιζαν συνεχώς τον κίνδυνο επιθέσεων από ιταλικά αεροσκάφη και υποβρύχια, που επιχειρούσαν έχοντας ως βάση τα Δωδεκάνησα.

Ακολούθησαν περιορισμένες επιθετικές ενέργειες ενάντια σε ιταλικά σκάφη στα Στενά του Οτράντο. Τα αντιτορπιλικά προέβησαν σε τρεις θαρραλέες, αλλά άκαρπες νυχτερινές επιδρομές (14-15 Νοεμβρίου 1940, 15-16 Δεκεμβρίου 1940 και 4-5 Ιανουαρίου 1941). Οι ελληνικές επιτυχίες ήρθαν από τα υποβρύχια, τα οποία κατόρθωσαν να βυθίσουν μερικά ιταλικά μεταγωγικά. Από την ιταλική πλευρά, παρότι ο ιταλικός στόλος υπέστη σημαντικές ζημιές από το Βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό κατά την Επιδρομή στον Τάραντα, τα ιταλικά αντιτορπιλικά και καταδρομικά συνέχισαν να επιχειρούν, καλύπτοντας τις νηοπομπές εφοδιασμού μεταξύ Ιταλίας και Αλβανίας. Στις 28 Νοεμβρίου, μια ναυτική μοίρα βομβάρδισε την Κέρκυρα, ενώ στις 18 Δεκεμβρίου και στις 4 Μαρτίου, έβαλαν κατά ελληνικών παράκτιων θέσεων στην Αλβανία. Στα τέλη του 1940 το ελληνικό υποβρύχιο «Παπανικολής» με κυβερνήτη τον τότε πλωτάρχη Μιλτιάδη Ιατρίδη βύθισε ανοιχτά του Αυλώνα δύο έμφορτα ιταλικά μεταγωγικά[55]. Στην ίδια περιοχή στις 29 Δεκεμβρίου 1940 βυθίστηκε αύτανδρο το υποβρύχιο Πρωτεύς με κυβερνήτη τον Μιχαήλ Χατζηκωνσταντή. Σημαντική δράση, επίσης, είχαν και τα άλλα υποβρύχια του στόλου (Κατσώνης, Νηρεύς, Τρίτων).

Από τον Ιανουάριο του 1941, το κύριο μέλημα του ελληνικού ναυτικού ήταν η κάλυψη των νηοπομπών από και προς την Αλεξάνδρεια, σε συνεργασία με το βρετανικό ναυτικό. Καθώς στις αρχές Μαρτίου ξεκίνησε η μεταφορά του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος, ο ιταλικός στόλος αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον του. Καλά πληροφορημένοι όμως οι Βρετανοί, κατόρθωσαν να αμυνθούν με επιτυχία ενάντια στους Ιταλούς στη Ναυμαχία του Ακρωτηρίου Ταίναρου στις 28 Μαρτίου.

Με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, στις 6 Απριλίου, η κατάσταση άλλαξε άρδην. Η γερμανική υπεροπλία από αέρος προξένησε μεγάλες απώλειες σε ελληνικά και βρετανικά πλοία, ενώ η κατάληψη της κυρίως Ελλάδας και αργότερα της Κρήτης από την Βέρμαχτ σήμανε το τέλος των συμμαχικών ναυτικών επιχειρήσεων στον ελληνικό χώρο μέχρι την Εκστρατεία των Δωδεκανήσων το 1943.


Χάρτης της Ελλάδας υπό τριπλή Κατοχή:
κόκκινο: Γερμανοί
γαλάζιο: Ιταλοί
πράσινο: Βούλγαροι
μπλε: προπολεμική κτήση (ιταλικό έδαφος)
Απολογισμός
Με την πτώση της Κρήτης το Μάιο του 1941, ολόκληρη η Ελλάδα βρέθηκε υπό τον απόλυτο έλεγχο των δυνάμεων του Άξονα. Για τα επόμενα τρία χρόνια υπέστη τη σκληρή Κατοχή από τις δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής υπήρξε εκτεταμένη Αντίσταση, η οποία απελευθέρωσε τις περισσότερες ορεινές περιοχές ως το 1944. Συγχρόνως, ελληνικές χερσαίες δυνάμεις και πλοία συνέχιζαν τον πόλεμο μαζί με τους Βρετανούς στη Βόρειο Αφρική, ακόμη και στην ίδια την Ιταλία. Με τη γερμανική αποχώρηση από τα Βαλκάνια, τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 1944, η χώρα απελευθερώθηκε, αλλά πολύ σύντομα έπεσε στη δίνη ενός πολύνεκρου εμφύλιου πολέμου.

Επιπτώσεις στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο
Παρά την τελική νίκη των δυνάμεων του Άξονα κατά της Ελλάδας, η αρχική ελληνική νίκη κατά των Ιταλών είχε μεγάλη επίπτωση στην έκβαση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Πολλοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι η αναγκαστική γερμανική επέμβαση στα Βαλκάνια καθυστέρησε την «επιχείρηση Μπαρμπαρόσσα», ενώ προκάλεσε απώλειες σε αεροσκάφη και αλεξιπτωτιστές κατά τη Μάχη της Κρήτης. Αναφέρεται ότι ο Αδόλφος Χίτλερ, σε συνομιλία του με την Λένι Ρίφενσταλ (Leni Riefenstahl), είπε με πικρία ότι «εάν οι Ιταλοί δεν είχαν επιτεθεί στην Ελλάδα και δε χρειάζονταν τη βοήθειά μας, ο πόλεμος θα είχε πάρει διαφορετική τροπή. Θα είχαμε αποφύγει το ρωσικό χειμώνα κατά αρκετές εβδομάδες και θα είχαμε καταλάβει το Λένινγκραντ και τη Μόσχα. Δε θα υπήρχε Μάχη του Στάλινγκραντ»[56]. Άλλοι ιστορικοί, όπως ο Antony Beevor, υποστηρίζουν ότι δεν καθυστέρησε η ελληνική αντίσταση την επίθεση του Άξονα στη Σοβιετική Ένωση, αλλά η αργή κατασκευή αεροδρομίων στην Ανατολική Ευρώπη[57]. Παρά ταύτα, είναι κοινός τόπος ότι η ανάγκη κατάληψης της Ελλάδας, η ανάγκη να κατασταλεί η Αντίσταση και να προστατευτεί η χώρα από ενέργειες των Συμμάχων, κράτησε στην Ελλάδα πολυάριθμες γερμανικές και ιταλικές μονάδες καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου[εκκρεμεί παραπομπή].

Από την άλλη πλευρά, όμως, η ελληνική αντίσταση χρειάστηκε, στην τελική της φάση την επέμβαση των Συμμάχων. Η απόφαση να σταλούν βρετανικά στρατεύματα στην Ελλάδα ήταν πρωτίστως πολιτική και όχι στρατιωτική. Εκ των υστέρων, η αποστολή δυνάμεων από τη Μέση Ανατολή στην Ελλάδα σε ένα τόσο κρίσιμο σημείο, χαρακτηρίστηκε από τον στρατηγό Άλαν Μπρουκ (Alan Brooke) ως μια «αδιαμφισβήτητη στρατηγική γκάφα», καθώς οι δυνάμεις αυτές, από τη μία αποδείχθηκαν ανεπαρκείς να ανακόψουν τους προελαύνοντες Γερμανούς, ενώ από την άλλη θα μπορούσαν να είχαν παίξει αποφασιστικό ρόλο στο μέτωπο της Βόρειας Αφρικής, όπου η συμβολή τους θα μπορούσε να είχε οδηγήσει στη νίκη πολύ ενωρίτερα. Το γεγονός αυτό κατά τους Άγγλους δικαιολογείται απ' το ότι εκείνη την στιγμή, αντί να εξαλείψουν για πάντα την Ιταλική παρουσία στην Β. Αφρική , έδωσαν καιρό στον Ρόμμελ να ετοιμάσει την εισβολή του, την οποία αργότερα πλήρωσαν ακριβά. Η πολιτική πρωτοβουλία εντούτοις χρεώνεται στον Τσώρτσιλ ο οποίος ενθουσιάστηκε με την ιδέα ενός λαού που νικά τον Άξονα και που θα μπορούσε να αποβεί ένα μελλοντικό εφαλτήριο για μια επίθεση στα πλευρά των Γερμανών. Δυστυχώς όμως οι Αγγλικές δυνάμεις δεν ήταν αρκετές να περιφρουρήσουν όλη την Αυτοκρατορία, πράγμα που ήταν γνωστό στο Αγγλικό Επιτελείο ήδη απ το 1938, οπότε η κατά τα άλλα γενναία επέμβαση των Άγγλων στο πλευρό της Ελλάδας είχε το χαρακτηριστικό του «πολύ λίγο και πολύ αργά» για τα τότε δεδομένα.

Ο Χίτλερ τηλεφωνεί στον Μουσολίνι:
«Μπενίτο, δεν είσαι ακόμα στην Αθήνα;»
«Δε σε ακούω Αδόλφε»
«Λέω, ακόμα δεν είσαι στην Αθήνα;»
«Δε σε ακούω!! Θα τηλεφωνείς από μακριά. Στο Λονδίνο είσαι;»
Ανέκδοτο που κυκλοφορούσε στην Κατεχόμενη Γαλλία το χειμώνα 1940-41[58]
Πολύ σημαντικό επίσης ήταν και το ηθικό παράδειγμα, σε μια εποχή όπου μόνο η Βρετανική Αυτοκρατορία αντιστεκόταν στις δυνάμεις του Άξονα, μιας μικρής χώρας η οποία, όχι μόνο αντιστεκόταν με τόλμη ενάντια σε μια, υποτίθεται παντοδύναμη, φασιστική Ιταλία, αλλά κατήγαγε και σημαντικές νίκες. Η αξία του ηθικού παραδείγματος τονιζόταν και στους διθυραμβικούς επαίνους που η Ελλάδα λάμβανε την εποχή εκείνη.

Ο Γάλλος στρατηγός Ντε Γκωλ ήταν επίσης μεταξύ εκείνων που επαίνεσαν την υπερηφάνεια της ελληνικής αντίστασης. Σε επίσημο μήνυμά του για την 25η Μαρτίου, ο Ντε Γκωλ εξέφραζε το θαυμασμό του για την ελληνική αντίσταση:

Στο όνομα του κατεχόμενου, πλην ακόμη ζωντανού γαλλικού λαού, η Γαλλία επιθυμεί να χαιρετίσει τον πόλεμο του ελληνικού λαού για την ελευθερία του. Η 25η Μαρτίου 1941 βρίσκει την Ελλάδα στην κορυφή ενός ηρωικού αγώνα και στην κορυφή της δόξας της. Η Ελλάδα δεν έχει δει τέτοιο μεγαλείο και τέτοια δόξα, σαν αυτή που σήμερα απολαμβάνει, από τον καιρό της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας.[59]

Η στοίχιση της Ελλάδας με τους Συμμάχους συνετέλεσε στο να της δοθούν τα κατεχόμενα από την Ιταλία, αλλά κατοικούμενα από Έλληνες Δωδεκάνησα, το 1947, με τη λήξη του Πολέμου.

Επέτειος του Ελληνοϊταλικού πολέμου

Το λεγόμενο «Έπος του Σαράντα» και οι μεγάλες νίκες που ο ελληνικός στρατός κατήγαγε σε βάρος των Ιταλών, καθιερώθηκε να γιορτάζονται κάθε χρόνο στις 28 Οκτωβρίου, την ημέρα της επίδοσης του ιταλικού τελεσιγράφου και της άρνησης του Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά να συναινέσει.

Κάθε χρόνο αυτή τη μέρα γίνεται στη Θεσσαλονίκη, συνήθως παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας και άλλων επισήμων, μεγάλη στρατιωτική παρέλαση, η οποία συμπίπτει με τον εορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης κατά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και τη μνήμη του πολιούχου της Αγίου Δημητρίου. Στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις γίνονται επίσης στρατιωτικές αλλά και μαθητικές παρελάσεις, ενώ δημόσια και ιδιωτικά κτίρια υψώνουν την ελληνική σημαία. Παρελάσεις, στρατιωτικές και μαθητικές για τον εορτασμό της επετείου, γίνονται επίσης και στην Κύπρο.

Κοντά στην επέτειο του όχι, τηλεόραση και ραδιόφωνο προβάλλουν επετειακές εκπομπές μνήμης και κάνουν ιδιαίτερη μνεία στην «τραγουδίστρια της νίκης» Σοφία Βέμπο, η οποία με τα πατριωτικά της τραγούδια εμψύχωνε τους στρατιώτες και μετέδιδε τον ενθουσιασμό της προέλασης των ελληνικών δυνάμεων στη Βόρεια Ήπειρο.

Στρατιωτικά συμπεράσματα του πολέμου
Οι συμπατριώτες μου είναι ανυποχώρητοι και αδιάλλακτοι σε ζητήματα που έχουν σχέση με την ανεξαρτησία και την τιμή της χώρας. Ίσως [...] εξαφανισθούμε ως έθνος, όπως φαίνεται να υπονοείτε. Θα ήταν προτιμότερο για τους Έλληνες που θα απομείνουν να γνωρίζουν ότι διέσωσεν ακέραια την τιμή τους και ότι η νεότερη Ελλάς δικαίωσε τις αρχαίες καταβολές της και τον λόγο υπάρξεώς της, παρά να ζουν ατιμασμένοι και καταφρονεμένοι. Τίποτε πράγματι δεν θα έχει χαθεί και το παράδειγμά μας θα είναι χρήσιμο στον κόσμο, επειδή θα εμπνέει τους ανθρώπους να κάνουν το χρέος τους, ανεξάρτητα από τις συνέπειες.
Ο Έλληνας αντιπρόσωπος στην Κοινωνία των Εθνών, Αθανάσιος Αγνίδης, προς τον Ιταλό συνάδελφό του τον Μάρτιο του 1941[60]
Η πολύ χαμηλή επίδοση των ιταλικών δυνάμεων στις μάχες του αλβανικού μετώπου μπορεί να αποδοθεί σε πολλούς λόγους, που όλοι μπορούν να θεωρηθούν συμπτώματα της γενικότερης κακοδαιμονίας του ιταλικού στρατού κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο στρατηγός Σεμπαστιάνο Βισκόντι Πράσκα, στα απομνημονεύματά του, αποδίδει την αποτυχία της εκστρατείας κυρίως στην κακή οργάνωση, στις προσωπικές ίντριγκες, στη διαφθορά και στην έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των υψηλών κλιμακίων των ιταλικών Ενόπλων Δυνάμεων. Από την άλλη πλευρά όμως, ο ίδιος ο Πράσκα θεωρείται ένας από τους κύριους υπευθύνους για την υποεκτίμηση της δύναμης του ελληνικού στρατού και τη συνεπακόλουθη πανωλεθρία του ιταλικού στρατού στα βουνά της Ηπείρου[61]. Οι ιταλικές δυνάμεις αντιμετώπισαν αδιαμφισβήτητα προβλήματα τακτικής, καθώς επέδειξαν ιδιαίτερη αδυναμία στο πεζικό[44]. Αντιθέτως, είχαν σαφή υπεροχή στο πυροβολικό και στους όλμους από τους Έλληνες, ενώ είχαν απόλυτη υπεροπλία στην αεροπορία, την οποία όμως δεν κατόρθωσαν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο. Το χαμηλό κίνητρο, σε σχέση με τους Έλληνες, καθώς και το ανάγλυφο του πεδίου των μαχών, το οποίο βοηθούσε την ελληνική άμυνα, έπαιξαν επίσης ρόλο στην τελική έκβαση.

Παρά ταύτα, οι Ιταλοί έχασαν κυρίως σε επίπεδο στρατηγικής, πράγμα για το οποίο ήταν ευθέως υπεύθυνος ο Μουσολίνι και το Γενικό Επιτελείο Στρατού. Ούτε έναν μήνα πριν την εισβολή στην Ελλάδα, την 1η Οκτωβρίου, ο Μουσολίνι διέταξε την αποστράτευση του μισού ιταλικού στρατού, ένα μέτρο το οποίο έγινε αποδεκτό από το Γενικό Επιτελείο, παρότι ο στρατηγός Μάριο Ροάτα προειδοποίησε ότι ο στρατός θα γινόταν μη λειτουργικός για αρκετούς μήνες[62]. Εκτός αυτού, η συνεχής υποεκτίμηση της ελληνικής ετοιμότητας είχε καταδικάσει την εκστρατεία σε αποτυχία εξαρχής. Όπως έγραψε ο Ιταλός ιστορικός Ρέντζο Ντε Φελίτσε: «Η στρατιωτική υπεροχή (αριθμητική και τεχνική) ήταν πάντοτε, τους πρώτους μήνες του πολέμου, με την πλευρά των Ελλήνων. Οι Έλληνες ήταν πολύ καλά πληροφορημένοι (από τη βρετανική κατασκοπεία) για τις ιταλικές προθέσεις και είχε επιστρατεύσει σχεδόν 350.000 άνδρες ως τις πρώτες μέρες του Νοεμβρίου. Οι Ιταλοί είχαν μόνον οκτώ μεραρχίες στην Αλβανία (δύο εκ των οποίων ήταν στραμμένες προς το γιουγκοσλαβικό στρατό) τον Οκτώβριο του 1940, ενώ οι Έλληνες είχαν αρχικά 14 μεραρχίες, κατάλληλα εκπαιδευμένες για πόλεμο σε ορεινό πεδίο μάχης. Η αρχική ιταλική επίθεση διεξήχθη από 105.000 στρατιώτες έναντι σχεδόν 350.000 Ελλήνων: να γιατί δεν είναι παράδοξο που μετά από μια βδομάδα η μεραρχία Julia σταμάτησε και σχεδόν περικυκλώθηκε. Είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς, από στρατιωτική άποψη, γιατί το Commando Supremo δεν αντέδρασε ενάντια σε μια εκστρατεία εξαρχής καταδικασμένη σε αποτυχία»[63]. Μια άλλη αξιοσημείωτη αποτυχία της ιταλικής πλευράς είναι η μη επίθεση στα Ιόνια νησιά ή την Κρήτη, τα οποία αποτελούσαν αυτονόητους και σχετικά ανυπεράσπιστους στόχους, και οι οποίοι θα αποτελούσαν ισχυρές προωθημένες βάσεις για το ιταλικό ναυτικό και την αεροπορία στη Μεσόγειο.





el.wikipedia.org